Ἔγραψε λοιπὸν ὁ Ἅγιος, ὅτι ὁ Μοναχὸς πρέπει νὰ εἶναι ὑπομονητικὸς εἰς τοὺς πειρασμούς, εἴτε ἀπὸ ἀνθρώπους ἔλθουν, εἴτε πὸ δαίμονας· νὰ ἔχῃ τελείαν ἀκτημοσύνην· νὰ μὴ ἐξέρχεται συχνὰ ἀπὸ τὴν κατοικίαν του, διότι, καθὼς τὸ ὀψάριον, ὅταν ἐξέλθῃ ἀπὸ τὴν θάλασσαν καὶ μείνῃ ἔξω ὥραν πολλήν, ἀποθνῄσκει, ὁμοίως καὶ ὁ Μοναχός, ὅταν φύγῃ ἀπὸ τὴν κατοικίαν του καὶ ἀργήσῃ νὰ ἐπιστρέψῃ εἰς αὐτήν, ζημιώνεται καὶ βλάπτεται πολὺ εἰς τὴν ψυχήν του. Πρὸ πάντων δὲ πρέπει νὰ εἶναι εὐσεβὴς καὶ Ὀρθόδοξος εἰς ὅλα τὰ δόγματα τῆς Ἐκκλησίας· νὰ εἶναι ἐγκρατής, ὄχι μόνον εἰς τὴν τροφήν, ἀλλὰ καὶ εἰς τὰ πάθη, τὸ ὁποῖον εἶναι τὸ ἀναγκαιότερον· δηλαδή, νὰ κρατῇ τοὺς ὀφθαλμούς του νὰ μὴ βλέπῃ πρόσωπα εὐειδῆ· νὰ φυλάττῃ τὴν γλῶσσάν του· νὰ μὴ λέγῃ ψυχοβλαβεῖς λόγους· νὰ διώκῃ, τοὺς ρυπαροὺς καὶ αἰσχροὺς καὶ πονηροὺς λογισμοὺς τῆς βλασφημίας, τῆς ὑπερηφανείας καὶ τῆς ἀσελγείας, διότι ἀπὸ αὐτοὺς κινδυνεύουσι πολὺ οἱ ἐνάρετοι. Πρέπει δέ, ὅταν ἔλθῃ κανεὶς ἀπὸ τούτους τοὺς λογισμοὺς εἰς τὸν ἄνθρωπον, νὰ μὴ τὸν ἀφήσῃ νὰ μένη ὥραν πολλὴν εἰς τὸν νοῦν του, ἀλλὰ νὰ μεταβαίνῃ ταχέως εἰς τὴν προσευχήν, παρακαλῶν τὸν Κύριον μὲ θερμὰ δάκρυα νὰ ἐξαφανίσῃ τὸν πειράζοντα. Ἐὰν δὲ δεχθῇ τὸν κατὸν λογισμὸν καὶ εὐχαριστεῖται μὲ αὐτὸν ἡ διάνοιά του, εἶναι σχεδὸν ὡς νὰ ἔκαμε καὶ τὴν πρᾶξιν.
Διὰ δὲ τὸν κανόνα τῶν μετανοιῶν ὁ Ὅσιος δὲν ἐπέβαλε τὴν αὐτὴν εἰς ὅλους ποσότητα, ἀλλ’ ἔγραφε· «Ἐπειδὴ ὅλοι οἱ ἄνθρωποι δὲν ἔχουν ἴσην τὴν δύναμιν, ἂς κάμνουν οἱ νέοι καὶ δυνατοὶ τρεῖς χιλιάδας τὴν ἡμέραν καὶ ἄλλας τρεῖς τὴν νύκτα· οἱ δὲ ἀδυνατώτεροι ὀλιγωτέρας, καθ’ εἷς κατὰ τὴν δύναμίν του καὶ τὴν ἀγαθήν του προαίρεσιν. Μόνον ἂς προσέχῃ ἀκριβῶς ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος προσεύχεται, ἢ πολλὰς μετανοίας κάμνει ἢ ὀλίγας, νὰ τὰς κάμνῃ μὲ εὐλάβειαν καὶ κατάνυξιν καὶ νὰ μὴ ἀφήνῃ τὸν λογισμόν του τὴν ὥραν ἐκείνην νὰ στρέφεται εἰς βιοτικὰ πράγματα, οὔτε εἰς πάθη τοῦ σώματος, διότι ὅσας μετανοίας καὶ ἂν κάμνῃ, οὕτω δὲν ὠφελεῖται. Ὅταν ὁ προσευχόμενος, ἵσταται μὲ φόβον πολύν, δὲν ἔρχονται οὗτοι οἱ λογισμοί. Ἐὰν δὲ προσεύχεται καθὼς πρέπει, ἔχει μισθὸν περισσότερον, ἔστω καὶ ἂν κάμνῃ μετανοίας μίαν μόνην ὥραν καὶ ὄχι ἓξ ὥρας χωρὶς φυλακὴν τοῦ νοός. Ἐὰν δὲ τύχῃ νὰ σκανδαλισθῇ τις μὲ τὸν ἀδελφόν του, νὰ κάμνῃ διαλλαγὴν προτοῦ νὰ βασιλεύσῃ ὁ ἥλιος καὶ ἐὰν ἁμαρτήσῃ, νὰ ἐξομολογῆται τὸ συντομώτερον τὴν ἁμαρτίαν του εἰς τὸν Πνευματικόν, ἵνα λάβῃ συγχώρησιν».