Λόγος Ἐγκωμιαστικὸς εἰς τὴν Ἀνακομιδὴν ὁμοῦ καὶ κατάθεσιν τοῦ τιμίου σώματος τοῦ Ἁγίου ἐνδόξου Μεγαλομάρτυρος ΓΕΩΡΓΙΟΥ τοῦ Τροπαιοφόρου ἐν τῷ εἰς τὴν Λύδδαν Ναῷ αὐτοῦ, τοῦ Ὁσίου Πατρὸς ἡμῶν ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ τοῦ Ἁγιορείτου.

Τοῦτο εἶναι τὸ πρῶτον θαῦμα μὲ τὸ ὁποῖον ἐδόξασεν ὁ Θεὸς τὸ σῶμα τοῦ Γεωργίου. Δοξάζει τοῦτο ὁ Θεὸς καὶ μὲ δεύτερον θαῦμα. Φυσικὸς νόμος εἶναι ὅπως κάθε νεκρὸν σῶμα, ἀφοῦ βαλθῇ εἰς τὸν τάφον καὶ ἀρχίζῃ νὰ διαλύηται, νὰ ποτίζῃ τόσον τὰ κόκκαλα ὅσον καὶ τὸ χῶμα ὅπου τὸ σκεπάζει, ἀπὸ τὴν διεφθαρμένην καὶ δυσώδη ὑγρασίαν του. Ὅθεν καὶ ὅταν ἀνοιχθῇ ὁ τάφος καὶ γίνεται ἡ ἀνακομιδὴ τοῦ τοιούτου λειψάνου, ἐξέρχεται δυσώδης τις ἀποφορά, ἥτις προξενεῖ ἀηδίαν μεγάλην εἰς τὴν ὄσφρησιν τῶν ἐκεῖ παρόντων. Ἀλλὰ τὸ σῶμα τοῦ Γεωργίου καὶ τοῦτον τὸν νόμον ὑπερέβη τῆς φύσεως. Διότι ἡ ὑπερφυσικὴ καὶ εὐωδιαστικὴ Χάρις τοῦ Πνεύματος, ἡ ὁποία ἦτο ἡνωμένη μὲ αὐτό, ἢ μᾶλλον εἰπεῖν, ἥτις ἦτο συγκεκραμένη καὶ ὡσὰν νὰ εἴπῃ τις ζυμωμένη ἕως καὶ μὲ αὐτὰ τὰ κόκκαλα καὶ τοὺς μυελούς του, ἐφύλαξεν αὐτὸ ὑπὲρ πάντα τὰ στυπτικὰ καὶ ξηραντικὰ βάλσαμα τῶν νεκρῶν σωμάτων, καὶ δὲν ἀφῆκε νὰ ἐγγίσῃ κοντὰ εἰς αὐτὸ τὸ τοιοῦτον πάθος τῆς δυσωδίας. Διότι μὲ τοιοῦτον τρόπον εὐωδιάζουν καὶ γίνονται ἅγια τὰ λείψανα. Ἐπειδὴ ἄν δὲν ἑνωθῇ τις ἔτι ζῶν, καὶ συγκραθῇ, καὶ οἱονεὶ ζυμωθῇ μὲ τὴν θείαν Χάριν διὰ τῆς ἄκρας καθαρότητος καὶ ἀπαθείας, εἶναι ἀδύνατον νὰ γίνῃ ἅγιον Λείψανον.

Ὅθεν ὅταν σήμερον ᾐνοίχθη ὁ ἱερὸς τάφος τοῦ Γεωργίου, καὶ ἔγινεν ἡ ἀνακομιδὴ τοῦ ἁγίου Λειψάνου του, ἐφάνη εἰς τοὺς ἐκεῖ παρόντας ἢ ὅτι ἤνοιξεν ὁ κῆπος ἐκεῖνος περὶ τοῦ ὁποίου ἀναφέρει ὁ Σολομῶν εἰς τὸ Ἆσμα, ὁ γεμᾶτος ἀπὸ κάθε ἄνθος καὶ φυτὸν εὐωδέστατον «παράδεισος ροῶν μετὰ καρποῦ ἀκροδρύων, κύπροι μετὰ νάρδων, νάρδος καὶ κρόκος, κάλαμος καὶ κιννάμωμον, μετὰ πάντων ξύλων τοῦ Λιβάνου» (ᾎσμα δ’ 13-14)· ἢ ὅτι ἤνοιξε κανὲν ἐργαστήριον μυρεψοῦ, ἐξ ἐκείνων τὰ ὁποῖα περιέχουν ἐντὸς αὐτῶν τὰ πολύτιμα ἀρώματα τῆς Αἰθιοπίας καὶ Ἀραβίας, καὶ πάντα τὰ ἐξαίρετα πιστικὰ μύρα. Τὶ λέγω; ἢ τί συγκρίνω τὰ ἀσύγκριτα καὶ παρομοιάζω τὰ ἀπαρομοίαστα; Ἡ εὐωδία ἡ ὁποία ἐξῆλθε σήμερον ἀπὸ τὸν τάφον καὶ ἀπὸ τὸ λείψανον τοῦ Γεωργίου ἦτο οὐράνιος, ἦτο Ἀγγελική, ἦτο πνευματική, καὶ δὲν εἶχε καμμίαν σύγκρισιν ἤ ὁμοιότητα μὲ τὰς φυσικὰς ταύτας καὶ ἐπιγείους εὐωδίας. Διότι ἦτο ὑπερφυσική, ὡς ἔργον καὶ ἀποτέλεσμα τῆς θείας καὶ ὑπερφυσικῆς και παντοδυνάμου Χάριτος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.