Λέγει λοιπὸν εἰς αὐτούς ὁ ἰδικός σας βασιλεὺς σᾶς ἔστειλεν ὡς φίλους μας καὶ ὁμόφρονας· διὰ τοῦτο μάλιστα πρέπει νὰ συνεορτάσετε καὶ σεῖς μὲ ἡμᾶς, ἵνα ἀμφότεροι λατρεύοντες καὶ συνδοξάζοντες τὰ ἴδια, ἀναπτύξωμεν μεταξὺ ἡμῶν ἐμπιστοσύνην καὶ φιλίαν, δι’ αὐτοῦ δὲ τοῦ τρόπου βεβαιωθῇ καὶ ἡ συνδιαλλαγή μας καὶ τὰ πραττόμενα διὰ τὴν εἰρήνην, συνδέοντες ταῦτα μὲ τὴν αὐτὴν λατρείαν καὶ τὸ ὁμόπιστον. Ἐὰν δὲ σεῖς δοξάζετε καὶ πιστεύετε ἄλλα, γινώσκετε ὅτι ὄχι ὡς πρέσβεις καὶ εἰρηνοποιοὶ ἤλθετε, ἀλλ’ ὡς ἐχθροὶ τὰ ἐναντία φρονοῦντες. Ἐπειδή, ἂν δὲν εἶσθε ἐχθροί, ἔπρεπε νὰ εὐλαβηθῆτε τὴν λατρείαν μας, καθότι καὶ οἱ Πέρσαι τιμῶσι μὲ ἡμᾶς καὶ τὸν ἥλιον καὶ τὴν σελήνην καὶ ὅλους τοὺς ἀστέρας, ἔτι δὲ καὶ τὴν λαμπρὰν τοῦ πυρὸς δύναμιν, διὰ νὰ μὴ λέγω τοὺς ἄλλους θεοὺς ὁποῦ παλαιόθεν σέβονται ἀπὸ τοὺς ὁποίους ἔχομεν τὰ εὐτυχίας, καὶ ἀπὸ αὐτοὺς κρέμαται ἡ τοῦ παντὸς πρόνοια.
Ταῦτα ἀκούσαντες οἱ Ἅγιοι ἀπὸ τὸν βασιλέα μὲ γνῶσιν καὶ ἀνδρείαν ἀπεκρίθησαν· ἡμεῖς, ὦ βασιλεῦ, Χριστιανοὶ ἐξ ἀρχῆς καὶ εἴμεθα καὶ ὀνομαζόμεθα, εἰς τοῦτο δε το πολύτιμόν μας καὶ πρᾶγμα καὶ ὄνομα μᾶς ὡδήγησεν ὁ παιδαγωγός μας, ἀνὴρ σοφώτατος εἰς τὰ θεῖα καὶ ἀμίμητος εἰς τὴν ἀρετήν, κεκοσμημένος διὰ τῆς ἱερωσύνης, ὅστις ἔδειξεν εἰς ἡμᾶς καὶ ὑπερβολικὴν εὔνοιαν, καθὼς καὶ τὸ ὄνομα αὐτοῦ Εὐνοϊκὸς ὀνομάζεται. Τοιοῦτον λοιπὸν καὶ ἡμεῖς διδάσκαλον καὶ ὁδηγόν μας ἔχοντες, γνωρίζοντες δὲ μάλιστα ὅτι καὶ ἡ μήτηρ μας παρ’ αὐτοῦ ἐδιδάχθη τὴν εὐσέβειαν, μὲ κανένα τρόπον δὲν θέλομεν ἀρνηθῆ καὶ καταφρονήσει τὰ τίμια ἐκείνου καὶ ἀξιολογώτατα διδάγματα, ἢ τέλος πάντων νὰ προσηλωθῶμεν εἰς τὰ ἰδικά σας δόγματα τὰ ἔχοντα τὴν ἀπάτην καὶ βδελυγμίαν ἄπειρον. Τί δὲ ἄλλο ἀνοητότερον ἠθέλαμεν πράξει, ἂν ἀφήνοντες τὸν Ποιητὴν τοῦ παντὸς ἀποδώσωμεν θεϊκὸν σέβας εἰς τοὺς δαίμονας; Τὸ δὲ ὅτι προβάλλεις εἰς ἡμᾶς, ὅτι οἱ παλαιοὶ ἡμῶν πρόγονοι ἔμειναν εἰς τὴν πλάνην των, διὰ νὰ μὴ λέγωμεν ὅτι καὶ αὐτὸς ὁ ἴδιος ἡμῶν πατὴρ σφαλερῶς αὐτὴν ἐπροτίμησε, καὶ μὲ αὐτὰ πάσχεις νὰ μᾶς καταπείσῃς, γνώρισε ὅτι ποτὲ δὲν θέλομεν ἀρνηθῆ τὴν πίστιν μας, τὴν ὁποίαν ἐνώπιον Θεοῦ καὶ Ἀγγέλων ὡμολογήσαμεν. Τοῦτο καὶ πολλοὶ Πέρσαι ἐγνώρισαν, ὅμως δὲν ἠμπόρεσαν νὰ μᾶς μεταστρέψουν ἀπὸ τὴν γνώμην μας. Ἂν δὲ ἡμεῖς ἐσφάλαμεν εἰς ἐκεῖνα διὰ τὰ ὁποῖα ἤλθομεν καὶ ἐφάνημεν ἄπιστοι καὶ πολέμιοι, τότε θὰ εἶχες δικαιολογίαν νὰ μᾶς ἀνακρίνῃς, ἀλλὰ σὺ ἀφήνων τὰς ὑποθέσεις διὰ τὰς ὁποίας ἐστάλημεν, κάθησαι καὶ μᾶς ἐξετάζεις ποῖος εἶναι ὁ λατρευτὴς καὶ φίλος τῶν θεῶν σου, καὶ ποῖος ὁ τούτων καταφρονητὴς καὶ ἀδιάφορος.