Ἠρώτησε τότε ὁ Ἰωάσαφ· «Καὶ ἐὰν τύχῃ καὶ σφάλῃ τις εἰς μίαν ἢ δύο ἐκ τούτων τῶν ἐντολῶν δὲν ἔχει πλέον ἐλπίδα σωτηρίας, καὶ δὲν θὰ μεταβῇ εἰς τὸν παράδεισον;». Λέγει ὁ Ὅσιος· «Ὁ Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ ἔγινεν ἄνθρωπος διὰ τὴν σωτηρίαν ἡμῶν καὶ γιγνώσκων τὴν ἰδικήν μας ἀσθένειαν, δὲν μᾶς ἀφῆκε χωρὶς θεραπείαν, ἀλλ’ ὡς ἰατρὸς πάνσοφος μᾶς ἐχάρισε τὸ ἥδιστον βότανον τῆς μετανοίας, ἤτοι τὸ σωτήριον δάκρυ τὸ ὁποῖον λέγεται δεύτερον Βάπτισμα. Ἐπειδὴ τὸ πρῶτον Βάπτισμα δίδεται μόνον μίαν φοράν, μετὰ τὸ ὁποῖον, ἐὰν ἁμαρτήσῃς ὡς ἄνθρωπος, χρειάζεσαι κόπον πολὺν διὰ νὰ λάβῃς παρὰ Κυρίου συγχώρησιν. Οὕτως, ὁσάκις πταίεις, νὰ ἐγείρεσαι εὐθὺς διὰ τῆς μετανοίας, ἐπειδὴ δὲν ὑπάρχει ἁμάρτημα, τὸ ὁποῖον νὰ νικᾷ τὴν εὐσπλαγχνίαν καὶ τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ». Διηγήθη δὲ ὁ Ὅσιος γέρων Βαρλαὰμ τὴν ἁμαρτίαν τοῦ προφήτου Δαβίδ, τὴν μετάνοιαν αὐτοῦ καὶ τὰ δάκρυα διὰ νὰ ἀποδείξῃ τὸ θεῖον ἔλεος.
Διδαχὴ περὶ τῶν Ἁγίων Μαρτύρων καὶ Ὁσίων Πατέρων.
ΗΡΩΤΗΣΕ πάλιν ὁ Ἰωάσαφ· «Ἐπειδὴ ἡ μετάνοια ἔχει κόπον καὶ δάκρυα, τὰ ὁποῖα εἶναι διὰ τοὺς πολλοὺς δυσκατόρθωτα, ἤθελα νὰ εὕρω τὸν τρόπον, νὰ φυλάττω τὰ θεῖα προστάγματα μετ’ ἀκριβείας, διὰ νὰ μὴ πικράνω πλέον τὸν γλυκύτατόν μου Δεσπότην μετὰ τὴν συγχώρησιν τῶν προτέρων ἀνομημάτων μου». Λέγει ὁ γέρων· «Καλῶς εἶπες, εὐγενέστατε, τοῦτο εἶχον καὶ ἐγὼ κατὰ νοῦν νὰ σοῦ διδάξω· ἀλλὰ εἶναι δύσκολον, ἂν ὄχι ἀδύνατον, ἄνθρωπος δεδεμένος εἰς βιοτικὰς μερίμνας καὶ ταραχάς, ἢ εἰς πλούτο τρυφὴν καὶ ὑπερηφάνειαν, νὰ μὴ παρεκτραπῇ ἀπὸ τὴν ὁδὸν τοῦ Κυρίου, καὶ νὰ φυλαχθῇ καθαρὸς καὶ ἄμεμπτος. Διότι δὲν δύναταί τις νὰ δουλεύῃ δύο αὐθέντας, τὸν Θεὸν ὁμοῦ καὶ τὸν Μαμωνᾶν, ὅστις εἷναι ὁ πλοῦτος καὶ ἡ τοῦ κόσμου προσπάθεια. Ταῦτα γινώσκοντες οἱ Ὅσιοι Πατέρες διῆλθον μὲ πολλὴν θλῖψιν καὶ βάσανα τὴν ζωήν των, φροντίζοντες ὅσον ἠδύναντο νὰ φυλάξουν ἀμόλυντον τὸ τῆς ἀφθαρσίας ἔνδυμα. Διὰ τοῦτο καὶ οἱ μαρτυρήσαντες διὰ τὴν ἀγάπην τοῦ Χριστοῦ ἠγάπησαν ἐξ ὅλης καρδίας τὸν Κύριον, καὶ ἀπῆλθον πρὸς Αὐτὸν διὰ τοῦ βαπτίσματος τοῦ Μαρτυρίου, τὸν ὁποῖον εἶναι πολυτιμότερον τοῦ προτέρου, ἐπειδὴ δὲν μολύνεται πλέον μὲ ἁμαρτήματα».
«Οὗτοι λοιπὸν λέγονται μιμηταὶ τοῦ Χριστοῦ. Πρῶτοι οἱ Μαθηταὶ Αὐτοῦ καὶ Ἀπόστολοι, δεύτερον οἱ Μάρτυρες, οἱ ὁποῖοι ἔχυσαν τὸ αἷμά των διὰ τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, πᾶσαν βάσανον καὶ πᾶν μαρτύριον ὑπομείναντες. Οὕτως, ἄλλους ἔφαγαν τὰ θηρία, ἄλλους εἰς πῦρ κατέκαυσαν, καὶ ἄλλους ἐθανάτωσαν μὲ ἀπάνθρωπα μαρτύρια καὶ οἵτινες ἔλαβον τὰ βραβεῖα τῆς νίκης καὶ εὑρίσκονται τώρα συγκληρονόμοι τοῦ Θεοῦ μετὰ τῶν Ἀγγέλων εἰς τὸν Παράδεισον.