Ἐπληροφορήθη δὲ τότε, ὅτι οὕτως ἔχει, καθὼς εἶπεν ὁ φανεὶς Ἅγιος. Ὅθεν ἐδόξαζεν ἀπὸ βάθους ψυχῆς τὸν Θεὸν καὶ τὸν καλλιμάρτυρα θεῖον Μᾶρκον, τὸν εὐεργετήσαντα ταύτην διττῶς, ἤτοι διὰ τῆς θεραπείας τῆς αἱμορραγίας καὶ διὰ τῆς χάριτος τῆς συλλήψεως. Ὑπεσχέθη λοιπόν, ὅτι, ἐὰν γεννήσῃ τέκνον ἄρρεν, θὰ τὸ ὀνομάσῃ Μᾶρκον, εἰς δόξαν τοῦ θείου εὐεργέτου της.
Αὕτη δὲ ἡ μεμαρτυρημένη ἰατρεία περιέχει καὶ μεμαρτυρημένην τινα ἀστειότητα. Ἐπειδή, ὅταν ἡ γυνὴ ἐπεκαλέσθη τὸν Μάρτυρα, ἵνα ἐλεήσῃ ταύτην, ἐκείνη ἔταξε νὰ προσφέρῃ εἰς τὸν Ἅγιον δέκα γρόσια. Ὅταν λοιπὸν ὁ θεῖος Μᾶρκος ἐνεφανίσθη καὶ εἶπεν ὅτι θέλει τεκνοποιήσει, τῆς ἐζήτησε καὶ ἐκεῖνο τὸ ὁποῖον ἔταξε. «Σύ, εἶπεν ὁ Ἅγιος, εἶσαι ἔγκυος. Μὴ λυπηθῇς λοιπὸν νὰ μοὶ δώσῃς ἐκεῖνο τὸ ὁποῖον μοὶ ἔταξες». Ὡς νὰ ἐλέγομεν τὸν κόπον τῆς θεραπείας αὐτοῦ. Ἀλλ’ οὔτε ὁ Θεός, οὔτε οἱ Ἅγιοι ζητοῦσιν, οὐδὲ ἀναγκάζουσι κανένα νὰ προσφέρῃ τίποτε. Ὅταν ὅμως ἀφ’ ἑαυτοῦ τάξῃ τίς τι, ζητοῦσι τοῦτο ἀπαραιτήτως καὶ πρέπει νὰ πληρώνεται ὡς νόμιμον. «Εὔξασθε καὶ ἀπόδοτε». Καὶ ἀλλαχοῦ. «Ἀποδώσω τῷ Κυρίῳ τὰς εὐχάς μου». Ὅθεν ὁ ἅγιος Μάρτυς ἐζήτησε τὸ τάξιμον πρὸς βεβαίωσιν τοῦ θαύματος.
Ἀναρίθμητα εἶναι, ἀδελφοί, τὰ διὰ τῆς μαρτυρικῆς χάριτος τοῦ καλλινίκου Μάρτυρος τελούμενα θαυμάσια. Μεταξὺ δὲ τούτων καὶ τὸ ἑξῆς. Εἰς τὸ καρτέρι τῆς πόλεως, τὸ λεγόμενον Ἐγκρεμνός, εἰς τὴν ἐνορίαν Θερμουγιώτισσα, κατοικεῖ μία πτωχὴ γυνή. Αὕτη εἶχε παιδίον μικρὸν ἄρρεν ἡλικίας δύο χρόνων, τὸ ὁποῖον συνέβη νὰ πέσῃ κάτω ἀπὸ τὸν σοφᾶν. Ἔπεσε δὲ, ὑπτίως ἐπὶ ἑνὸς πηλίνου ἀγγείου καὶ ὡς τρυφερὸν ἐκόπη εἰς τὴν μέσην καὶ οὕτω εἰς τὸ ἑξῆς οὐδὲ κἄν νὰ ἐγερθῇ ἠδύνατο. Καὶ ἐκεῖνο τὸ ὁποῖον ἕως τότε περιεπάτει καὶ ἔτρεχε γελῶν καὶ χαῖρον ἔμενε κατάκειτον, μὲ πόνους καὶ δάκρυα αὐτοῦ καὶ τῶν γονέων του. Ὅταν δὲ ἤθελεν ἡ μήτηρ του νὰ ἐγείρῃ τοῦτο, ἐφώναζε κλαῖον καὶ μεγάλην λύπην ἐπροξένει εἰς τοὺς ὁρῶντας καὶ ἀκούοντας. Εἰς τοιαύτην ἐλεεινὴν κατάστασιν παρέμεινεν ἐπὶ δύο χρόνους καὶ ἐγένετο τεσσάρων ἐτῶν, ἀλλὰ τελείως ἄχρηστον καὶ πανάθλιον.
Ἡ δυστυχὴς λοιπὸν μήτηρ αὐτοῦ, ἀκούσασα τὰ θαύματα καὶ τὰς εὐεργεσίας, τὰς ὁποίας εἰς ὅλους προσφέρει ὁ θεῖος Μᾶρκος, παρεκάλεσε καὶ τῆς ἔφερον ὀλίγον αἷμα, τὸ ὁποῖον, ἀφοῦ ἔρριψεν ἐντὸς ὕδατος, διὰ μέρους τούτου ἐπότισε τὸ παιδίον, διὰ τοῦ ἄλλου ἤλειψε τὸ σῶμα καὶ μάλιστα τὰ νῶτά του, ἐπικαλουμένη θερμῶς τὴν ταχεῖαν ἀντίληψιν τοῦ ἁγίου Νεομάρτυρος Μάρκου, ὑποσχομένη νὰ νηστεύῃ, τὸ παιδίον δέκα ἡμέρας κάθε χρόνον, πρὸ τῆς μνήμης του, διότι, ἐπειδὴ ἦτο πτωχή, δὲν ἠδύνατο νὰ τάξῃ χρήματα.