Λόγος περὶ Νηστείας, τοῦ ἐν Ἁγίοις Πατρὸς ἡμῶν Βασιλείου τοῦ Μεγάλου.

Διὰ τὰς γυναῖκας εἶναι ὁ πλέον κατάλληλος στολισμός, διὰ τοὺς εὑρισκομένους εἰς τὴν ἀκμὴν τῆς ἡλικίας των ἀποτελεῖ χαλινόν, ὁ ὁποῖος τοὺς συγκρατεῖ ἀπὸ πολλὰς παρεκτροπάς, ἡ νηστεία διατηρεῖ τὴν ἀγάπην μεταξὺ τῶν συζύγων ἀδιατάρακτον, ἡ νηστεία εἶναι τροφὸς διὰ τὰς παρθένους. Καὶ αὐταὶ μὲν εἶναι αἱ εὐεργεσίαι, τὰς ὁποίας προξενεῖ ἡ νηστεία εἰς κάθε μίαν οἰκογένειαν χωριστά. Ἀλλὰ καὶ εἰς τὸν δημόσιον βίον πῶς συμπεριφέρεται ἡ νηστεία; Ὁλόκληρον τὴν πόλιν καὶ ὅλον τὸν λαὸν τὸν μεταβάλλει καὶ τὸν φέρει εἰς τάξιν, καταπαύει τὰς φωνάς, ἐκδιώκει μακρὰν τὴν διαμάχην, κατασιγάζει τὰς ὕβρεις καὶ τὰς λοιδορίας. Τίνος διδασκάλου ἡ παρουσία εἶναι ἱκανὴ νὰ καταπαύσῃ τὸν θόρυβον τῶν μαθητῶν του, ὅπως καταστέλλει τὴν ἀναταραχὴν τῆς πόλεως ἡ νηστεία, ὅταν παρουσιασθῇ; Ποῖος ἐνεφανίσθη τραγουδῶν εἰς τὸν δρόμον κατὰ τὴν διάρκειαν νηστείας; Ἢ πότε ἐστήθη κάπου ἄσεμνος χορὸς εἰς ἐποχὴν νηστείας; Ἄσεμνοι γέλωτες καὶ ᾄσματα πορνικὰ καὶ μανιασμένοι χοροὶ ἀπομακρύνονται ἀμέσως ἀπὸ τὴν πόλιν, ἐκδιωκόμενοι ὑπὸ τῆς νηστείας, ὅπως θὰ ἐξεδιώκοντο ἀπὸ ἕνα αὐστηρὸν καὶ ἀμείλικτον δικαστήν.

Ἐὰν δὲ ὅλοι ἔπαιρναν ὡς σύμβουλον τὴν νηστείαν εἰς πᾶσαν περίπτωσιν κατὰ τὴν ὁποίαν εὑρίσκονται εἰς ἀμφιβολίαν τινὰ περὶ τοῦ πρακτέου, τότε τίποτε δὲν θὰ ἠμπόδιζε νὰ ἐπικρατῇ βαθεῖα εἰρήνη εἰς ὅλην τὴν οἰκουμένην καὶ οὔτε τὰ ἔθνη νὰ ξεσηκώνωνται τὸ ἕνα ἐναντίον τοῦ ἄλλου, οὔτε οἱ στρατοὶ νὰ συγκρούωνται μεταξύ των. Ἐὰν ἐπεκράτει ἡ νηστεία οὔτε ὅπλα θὰ κατεσκευάζοντο, οὔτε δικαστήρια θὰ συνεκροτοῦντο, οὔτε θὰ εὑρίσκοντο μερικοὶ κλεισμένοι εἰς τὰς φυλακάς, οὔτε θὰ ὑπῆρχον εἰς τὰς ἐρημίας οἱ λῃσταί, οὔτε εἰς τὰς πόλεις οἱ συκοφάνται, οὔτε εἰς τὰς θαλάσσας οἱ πειραταί. Ἐὰν ὅλοι ἦσαν μαθηταὶ τῆς νηστείας οὔτε θὰ ἠκούετο ποτέ, κατὰ τὸν λόγον τοῦ Ἰώβ, φωνὴ εἰσπράκτορος τῶν φόρων (Ἰὼβ γ’ 18, λθ’ 7), οὔτε καὶ ἡ ζωή μας θὰ ἦτο γεμάτη ἀπὸ στενοχωρίας καὶ στεναγμούς, ἐὰν ἡ νηστεία ἐπρυτάνευεν εἰς τὴν ζωήν μας. Διότι εἶναι ὁλοφάνερον, ὅτι ἡ νηστεία θὰ ἐδίδασκεν ὅλους ὄχι μόνον ἀπὸ τὴν πολυφαγίαν νὰ ἀπέχουν, ἀλλὰ καὶ τὴν φιλαργυρίαν καὶ τὴν πλεονεξίαν καὶ πᾶσαν ἄλλην κακίαν θὰ τοὺς ἔκαμνε νὰ ἀποφεύγουν καὶ νὰ τὴν ἀποδιώκουν μακράν. Καὶ ὅταν θὰ ἔπαυον νὰ ὑπάρχουν αἱ κακίαι αὐταί, κανένα ἐμπόδιον δὲν θὰ ὑπῆρχεν ὥστε νὰ διερχώμεθα τὴν ζωήν μας μὲ πλήρη εἰρήνην καὶ ψυχικὴν ἠρεμίαν καὶ ἀταραξίαν.