Καὶ τὸ ἄξιον θαυμασμοῦ εἶναι ὅτι ἐδέχθη τοὺς λόγους τοῦ Πατριάρχου, καθὼς ἡ καλὴ καὶ κάρπιμος γῆ, ὅτι δὲ οὕτως ἔχει ἡ ἀλήθεια, θέλει τὸ δείξει ὁ λόγος, ὦ εὐλογημένοι Χριστιανοί. Ἐκ τῆς διδασκαλίας ταύτης τοῦ Πατριάρχου πόθος θεϊκὸς ἦλθεν εἰς τὴν καρδίαν του καὶ κατανοήσας τὸ μάταιον τοῦ κόσμου τούτου ηὔξανε τὴν προθυμίαν του. Καὶ ὅσον πόθον εἶχε πρότερον διὰ νὰ συνάξῃ πλοῦτον, ἄλλον τόσον καὶ περισσότερον εἶχεν ὕστερον νὰ τὸν διασκορπίσῃ εἰς τοὺς πτωχούς, καθὼς λέγει ὁ θεῖος Δαβίδ· «Ἐσκόρπισεν, ἔδωκε τοῖς πένησιν (τὸν πλοῦτον αὐτοῦ)· ἡ δικαιοσύνη αὐτοῦ μένει εἰς τὸν αἰῶνα» (Ψαλμ. ρια’ 9). Ἦτο δὲ ὁ πλοῦτός του ἑξακόσιαι χιλιάδες γρόσια καὶ ὅταν τὰ διεμοίρασεν ὅλα ἠθέλησε νὰ ὑπάγῃ εἰς τὸ ὄρος τοῦ Ἄθωνος νὰ προσκυνήσῃ καὶ τὰ ἐκεῖ Μοναστήρια καὶ νὰ ἴδῃ καὶ τοὺς ἐκεῖ Ἀσκητὰς διὰ νὰ ὠφεληθῇ. Ἔγινε δὲ κατὰ τὸν πόθον του.
Ἀπελθὼν λοιπὸν καὶ προσκυνήσας ὅλα τὰ ἐκεῖσε Μοναστήρια, ἀπὸ τὰ ὁποῖα μεγάλως ὠφελήθη, ὕστερον ἔμεινεν εἰς τὴν Μονὴν τοῦ Δοχειαρίου καὶ ἐνεδύθη τὸ τῶν Μοναχῶν σχῆμα, μετονομασθεὶς ἀπὸ Ἰωάννης Ἰάκωβος. Τότε λοιπὸν ἐδόθη εἰς ἄκραν ἄσκησιν ὁ μακάριος καὶ οὔτε τυρὸν ἤσθιε, οὔτε ὀψάρια, οὔτε ἔλαιον. Ἀλλ’ ὀλίγον μόνον ἄρτον ἔτρωγε καὶ ἄλλοτε ὄσπρια βρεκτά· καὶ ἔμεινεν εἰς αὐτὸ τὸ Μοναστήριον χρόνους τρεῖς οὕτως ἀγωνιζόμενος ἐν πολλῇ ὑπακοῇ καὶ ταπεινώσει, καὶ πᾶν εἶδος ἀρετῆς μετερχόμενος, διὸ καὶ ἐθαυμάζετο ἀπὸ ὅλους τοὺς ἐκεῖ Πατέρας! Ἀφοῦ δὲ παρῆλθον τὰ τρία ἔτη ἐκεῖ, καθὼς εἴπομεν, τοῦ ἦλθε πόθος ἡσυχίας, καὶ παρακαλέσας τὸν Ἡγούμενον κατὰ πολλὰ καὶ ὅλους τοὺς ἀδελφοὺς νὰ τοῦ δώσουν ἄδειαν διὰ νὰ ἡσυχάσῃ, δὲν τὸ ἔστερξαν, διότι δὲν ἤθελον νὰ τὸν στερηθῶσι, ἐπειδὴ ὅλοι τὸν ἠγάπων διὰ τὴν ἀρετήν του καὶ τὴν ταπείνωσίν του. Ἂν δὲ καὶ κατὰ πολὺ τὸν ἠμπόδιζον, δὲν ἠδυνήθησαν ὅμως νὰ τὸν κρατήσουν, διότι ὡς φαίνεται ὑπὸ Θεοῦ ἐκινεῖτο.
Ἐξελθὼν λοιπὸν ἀπὸ τὸ Μοναστήριον, ἐπεριπάτησεν ὅλην τὴν ἔρημον τοῦ Ἁγίου Ὄρους, ζητῶν νὰ εὕρῃ τόπον ἐπιτήδειον διὰ νὰ ἡσυχάσῃ καὶ ὁ Θεὸς βέβαια τὸν ἐβοήθει. Διὰ τοῦτο καὶ εὗρεν ἓν μικρὸν Μονύδριον πεπαλαιωμένον καὶ κρημνισμένον ἀπὸ τὰ θεμέλια, τὸ ὁποῖον εἶναι ἄνωθεν τῆς Ἱερᾶς Μονῆς τῶν Ἰβήρων, διὰ τὸ ὁποῖον ηὐχαρίστησε τὸν Θεόν.