Ἀπέναντι τοῦ Μοναστηρίου τῶν Ἀκοιμήτων ἦτο ἄλλη Μονὴ εἰς τόπον Φιάλου καλούμενον. Ὁ δὲ τῆς Μονῆς ἐκείνης Ἡγούμενος εἶχε πνεῦμα προφητικόν, καὶ ἐκαλεῖτο Μακεδόνιος. Τοῦτον ὡς ἐνάρετον ἠγάπα κατὰ πολλὰ ὁ Μάρκελλος, καὶ ἐπῆγεν ἐκεῖ διὰ νὰ τὸν νουθετήσῃ καὶ νὰ τοῦ ἑρμηνεύῃ τὴν τελειότητα τῆς μοναδικῆς πολιτείας καὶ αὐτὸς πάλιν ἐδίδασκε τοὺς ἀδελφοὺς τὰ ψυχωφελῆ καὶ σωτήρια. Οὗτος ὁ Μακεδόνιος προεφήτευσεν εἰς αὐτὸν ἐξ Ἁγίου Πντεύματος, ὅτι θέλει γίνει Ἡγούμενος τοῦ Μοναστηρίου καὶ ὅτι θὰ συναχθῶσιν ἐκεῖ ἀπὸ πᾶσαν γῆν καὶ θάλασσαν ἄνθρωποι, ὄχι μόνον Ἕλληνες, ἀλλὰ καὶ Ρωμαῖοι καὶ βάρβαροι, νὰ δοξάζεται καὶ εἰς τὴν Μονὴν ἐκείνην ὁ Κύριος, ἀπὸ ταύτην δέ, ὡς ἁπὸ νέαν Ἱερουσαλήμ, νὰ ὑπάγῃ εἰς ὅλην τὴν οἰκουμένην ἡ φήμη των. Ταῦτα ἀκούσας ὁ Μάρκελλος ἐπέστρεψεν εἰς τὸ Μοναστήριόν του. Πρὶν ὅμως νὰ φθάσῃ ἐκεῖ εἶχον στάσιν καὶ φιλονικίαν μεταξύ των οἱ ἀδελφοὶ δι’ ἐκεῖνον, καὶ τινὲς μὲν τὸν ἐπαινοῦσαν πρὸς τὸν Ἡγούμενον, λέγοντες ὅτι διὰ ταπείνωσιν ἔφυγεν, ὅταν ἔμελλε νὰ κοιμηθῇ ὁ Ἀλέξανδρος, διὰ νὰ μὴ τὸν ψηφίσουν Ἡγούμενον. Ἄλλοι δὲ πάλιν ραθυμότεροι ἔλεγον, ἀγνοοῦντες τὴν ἀρετὴν τοῦ Μαρκέλλου, ὅτι γινώσκων ὅτι θὰ ψηφίσουν τὸν Ἰωάννην ἔφυγε, διὰ νὰ μὴ καταισχυνθῇ εἰς τὸ ὕστερον. Ταῦτα μὲν ἔλεγον οἱ ἄνθρωποι· ὁ δὲ Χριστός, ἡ αὐτοαλήθεια, ἔνευσεν εἰς τὸν Προεστῶτα καὶ εἶπε ταῦτα διὰ νὰ φανερωθῇ ἡ ἀρετὴ τοῦ Μαρκέλλου· «Δὲν εἶναι ἀνάγκη νὰ φιλονικῆτε ματαίως· διότι ἐγὼ γνωρίζω τὸν ἄνδρα κατὰ πολὺ ἐνάρετον, θέλετε δὲ βεβαιωθῆ καὶ σεῖς περὶ τούτου μὲ τὴν πρᾶξιν ἀπὸ τῆς αὔριον».
Τὸν καιρὸν ἐκεῖνον εἶχε πολλὴν πενίαν τὸ Μοναστήριον, οἱ δὲ Μοναχοί, ἐπειδὴ ἦσαν πολὺ φιλόξενοι, κατεσκεύασαν μύλον καὶ ἠγόρασαν καὶ ἕνα γέροντα ὄνον, διὰ νὰ δουλεύῃ εἰς τὸν μύλον καὶ νὰ κάμνουν ἄρτον διὰ τοὺς ξένους. Προσκαλέσας λοιπὸν τὸν Μάρκελλον, εἶπε πρὸς αὐτὸν ὁ Ἡγούμενος· «Σὲ γνωρίζω σπουδαῖον καὶ ἄγρυπνον, καὶ σοῦ ἀναθέτω τὴν ἐπιμέλειαν τοῦ ὄνου, μὴ νομίσῃς δὲ τοῦτο ὡς μικρὸν διακόνημα, διότι εἶναι ὑπηρεσία ἀναγκαία καὶ χρήσιμος. Διότι οἱανδήποτε ὑπηρεσίαν προσφέρῃς μὲ τὸν ὄνον, τὸ ὄφελος θὰ εἶναι εἰς ὅλους μας, ἐπειδή, ἐὰν τὸ κτῆνος ἀμεληθῇ, ὑστερούμεθα ἄρτων καὶ ἡμεῖς καὶ οἱ ξένοι ὅσοι τυγχάνουσιν ἐνταῦθα». Τοῦτο τινὲς τῶν Μοναχῶν ἐνόμιζον, ὅτι θὰ φανῇ ὡς ὕβρις εἰς τὸν Μάρκελλον. Ὅμως ὁ θαυμαστὸς Ἰωάννης, γνωρίζων τὸ μέλλον, τὸν ἐπρόσταξεν εἰς τοῦτο.