Λόγος εἰς τὴν Νέαν Κυρακὴν τοῦ ΘΩΜΑ, ὅτι αἱ πληγαὶ τοῦ Χριστοῦ εἶναι Καταφυγὴ τῆς Ψυχῆς μας καὶ Πηγὴ τῆς Σωτηρίας μας, ἐκ τῆς Εὐαγγελικῆς Σάλπιγγος Μακαρίου τοῦ ἐν Πάτμῳ, ἐλαφρῶς διεσκευασμένος κατὰ τὴν φράσιν.

Ἔφθασε καιρὸς νὰ ἑορτάσωμεν καὶ τὰ τῆς ψυχῆς ἐγκαίνια σήμερον. Ὁ θυμὸς ἂς εἶναι πάντοτε ἔξυπνος, ἐναντίον εἰς ἐκεῖνον μόνον τὸν ὄφιν τὸν φαρμακερὸν καὶ ὀλέθριον, διὰ τὸν ὁποῖον ἐξεπέσαμεν. Τὸ ἐπιθυμητικὸν ἂς εἶναι πάντοτε ἀνοικτὸν καὶ ἕτοιμον πρὸς τὸν Θεόν, κλεισμένον καὶ ἀνενέργητον εἰς κάθε ἐπίβουλον καὶ σφαλερόν. Ὁ λογισμὸς ἂς εἶναι ἐπιστάτης καὶ διδάσκαλος ἐπάνω εἰς ὅλα τὰ κινήματα τοῦ σώματος. Ἂς μὴ ὑπηρετῇ ὁ δεσπότης τὸν δοῦλον, ἂς μὴ δουλεύῃ ἡ εἰκὼν τοῦ Θεοῦ τὸν πηλὸν τοῦ σώματος. Ἂς ἀνακαινισθῇ σήμερον καὶ τῆς ἀγάπης ἡ δύναμις, ἂς μάθῃ ὁ καθεὶς νὰ μὴ μισῇ πλέον τὸν ἀδελφόν του, διὰ τὴν ἀγάπην τοῦ ὁποίου ὁ Χριστὸς ἀπέθανε, καὶ ἰδικός σου ἀδελφὸς ἔγινεν ὁ κατὰ φύσιν Θεὸς καὶ Δεσπότης.

Ἰδοὺ ἔφθασεν ὁ καιρὸς νὰ ἀνακαινισθῇς καὶ εἰς ὅλα τὰ ἄλλα, ἄνθρωπε, λοιπὸν ἄφησε ἀπὸ τώρα καὶ εἰς τὸ ἑξῆς τὸν φθόνον διὰ τὴν ξένην εὐτυχίαν. Ἄφησε τὸ νὰ εἶσαι μαθητὴς ἐκείνου τοῦ διαβόλου, ὅστις φθονῶν τὴν ἰδικήν σου εὐτυχίαν σὲ κατέπεισε μὲ πονηροὺς λόγους, ὅτι ὁ Πλάστης καὶ Δημιουργὸς φθονῶν δῆθεν τὴν ἰδικήν σου θέωσιν σὲ ἐμπόδισεν ἀπὸ τὴν γεῦσιν ἐκείνου τοῦ ἀπηγορευμένου ξύλου. Μὴ ἀκολουθήσῃς τοιούτου φθονεροῦ διδασκάλου μαθήματα, διότι μὲ αὐτὰ σὲ ἐκρήμνισε. Ἀνακαίνισε καὶ τὰ σπλάγχνα σου, καὶ κάμε αὐτὰ ἐλεημονητικά, καὶ γνωρίζων ὅτι καὶ σὺ ἔχεις ἀνάγκην ἐλέους, ἐλέησον. Μὴ ἀποστραφῇς δάκρυα χήρας καὶ ὀρφανῶν, διότι ἤσουν πολλῶν δακρύων ἄξιος καὶ σὲ εὐσπλαγχνίσθη Ἐκεῖνος, ὅστις μόνος δύναται νὰ παρηγορήσῃ τῶν ἁμαρτωλῶν τὰ δάκρυα. Μὴ ἀτιμάσῃς ξένον δι’ ἀγάπην τοῦ ὁποίου ὁ Χριστὸς ἐξενιτεύθη. Περιποιήσου τοὺς ξένους, γνωρίζων ὅτι καὶ σὺ εἶσαι ξένος καὶ πάροικος εἰς ταύτην τὴν γῆν. Μὴν ἀποστραφῇς ξένον διὰ νὰ μὴν ἀποξενωθῇς τοῦ Παραδείσου, καθὼς καὶ πρότερον. Μίσησε τὸν πλοῦτον δι’ ἀγάπην τοῦ ὁποίου ἐπροδόθη ὁ Δεσπότης σου. Μὴ πλουτῇς πλέον κατὰ τῶν πενήτων, ἀλλὰ εἰς τὴν ὑπεράσπισιν τῶν πενήτων. Μάθε ἀπὸ τὴν σήμερον νὰ τρέφῃς πεινασμένους, δι’ ἀγάπην Ἐκείνου ὅστις σὲ τρέφει μὲ τὸ ἰδικόν Του Σῶμα, καὶ σὲ ποτίζει μὲ τὸ ἰδικόν Του Αἷμα. Μίσησε τὴν ὑπερηφάνειαν, γνωρίζων ὅτι ὅσον ἦτο τὸ ὕψος τοῦ ὑπερηφάνου Ἑωσφόρου, τόσον ἔγινε τὸ βάθος τῆς καταδίκης καὶ τοῦ κρημνισμοῦ του.


Ὑποσημειώσεις

[1] Ἐποιήθησαν ὑπὸ τοῦ ἀειμνήστου Ἀρχιμιανδρ. Ἱερωνύμου Σιμωνοπετρίτου.