Ἐκεῖνον ὁ ὁποῖος νηστεύει τὸν δέχεται ὁ Κύριος ἐντὸς τοῦ ἱεροῦ περιβόλου του. Ἐκεῖνον ὁ ὁποῖος παραδίδεται εἰς τὴν μέθην καὶ τὴν κραιπάλην δὲν τὸν δέχεται, θεωρῶν αὐτὸν ὡς βέβηλον καὶ ἀνόσιον. Ἐὰν δηλαδὴ ἔλθῃς αὔριον καὶ ἀποπνέῃς τὴν ὀσμὴν τοῦ οἴνου, καὶ μάλιστα ἀποσυντεθειμένου, πῶς θὰ θεωρήσω ὡς νηστείαν τὴν κραιπάλην σου; Μὴ προβάλῃς ὡς δικαιολογίαν τὸ ὅτι δὲν ἔπιες τὸν οἶνον, καὶ μάλιστα ἄκρατον, αὐτὴν τὴν στιγμήν, ἀλλὰ νὰ σκέπτεσαι ὅτι δὲν ἀποφεύγεις τὴν οἰνοποσίαν. Ποῦ νὰ σὲ κατατάξω; Εἰς τοὺς μεθύσους ἢ εἰς τοὺς νηστευτάς; Ἡ προηγουμένη μέθη σου σὲ σύρει πρὸς τὸ μέρος της· ἡ παροῦσα στέρησις ἐπιβεβαιώνει νηστείαν. Ἡ μέθη σὲ διεκδικεῖ ὡς ἰδικόν της δοῦλον καὶ δικαιολογημένα δὲν θὰ σὲ ἀφήσῃ νὰ τῆς διαφύγῃς, ἀφοῦ ἠμπορεῖ νὰ παρουσιάσῃ ὡς ἀναμφισβητήτους ἀποδείξεις τῆς ὑποδουλώσεώς σου εἰς αὐτήν, τὴν ὀσμὴν τοῦ οἴνου ἡ ὁποία ἔχει μείνει εἰς σέ, ὅπως μένει καὶ εἰς τὰ ἀγγεῖα τοῦ οἴνου.
Ἀμέσως λοιπὸν ἡ πρώτη ἡμέρα τῶν νηστειῶν θὰ εἶναι ἀνωφελὴς διὰ σέ, ἐπειδὴ ἀκόμη διατηροῦνται εἰς σὲ τὰ ὑπολείμματα τῆς προηγουμένης μέθης. Ἐκείνων δὲ τῶν ὁποίων ἡ ἀρχὴ εἶναι ἀπαράδεκτος, εἶναι φανερὸν ὅτι καὶ ὅλα τὰ ὑπόλοιπα εἶναι ἐξ ἴσου ἀπαράδεκτα. Μέθυσοι δὲν πρόκειται νὰ κληρονομήσουν τὴν Βασιλείαν τοῦ Θεοῦ (Α’ Κορ. ϛ’ 10). Ἐὰν ἔρχεσαι μεθυσμένος διὰ νὰ ἀρχίσῃς τὴν νηστείαν σου, ποῖον τὸ ὄφελος διὰ σέ; Ἐὰν ἡ μέθη γίνεται αἰτία νὰ ἀποκλεισθῇς ἀπὸ τὴν Βασιλείαν τῶν οὐρανῶν, εἰς τί ἠμπορεῖ νὰ σοῦ χρησιμεύσῃ ἡ νηστεία; Δὲν βλέπεις ὅτι καὶ οἱ πλέον ἔμπειροι ἀπὸ τοὺς ἐκγυμναστὰς τῶν ἵππων, διὰ τῆς νηστείας καὶ τῶν στερήσεων προετοιμάζουν τοὺς ἀναβάτας, ὅταν πλησιάζῃ ὁ ἀγών; Σὺ ὅμως αὐτοβούλως πιέζεις τὸν ἑαυτόν σου τόσον πολὺ μὲ τὸν κόρον καὶ τὴν λαιμαργίαν, ὥστε γίνεται χειρότερος καὶ ἀπὸ τὰ ἄλογα ζῷα. Κοιλία γεμάτη καὶ βεβαρημένη ἀπὸ τὸ πολὺ φαγητὸν ὄχι μόνον δι’ ἀγῶνα δρόμου δὲν εἶναι ἱκανή, ἀλλ’ οὔτε διὰ τὸν ὕπνον δὲν εἶναι κατάλληλος· διότι, πιεζομένη ἀπὸ τὸ φορτίον τῶν φαγητῶν, ὄχι μόνον δὲν ἠμπορεῖ νὰ μείνῃ ἤρεμος, ἀλλ’ ὑπὸ τὸ βάρος αὐτῶν ἀναγκάζεται νὰ στριφογυρίζῃ διαρκῶς πρὸς τὴν μίαν καὶ τὴν ἄλλην πλευράν.
Ἡ νηστεία προφυλάσσει τὰ μικρὰ παιδία, σωφρονίζει τὸν νέον, τὸν ἐνήλικον τὸν κάμνει σεμνόν· ἡ λευκὴ κόμη γίνεται περισσότερον σεβαστή, ὅταν στολίζεται καὶ ἀπὸ τὴν νηστείαν.