ΑΔΕΛΦΟΙ μου φιλόχριστοι, ἀκούσατε περὶ τῆς Δευτέρας καὶ φοβερᾶς Παρουσίας τοῦ Δεσπότου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Διότι ἐγὼ ἐνεθυμήθην τὴν ὥραν ἐκείνην καὶ ἔφριξα ἀπὸ τὸν πολὺν φόβον, ἀναλογιζόμενος ὅσα μέλλουσι τότε νὰ φανερωθῶσι. Διότι τίς θέλει διηγηθῆ αὐτά; Ὁποία τις θέλει εἶναι ἡ γλῶσσα, ἡ ὁποία θὰ τὰ προφέρῃ; Ποία δὲ ἀκοὴ θὰ δυνηθῇ νὰ ἀκούσῃ ἐκεῖνα, ὅταν ὁ Βασιλεὺς τῶν βασιλευόντων, ἀφοῦ ἐξαναστῇ ἀπὸ τοῦ θρόνου τῆς δόξης, κατέλθῃ διὰ νὰ ἐπισκεφθῇ ὅλους τοὺς κατοικοῦντας ὅλην τὴν οἰκουμένην καὶ νὰ λάβῃ λογαριασμὸν ἀπὸ αὐτοὺς καὶ νὰ ἀποδώσῃ τὸν καλὸν μισθὸν εἰς τοὺς ἀξίους, εἰς δὲ τοὺς ἁμαρτωλοὺς τὴν αἰώνιον κόλασιν ὡς ἀπροσωπόληπτος Δίκαιος Κριτής;
Ὅταν λοιπόν, ἀδελφοί μου, ἐνθυμοῦμαι αὐτά, κυριεύονται τὰ μέλη μου ἀπὸ φόβον καὶ παραλύω ὅλος· οἱ ὀφθαλμοί μου δακρύουσιν, ἡ φωνή μου ἐκλείπει, τὰ χείλη μου παγώνουσιν, ἡ γλῶσσά μου φρίττει καὶ οἱ λογισμοί μου παύουσιν. Ὤ! πόσα ἀναγκάζομαι νὰ εἴπω διὰ τὴν ὠφέλειάν σας, ἀλλ’ ὁ φόβος μὲ ἀναγκάζει νὰ σιωπῶ. Διότι τοιαῦτα μεγάλα καὶ φοβερὰ θαύματα οὔτε ἔγιναν ἀπὸ κτίσεως κόσμου οὔτε θὰ γίνωσιν εἰς ὅλας τὰς γενεάς. Διότι τώρα πολλάκις, ἐὰν γίνῃ μεγάλη ἀστραπή, φοβίζει πάντα ἄνθρωπον καὶ ὅλοι πίπτομεν εἰς τὴν γῆν. Τότε δέ, πῶς θὰ ὑποφέρωμεν, ὅταν ἀκούσωμεν τὴν φωνὴν τῆς σάλπιγγος, ἡ ὁποία θὰ σαλπίζῃ ἀπὸ τὸν οὐρανὸν δυνατώτερα ἀπὸ πᾶσαν βροντὴν διὰ νὰ ἐξυπνήσῃ τοὺς ἀπ’ αἰῶνος κοιμηθέντας δικαίους καὶ ἀδίκους; Τότε εἰς τὸν ᾍδην τὰ ὀστᾶ τῶν ἀνθρώπων, ἀκούοντα τῆς φωνῆς τῆς σάλπιγγος περιτρέχουσι μετὰ σπουδῆς προσπαθοῦσι νὰ ἑνωθῶσι· τότε πᾶσα πνοὴ ἀνθρώπων ἐν ριπῇ ὀφθαλμοῦ ἀνίσταται ἐκ τοῦ τόπου αὐτῆς καὶ συνέρχεται ἀπὸ τὰ τέσσαρα πέρατα τῆς γῆς, εἰς τὸ κριτήριον. Διότι προστάζει ὁ Μέγας Βασιλεύς, ὅστις ἔχει ἐξουσίαν πάσης σαρκὸς καὶ εὐθὺς μετὰ τρόμου καὶ ἡ γῆ θὰ δώσῃ τοὺς νεκροὺς αὐτῆς καὶ ἡ θάλασσα τοὺς νεκροὺς αὐτῆς καὶ εἴτε θηρία ἐσπάραξαν, εἴτε ἰχθύες κατέφαγον, εἴτε ὄρνεα διήρπασαν αὐτούς, ὅλοι ἐν ριπῇ ὀφθαλμοῦ θὰ παρασταθῶσι καὶ μία θρὶξ δὲν θὰ χαθῇ.
Πῶς θὰ ὑποφέρωμεν, ἀδελφοί, ὅταν ἴδωμεν τὸν πύρινον ποταμὸν νὰ ἐξέρχεται μὲ ὁρμὴν ὡς ἀγρία θάλασσα καὶ νὰ κατατρώγῃ ὄρη καὶ λόφους καὶ νὰ κατακαίῃ πᾶσαν τὴν γῆν καὶ τὰ ἐν αὐτῇ ἔργα; Τότε, ἀγαπητοί, ἐκ τοῦ πυρὸς ἐκείνου οἱ ποταμοὶ θὰ ἐκλείψωσιν, αἱ πηγαὶ θὰ ἀφανισθῶσι, τὰ ἄστρα θὰ πέσωσιν, ὁ ἥλιος θὰ σβεσθῇ, ἡ σελήνη θὰ ἐκλείψῃ, ὁ οὐρανὸς θὰ ἐκτυλιχθῇ ὡς βιβλίον, καθὼς εἶναι γεγραμμένον.