Ὅταν δὲ παρῆλθον οἱ τρεῖς χρόνοι, ἦλθον ἐκεῖ τινὲς καὶ τὸν εὗρον. Ὡς δὲ εἶδον αὐτὸν κατὰ τοιοῦτον τρόπον πολιτευόμενον, χωρὶς καλύβην, χωρὶς στρῶμα καὶ σκέπασμα, χωρὶς κανὲν ἄλλο ἔνδυμα, ἐκτὸς ἐκείνου ὅπου ἐφόρει, τὸν ηὐλαβήθησαν καὶ ἐπεθύμησαν νὰ παραμείνουν μετ’ αὐτοῦ. Οὗτος δὲ ὁ Ὅσιος Πατὴρ ἡμῶν Συμεὼν πρῶτον τοὺς ἐνουθέτησε, τοὺς ἐδίδαξε, τοὺς συνεβούλευσε καὶ κατόπιν τοὺς ἐδέχθη καὶ κατεσκεύασε καλύβας μὲ κορμοὺς ἀπὸ βρύζαν καὶ τοὺς ἔβαλε καὶ ἐκάθηντο. Ὕστερον ἦλθον καὶ ἄλλοι δύο καὶ ἔγιναν ἑπτά, εἶχε δὲ ὁ ἴδιος ὁ Ὅσιος τὴν μέριμναν διὰ τὴν τροφήν των. Ἔπειτα σπείρας ἐκεῖ τριγύρω ἔκαμε περισσὴν ἐσοδείαν καὶ ἐδέχετο καὶ ἄλλους, οἵτινες ἤρχοντο πρὸς αὐτόν, ἐπειδὴ διεδόθη ἡ φήμη του καὶ ἠκούσθη εἰς τὰ περίχωρα. Ἔτρεχον δὲ πολλοί, ἐξ ὧν ἄλλοι μὲν διὰ νὰ ἴδουν μόνον τὸν Ἅγιον καὶ ἄλλοι διὰ νὰ παραμείνουν ἐκεῖ μετ’ αὐτοῦ. Κατόπιν καὶ ἀφ’ οὗ παρῆλθον ἑπτὰ χρόνοι, ἔκτισε μικρὰν Ἐκκλησίαν εἰς τὸ ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδος καὶ ἐλειτούργει τῷ Θεῷ καθ’ ἑκάστην ἡμέραν. Ἔπειτα ἦλθον πλησίον του καὶ Ἱερεῖς καὶ Διάκονοι, οἵτινες τὸν ἐβοήθουν.
Ἀφ’ οὗ λοιπὸν ἐγκατεστάθησαν καὶ ἦλθον εἰς τάξιν Μονῆς καὶ ἔγιναν ὅλοι ἓν Κοινόβιον, τοὺς ἄφησεν ἐκεῖ καὶ αὐτὸς ἐξελθὼν ἔξω εἰς τὰ περίχωρα τῆς Ἁγυιᾶς ἐδίδασκεν. Ἐκεῖ δὲ πολὺ πλῆθος ἐφώτισε καὶ ὡδήγησεν εἰς τὴν ὁδὸν τοῦ Κυρίου. Ἔπειτα μετέβη εἰς τὸν Τύρναβον καὶ εἰς τὴν Ἐλασσόνα καὶ πολλοὺς ἐστήριξεν ἐκεῖ, ἔχοντας δισταγμὸν εἰς τὴν Πίστιν καὶ κλονιζομένους, πολλοὺς δὲ διώρθωσε καὶ ἐστερέωσεν εἰς τὴν Πίστιν, διότι εἰς τοὺς τόπους ἐκείνους ἦσαν ἀμαθεῖς, βάρβαροι γεωργοὶ καὶ ποιμένες τῶν ζῴων. Ὅλα λοιπὸν τὰ ὑψώματα, τὰ ὁποῖα λέγονται Καλάνδρομα [3] καὶ τὰ μέρη τῶν Σερβίων καὶ τῶν Γρεβενῶν καὶ τῶν Ἀγράφων, ὅλα τὰ περιώδευσεν ὁ Ὅσιος Πατὴρ Συμεών. Κατόπιν κατῆλθεν εἰς τὰ μέρη τοῦ Ζητουνιοῦ καὶ ἐν συνεχείᾳ εἰς τὰς Θήβας κηρύττων πανταχοῦ τὸν λόγον τοῦ Εὐαγγελίου. Συνεβούλευε δὲ νὰ ἀπέχουν οἱ ἄνθρωποι ἀπὸ τὰς κλοπάς, νὰ μὴ καταδίδῃ ὁ εἷς τὸν ἄλλον, νὰ μὴ ἀδικῇ, νὰ μὴ πηγαίνωσιν εἰς τοὺς μάντεις νὰ μαντεύωνται καὶ οὕτω παραδίδονται εἰς τὸν διάβολον καὶ γενικῶς εἰπεῖν νὰ ἀπέχωσιν ἀπὸ ὅσα ἔργα εἶναι ἄτοπα καὶ παράνομα. Ἐδίδασκε δὲ νὰ τιμῶσιν τὴν ἁγίαν Κυριακὴν μετὰ δοξολογίας καὶ ὕμνων καὶ νὰ σχολάζουν τὰς ἑορτὰς διὰ νὰ προσέρχωνται εἰς τὴν Ἐκκλησίαν.