Νύκτα δέ, τινα, ἐκεῖ ὅπου ἐφύλαττε τὰ πρόβατα, εἶδε φωταψίαν μεγάλην, ἥτις ἔλαμψεν ἐπάνω ἀπὸ τὴν ποίμνην του, ἠσθάνθη δὲ χαρὰν μεγάλην εἰς τὴν ψυχήν του. Διαπορῶν τότε ἐστοχάζετο μήπως, ἐνῷ ἔστεκεν ὄρθιος, τὸν ἐπῆρεν ὀλίγος ὕπνος καὶ ἀπεκοιμήθη ἐκεῖ ἐπάνω εἰς τὴν ράβδον του καὶ χωρὶς νὰ τὸ καταλάβῃ ἐξημέρωσε καὶ ἀνέτειλεν ὁ ἥλιος. Ἐνῷ λοιπὸν ἐσυλλογίζετο ταῦτα, εἶδε τὸ φῶς ἐκεῖνο νὰ ἀπομακρύνεται ὀλίγον κατ’ ὀλίγον καὶ νὰ ἀνέρχεται εἰς τοὺς οὐρανούς, ἔγινε δὲ καὶ πάλιν σκότος καὶ νύξ. Ἐκ τοῦ γεγονότος τούτου τόσον ἐχάρη ὁ Κλήμης, ὥστε εὐθὺς μετέβη εἰς τὸ Ἅγιον Ὄρος, ὅπου, εὑρὼν εἰς τὴν Σκήτην τοῦ Μορφινοῦ Μοναχόν τινα ἀγράμματον μὲν, ἀλλ’ εὐλαβῆ καὶ ἐνάρετον, ὑπετάχθη εἰς αὐτὸν καὶ δὲν ἐδιδάχθη ἀπὸ ἐκεῖνον ἄλλο τι ἐκτὸς τοῦ «Κύριε, ἐλέησον».
Ὅταν δὲ παρῆλθεν ὀλίγος καιρός, ἤρχισε πάλιν, ὀλίγον κατ’ ὀλίγον, νὰ φαίνεται ἐκεῖνο τὸ φῶς καὶ ἐπλήρωσε τὴν ψυχήν του ἀπὸ θείαν Χάριν. Διότι ὁ εὐλογημένος ἐκεῖνος ἦτο ἄνθρωπος πολὺ ἁπλοῦς καὶ οὐδεμίαν εἶχε περιέργειαν, ἀλλ’ ἐπρόσεχεν εἰς μόνον τὸν Θεόν. ἐπειδὴ δὲ καὶ ὁ Γέρων αὐτοῦ δὲν ἦτο ἱκανὸς νὰ ἐννοήσῃ τὸ γεγονὸς τοῦτο, παρέλαβε τὸν Κλήμεντα καὶ μετέβησαν εἰς τὸν θεῖον Γρηγόριον, εἰς τὸν ὁποῖον ὁ Κλήμης διηγήθη τὰ διατρέξαντα. Πρὸς τούτοις παρεκάλεσεν αὐτὸν θερμῶς ὁ Κλήμης νὰ τὸν δεχθῇ καὶ νὰ τὸν συναριθμήσῃ μὲ τὴν καλὴν συνοδείαν του. Ὁ Ὅσιος λοιπόν, ὡς μιμητὴς τοῦ Χριστοῦ, διψῶν τὴν σωτηρίαν πάντων, τὸν ἐδέχθη ἱλαρῶς καὶ ὁδηγήσας τοῦτον κατὰ μόνας τὸν ἐδίδαξεν ὅλα ἐκεῖνα τὰ ὁποῖα προξενοῦν σωτηρίαν εἰς τὴν ψυχήν του, παραγγείλας εἰς αὐτὸν νὰ ἔχῃ ὑπομονὴν καὶ ταπείνωσιν καὶ νὰ ἐλπίζῃ πάντοτε εἰς τὸν Θεόν, ἀπὸ τὸν ὁποῖον προέρχεται κάθε καλὸν τὸ ὁποῖον ἐπιτυγχάνεται ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους. Ἐπὶ πλέον τοῦ παρήγγειλε νὰ μὴ ἀμελῇ οὐδέποτε τὸν κανόνα, τὸν ὁποῖον τοῦ ὥρισε· νὰ ἔχῃ δὲ καὶ τὴν φροντίδα τοῦ θανάτου ἀκατάπαυστον.
Ὁ Κλήμης λοιπὸν δεχθεὶς μὲ πολλὴν ταπεινοφροσύνην τὰς παραγγελίας τοῦ θείου Πατρός, ὑπεσχέθη νὰ πράξῃ ἀόκνως ὅλα τὰ προσταχθέντα. Ὅθεν ἠγωνίζετο εἰς τὸ κατὰ Θεὸν ἔργον μὲ τόσην προθυμίαν καὶ ἐπιμέλειαν, ὥστε ἐντὸς ὀλίγου χρόνου ἐφωτίσθη κατὰ τὸν νοῦν μὲ τὸ φῶς τῆς θείας Χάριτος καὶ ὄχι μόνον ἀνυψώθη εἰς τὴν θεωρίαν τῶν ὄντων, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ θεωρίας εἰς θεωρίαν ἀναβαίνων, ἔφθασεν εἰς τὰ ὑπὲρ φύσιν.