Τὴν ἀκριβῆ λοιπὸν τοῦ Πασχαλίου τούτου γνῶσιν ἡμεῖς ἀφήνοντες νὰ τὴν μανθάνωσι καθ’ αὑτὸ καὶ ξεχωριστὰ οἱ ἰδικοί μας πασχαλιολόγοι, τόσον μόνον λέγομεν εἰς τὴν παροῦσαν ὑποσημείωσιν, ὅτι τέσσαρά τινα ἀναγκαῖα ζητοῦνται διὰ τὸ ἰδικόν μας Πάσχα. Πρῶτον ὅτι τὸ Πάσχα πρέπει νὰ γίνεται πάντοτε ὕστερα ἀπὸ τὴν ἰσημερίαν τῆς ἀνοίξεως. Δεύτερον, ὅτι δὲν πρέπει νὰ γίνεται εἰς τὴν αὐτὴν ἡμέραν μὲ τὸ νομικὸν φάσκα τῶν Ἰουδαίων (τὰ ὁποῖα ταῦτα καὶ τὰ δύο διορίζονται ἀπὸ τὸν παρόντα Ζ’ Ἀποστολ.). Τρίτον, ὅτι νὰ μὴ γίνηται ἁπλῶς καὶ ἀορίστως ὕστερα ἀπὸ τὴν ἰσημερίαν, ἀλλ’ ὕστερα ἀπὸ τὴν πρώτην πανσέληνον τοῦ Μαρτίου, ὁποὺ τύχῃ μετὰ τὴν ἰσημερίαν, καὶ τέταρτον, ὅτι νὰ γίνεται τὴν πρώτην Κυριακὴν ὅπου τύχῃ ὕστερα ἀπὸ τὴν πανσέληνον (ταῦτα δὲ τὰ δύο ἐκ παραδόσεως ἔχομεν καὶ ὄχι ἀπὸ Κανόνα). Ὅθεν διὰ νὰ φυλάττωνται καὶ οἱ τέσσαρες αὐτοὶ διορισμοὶ ἐξ ἴσου εἰς ὅλην τὴν οἰκουμένην, καὶ νὰ ἑορτάζωσιν οἱ Χριστιανοὶ τὸν αὐτὸν χρόνον καὶ τὴν αὐτὴν ἡμέραν τὸ Ἅγιον Πάσχα, καὶ ἵνα μὴ κατ’ ἔτος χρειάζωνται ἀστρονόμων καὶ Συνόδων, συνήρμοσαν οἱ θεόσοφοι Πατέρες τὸ περὶ τοῦ Πάσχα Κανόνιον.
Σημείωσαι δέ, ὅτι διὰ τὴν ἀνωμαλίαν τῆς κινήσεως τῆς σελήνης δὲν φυλάττεται πάντοτε ὁ τέταρτος διορισμός, ἀλλὰ κάποτε παραβαίνεται. Ἐπειδή, κατὰ τὸν αὐτὸν Βλάσταριν, μετὰ τριακόσια ἔτη δύο ἡμέρας μετὰ τὴν πρώτην πανσέληνον συμβαίνει νὰ γίνεται τὸ νομικὸν φάσκα, ἐν ἡμέρᾳ Κυριακῇ. Αὗται δὲ αἱ δύο ἡμέραι ὅπου περισσεύουσιν ἀπὸ τὴν ἀνωμαλίαν ταύτην, προστιθέμεναι ὑπερβαίνουσι κάποτε τὴν πρώτην Κυριακὴν ὅπου τύχῃ ὕστερα ἀπὸ τὴν πανσέληνον τοῦ Μαρτίου, κατὰ τὴν ὁποίαν Κυριακὴν τότε ἑορτάζομεν τὰ Βαΐα καὶ κατὰ τὴν ἐρχομένην ποιοῦμεν Πάσχα. Ἀπὸ τὴν παράβασιν δὲ ταύτην τὴν ὀλίγην καμμία παρατροπὴ τῆς εὐσεβείας οὔτε ἄτοπόν τι ἢ κίνδυνος ψυχικὸς δὲν ἀκολουθεῖ. Διὰ τοῦτο καὶ ὁ θεῖος Χρυσόστομος (λόγῳ τῷ εἰς τὰ πρῶτα Πάσχα νηστεύοντας) λέγει· «χρόνων ἀκρίβειαν καὶ ἡμερῶν παρατήρησιν δὲν γνωρίζει ἡ τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησία. Ἐπειδὴ ὅσας φορὰς τρώγει τὸν ζωοποιὸν Ἄρτον τοῦτον, καὶ τὸ ποτήριον τοῦτο πίνει, καταγγέλλει τὸν θάνατον τοῦ Κυρίου, καὶ Πάσχα ἐπιτελεῖ. Ἀλλ’ ἐπειδὴ εἰς τὴν Πρώτην Σύνοδον ἐσυνάχθησαν οἱ Πατέρες καὶ διώρισαν πότε νὰ γίνεται τὸ Πάσχα, τιμῶσα ἡ Εκκλησία πανταχοῦ τὴν συμφωνίαν καὶ ἕνωσιν, ἐδέχθη τὸν διορισμὸν ὅπου ἐκεῖνοι ἔκαμαν.