Ἐπειδὴ δὲ ἐγνώριζε καὶ τὴν τέχνην τοῦ ἀγᾶ του, ὅστις ἦτο κουρεύς, εἰργάζετο εἰς τὸ ἐργαστήριον ἐκείνου, ἔχων ὅμως ἔσωθεν πάντοτε μαστίζουσαν δεινῶς τὴν συνείδησιν. Ὅθεν εὑρὼν μετ’ ὀλίγον Χριστιανούς τινας, οἵτινες ἤθελον νὰ μεταβοῦν εἰς τὴν Σμύρνην, μετέβαλε γνώμην καὶ δὲν ἠθέλησε νὰ ὑπάγῃ πλέον πρὸς συνάντησιν τοῦ πατρός του· καὶ τοῦτο ἦτο ἴσως οἰκονομία Θεοῦ, τοῦ θέλοντος πάντας σωθῆναι. Ἀφοῦ λοιπὸν ἔφυγεν ἐκεῖθεν κρυφίως, ἦλθεν εἰς τοὺς Μύλους τοῦ Ἄργους, ὅπου εὑρὼν πλοῖον ἐπεβιβάσθη εἰς αὐτὸ μετὰ τῶν ἄλλων καὶ ἔπλευσαν πρὸς τὴν Σμύρνην. Ἐκεῖθεν ὁ Ἅγιος μετέβη εἰς τὴν Μαγνησίαν, διότι ἔμαθεν, ὅτι ἦσαν ἐκεῖ γνώριμοί του τινὲς καὶ ἔμεινε μετά τινος ἐξ αὐτῶν, εἰς τὸν ὁποῖον μετὰ καιρὸν διηγήθη ὅλα τὰ συμβάντα, ἀκόμη δὲ εἶπε πρὸς αὐτὸν ὅτι ποθεῖ καὶ θέλει νὰ εὕρῃ Πνευματικὸν ἁρμόδιον, πρὸς τὸν ὁποῖον νὰ ἐξομολογηθῇ τὴν ἁμαρτίαν του καὶ νὰ κάμῃ τὴν πρέπουσαν μετάνοιαν. Ἐκεῖνος δέ, συλλογιζόμενος τὸ ἐπικίνδυνον τοῦ τόπου καὶ ὅτι ἐκεῖ μέσα εἰς τόσην ἀσέβειαν δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ κατορθωθῇ παρόμοιον πρᾶγμα χωρὶς κίνδυνον, ἐζήτει νὰ εὕρῃ τόπον ἀσφαλῆ νὰ τὸν στείλῃ.
Ταῦτα ἐκεῖνος ἐσκέπτετο· ἐπειδὴ ὅμως ἡπλώθη τότε μεγάλη ἐπιδημία πανώλους εἰς τὴν Μαγνησίαν καὶ αὐτὸς κατέφυγε μετὰ τοῦ Δημητρίου εἰς χωρίον τι, εἰς τὸ ὁποῖον ἦσαν ὅλοι συμπατριῶται των Χριστιανοί, ἀνεκοίνωσεν εἴς τινας φιλοχρίστους τὸν σκοπὸν τοῦ Δημητρίου καὶ εὑρέθη, θείῳ ἐλέει, καὶ ὁ τόπος καὶ ὁ τρόπος, ὡς ἤθελον. Οὕτω, εὑρὼν ὁ εὐλογημένος Δημήτριος ὁδηγόν, μετέβη εἰς τὰς Κυδωνίας καὶ ἐκεῖθεν διεπεραιώθη εἰς τὸ Ἱερὸν Μοναστήριον τοῦ Τιμίου Προδρόμου, κείμενον μεταξὺ Κυδωνιῶν καὶ Μοσχονησίων εἰς μικρὰν νῆσον, εἰς τόπον ἀκίνδυνον καὶ ἐξομολογηθεὶς εἰς τὸν Ἡγούμενον τὴν ἁμαρτίαν του, ἐμυρώθη καὶ ἀνέπαυσε μικρὸν τὴν συνείδησίν του.
Τὸ Μοναστήριον τοῦτο ἦτο περίφημον εἰς ἐκεῖνα τὰ μέρη, διὰ τὰ θαύματα τὰ ὁποῖα ἐτελοῦντο συνεχῶς ἐν αὐτῷ ὑπὸ τοῦ θείου Προδρόμου εἰς ὅσους προσέτρεχον εἰς αὐτὸν μετὰ πίστεως. Διὰ τοῦτο συνήγοντο εἰς αὐτὸ πλῆθος ἀνθρώπων ἀπὸ τὰ πλησιόχωρα μέρη φέροντες ἀσθενεῖς καὶ ἐνοχλουμένους. Ὅθεν ὁ Ἅγιος διὰ τὴν τῶν πολλῶν συνδρομὴν ἠναγκάσθη νὰ φύγῃ ἐκεῖθεν καὶ νὰ μεταβῇ εἰς τὰ Μοσχονήσια.