Διδαχὴ εἰς τὴν Δ’ ΚΥΡΙΑΚΗΝ τῶν ΝΗΣΤΕΙΩΝ περὶ Εξομολογήσεως, Ἠλίου Μηνιάτη, ἐπισκόπου Κερνίκης καὶ Καλαβρύτων, ἐλαφρῶς διωρθωμένη κατὰ τὴν φράσιν.

Προεστῶτες τῶν Ἐκκλησιῶν, Πνευματικοὶ Πατέρες, οἵτινες ἔχετε τὴν κυβέρνησιν τῶν ἀνθρωπίνων ψυχῶν, τί λέγετε; Τί ἀποφασίζετε; Ἐκεῖνος ὁ ἄνθρωπος εἶναι ὑποχρεωμένος νὰ πάρῃ τὴν πρώτην του γυναῖκα, ἢ εἶναι ἐλεύθερος; Εἶναι ἐλεύθερος, λέγουν οἱ Θεολόγοι, διότι δεσμευμένος ἦτο νὰ τὴν ἔχῃ ὡς σύζυγον μέχρι τοῦ θανάτου του. Ἀπέθανεν; Ὁ θάνατος ἔλυσε τὸν δεσμόν. Ἀνεστήθη; Αὐτὴ εἶναι μία ἄλλη ζωή· τοῦτο εἶναι ὡς νὰ ἤθελε ξαναγεννηθῆ ἀπὸ τὴν κοιλίαν τῆς μητρός του· ὅταν δὲ εἷς ἄνθρωπος γεννᾶται, γεννᾶται ἐλεύθερος.

Ἀπέθανε καὶ εἷς ἄνθρωπος, ὅστις ἐπῆρε τὸ πρᾶγμα πτωχοῦ τινος· ὁ Θεὸς ἠθέλησε νὰ κάμῃ ἄλλο ἕνα θαῦμα, ἀνέστησε καὶ αὐτόν. Ἔρχεται ὁ πτωχὸς καὶ ζητεῖ ἀπὸ τὸν ἀναστηθέντα τὸ πρᾶγμά του, αὐτὸς δὲν θέλει νὰ τὸ ἐπιστρέψῃ· ἔρχονται καὶ οἱ δύο εἰς τὴν κρίσιν· ἐρωτῶ πάλιν· ὁ ἄνθρωπος οὗτος ὁ ἀδικητὴς εἶναι ὑποχρεωμένος νὰ ἐπιστρέψῃ τὸ ξένον πρᾶγμα ἢ ὄχι; Ναί, εἶναι ὑποχρεωμένος, ἀποφαίνονται οἱ αὐτοὶ Θεολόγοι· διότι τοῦτο εἶναι χρέος τῆς ψυχῆς, τὸ ὁποῖον παραμένει ἕως ὅτου ζῇ ἡ ψυχή· ἡ ψυχὴ εἶναι ἀθάνατος, λοιπὸν καὶ τὸ χρέος εἶναι αἰώνιον· ὑποχρεωμένος ἦτο νὰ τὸ ἐπιστρέψῃ καὶ εἰς τὴν ζωήν του καὶ ὕστερα ἀπὸ τὸν θάνατόν του, ἕως εἰς τὸν καιρὸν τῆς Μελλούσης Κρίσεως. Ἀπέθανεν; Ἦτο δεσμευμένος. Ἀνεστήθη; Εἶναι δεσμευμένος· χιλίας φορὰς νὰ ἀποθάνῃ καὶ νὰ ἀναστηθῇ ἔχει πάντα τὸ αὐτὸ χρέος ἀπαραίτητον. Ὥστε λοιπὸν ὁ θάνατος δὲν δύναται νὰ λύσῃ τὸν δεσμὸν τῆς ἀδικίας καὶ μένει ἄλυτος.

Σὺ βλασφημεῖς τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ, σὺ ἀρνεῖσαι τὴν Πίστιν, σὺ ξανασταυρώνεις τὸν Χριστόν· εἶναι ἀπὸ ταύτας ἁμαρτίαι μεγαλύτεραι; Μ’ ὅλον τοῦτο, ἂν μετανοήσῃς καὶ ἐξομολογηθῇς, ὁ Πνευματικὸς ἔχει τόσην ἐξουσίαν, ὥστε ἠμπορεῖ νὰ σὲ συγχωρήσῃ· ἀλλ’ ἂν σὺ κρατῇς ξένον πρᾶγμα καὶ τὸ ἐξομολογηθῇς, ἂν δὲν τὸ ἐπιστρέψῃς, δὲν ἔχει ἐξουσίαν νὰ σὲ συγχωρήσῃ. Διατὶ δὲ τοῦτο; Διότι μὲ ἐκείνας τὰς ἁμαρτίας σὺ ὑβρίζεις τὸν Θεόν· ὁ Θεὸς δὲ δι’ ἐκεῖνα τὰ ὁποῖα διαπράττουν οἱ ἄνθρωποι ἐναντίον αὐτοῦ, ἔκαμεν ἐπίτροπόν του τὸν Πνευματικόν· τοῦ ἔδωκεν ἐξουσίαν, ὅσα λύσῃ ἢ δέσῃ νὰ εἶναι λυμένα καὶ δεμένα· καὶ ὁ Πνευματικός, ὡς ἐπίτροπος τοῦ Θεοῦ, εἰς ἐκείνας τὰς ἁμαρτίας, αἱ ὁποῖαι εἶναι ἐναντίον τοῦ Θεοῦ, ἠμπορεῖ νὰ σὲ συγχωρήσῃ.

Ἀλλὰ σὺ κρατεῖς τὸ πρᾶγμα ἐκείνου τοῦ πτωχοῦ, τὸν ὁποῖον ἠδίκησες· ἐκεῖνος ὁ πτωχὸς δὲν ἔκαμεν ἐπίτροπόν του τὸν Πνευματικὸν καὶ δὲν τοῦ ἔδωκεν ἐξουσίαν νὰ σὲ συγχωρήσῃ.