Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ μνήμη τοῦ Ἁγίου Νεομάρτυρος ΓΕΩΡΓΙΟΥ τοῦ Σέρβου, τοῦ ἐν τῇ πόλει Σοφίᾳ μαρτυρήσαντος κατὰ τὸ ἔτος ͵αφιε’ (1515) καὶ διὰ πυρὸς τελειωθέντος.

Ταῦτα ὡς ἤκουσε τὸ πλῆθος ἐκεῖνο, ἐφώναζον μὲ μεγάλας φωνὰς καὶ ὥρμησαν ἐναντίον του τρίζοντες τοὺς ὀδόντας, διὰ νὰ τὸν κτυπήσουν, ἤθελον δὲ καὶ τελείως νὰ τὸν φονεύσωσι κατ’ αὐτὴν ταύτην τὴν ὥραν ἐκείνην, ἂν δὲν τοὺς ἠμπόδιζεν ὁ κριτὴς μὲ τοὺς ὑπηρέτας του λέγων πρὸς αὐτούς· «Διατὶ ὁρμᾶτε τοιουτοτρόπως κατεπάνω του; Δὲν εἶμαι ἐγὼ ἐκεῖνος, ὅστις ἔχω ἀπὸ τὸν βασιλέα τὴν ἐξουσίαν καὶ ὅποιον καταδικάσω εἶναι καταδεδικασμένος καὶ ὅποιον ἐλευθερώσω εἶναι ἐλεύθερος;». Ἐκεῖνοι δὲ ἐφώναζαν· «Καθὼς σοῦ ἐδόθη ἡ κρίσις, τοιουτοτρόπως κρίνε καὶ δικαίως, κατὰ τὸν νόμον μας, ἐπειδὴ καὶ ἡμεῖς ὅλον τὸν νόμον τὸν γνωρίζομεν, ἔστω καὶ ἐὰν δὲν ἔχωμεν ἐξουσίαν ἀπὸ τὸν βασιλέα». Ὁ δὲ κριτὴς εἶπεν· «Ἐπειδὴ γνωρίζετε τὸν νόμον, τί πρέπει νὰ τὸν κάμωμεν;». Αὐτοὶ δὲ ἀπήντησαν· «Πρέπει νὰ καυθῇ μὲ πῦρ, ἡ δὲ στάκτη του νὰ λιχνισθῇ εἰς τὸν ἀέρα». Ὁ δὲ κριτὴς εἶπεν· «Ἐπειδὴ ἐπαινεῖ τὴν πίστιν του καὶ δὲν δέχεται τὴν ἰδικήν μας, διὰ τοῦτο νὰ τὸν καύσωμεν;». Αὐτοὶ εἶπον· «Ἐάν τις βλασφημήσῃ τὸν νομοδότην μας, ἀκόμη καὶ τὸν βασιλέα μας καὶ τοὺς κριτάς μας καὶ ἁπλῶς εἰπεῖν ὅλους ἡμᾶς, εἶναι δίκαιον ὁ τοιοῦτος νὰ παραμένῃ πλέον εἰς τὴν ζωήν;».

Ἐδοκίμασε τότε ὁ κριτὴς νὰ εἰρηνεύσῃ τὸ μαινόμενον ἐκεῖνο πλῆθος τῶν Ἀγαρηνῶν καὶ εἶπε πρὸς αὐτους· «Δὲν ἤκουσα ἐγὼ ἀπὸ τὸ στόμα του τοὺς λόγους, τοὺς ὁποίους λέγετε σεῖς κατ’ αὐτοῦ». Ἀλλ’ οἱ Ἀγαρηνοί, ἐξαγριωθέντες ἔτι περισσότερον, ἐκραύγαζον· «Ὄχι μόνον αὐτούς, τοὺς ὁποίους εἴπομεν, ἀλλὰ καὶ ὅλον τὸν νόμον μας καὶ τὸ προσκύνημά μας καὶ τὸ πλύσιμόν μας ἐξουθένωσε καὶ περιέπαιξεν». Ἠρώτησε τότε ὁ κριτὴς τὸν Μάρτυρα· «Οὕτως ἔχουν, ὦ Γεώργιε, αὐτὰ τὰ ὁποῖα μαρτυροῦν οὗτοι κατὰ σοῦ;». Καὶ αὐτὸς ἀπεκρίθη· «Μὴ γένοιτο νὰ ἐβλασφήμησα ἐγὼ τὸ πλάσμα τοῦ Θεοῦ, τὸν ἄνθρωπον, ἀλλὰ μόνον τὰ ἔργα καὶ τοὺς λόγους τῶν ἁμαρτωλῶν δὲν δέχομαι· τὴν δὲ ἀλήθειαν περὶ τοῦ Χριστοῦ κηρύττω καὶ εἶμαι ἕτοιμος νὰ ἀποθάνω δι’ αὐτόν». Τότε ὁ κριτὴς εἶπε πρὸς αὐτούς· «Βλασφημία εἶναι αὐτὸ τὸ ὁποῖον ἠκούσατε;». Ἐκεῖνοι δὲ εἶπον· «Αὐτὸ δὲν εἶναι βλασφημία, ἀλλὰ πρὶν νὰ τὸν φέρωμεν εἰς σέ, εἶπε τοὺς βλασφήμους ἐκείνους λόγους καὶ ἐὰν αὐτὸν ἀπολύσῃς, εἶσαι καὶ σὺ παραβάτης τῆς πίστεώς μας καὶ τοῦ νόμου μας καὶ ἡμεῖς θέλομεν κάμει ἀναφορὰν διὰ σὲ εἰς τὸν βασιλέα».


Ὑποσημειώσεις

[1] Σοφία· ἡ σημερινὴ πρωτεύουσα τῆς Βουλγαρίας Σόφια.

[2] Πρόκειται περὶ τοῦ ἱεροῦ λειψάνου ἑνὸς ἐκ τῶν Νεμανιδῶν περὶ τῶν ὁποίων βλέπε ἐν τῇ ὑποσημειώσει τῆς σελ. 322.