Λόγος εἰς τὰ Ἅγια ΘΕΟΦΑΝΕΙΑ Τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ καὶ Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ.

Διὰ τοῦτο, εὐλογημένοι Χριστιανοί, ὅσοι, ἐβαπτίσθημεν εἰς Πατέρα, Υἱὸν καὶ Ἅγιον Πνεῦμα, τὴν Μίαν Ἁγίαν καὶ σεβάσμιον Τριάδα, ἂς μὴ μολυνθῶμεν μὲ πράξεις καὶ ἔργα δαιμονικά. Ὅσα ὑπεσχέθημεν εἰς τὸ Ἅγιον Βάπτισμα, ἄς σπουδάσωμεν νὰ τὰ ἐκτελέσωμεν, ὅτι ὑπεσχέθημεν νὰ ὑπακούωμεν εἰς τοὺς λόγους τοῦ Εὐαγγελίου. Τὰς παραγγελίας τοῦ Χριστοῦ νὰ κάμνωμεν, τὰς ἐντολάς του νὰ τηρῶμεν, τὴν σωτηρίαν μας νὰ φροντίζωμεν, τὴν Βασιλείαν τῶν οὐρανῶν νὰ ζητῶμεν, τὸν δαίμονα νὰ μισῶμεν καὶ νὰ ἀποστρεφώμεθα τὰ ἔργα αὐτοῦ, πορνείαν νὰ μὴ κάμνωμεν, νὰ μὴ φονεύωμεν, νὰ μὴ ἁρπάζωμεν, νὰ μὴ πλεονεκτῶμεν, νὰ μὴ ἐχθρευώμεθα ἀλλήλους, νὰ μὴ καταδίδωμεν ὁ ἓνας τὸν ἄλλον, νὰ μὴ εἴμεθα ἀνελεήμονες, νὰ μὴ εἴμεθα ἄσπλαγχνοι, νὰ μὴ ὀργιζώμεθα, νὰ μὴ ὑπερηφανευώμεθα, νὰ μὴ κενοδοξῶμεν, νὰ μὴ πράττωμεν κανένα ἔργον τοῦ διαβόλου, ἀλλὰ τοῦ Χριστοῦ τὰ ἔργα νὰ μελετῶμεν καὶ νὰ κάμνωμεν. Νὰ ἔχωμεν παρθενίαν, φιλοξενίαν, ἀγάπην εἰς πάντας, πίστιν εἰς τὸν Χριστόν, ἐλπίδα εἰς τὸν Θεόν, ἐλεημοσύνην εἰς τοὺς πτωχούς, ἀγαθωσύνην εἰς τοὺς ἐχθρούς μας τοὺς σωματικούς, ὑπομονὴν εἰς τοὺς πειρασμοὺς τοῦ σώματος, ὑποταγὴν εἰς τοὺς μεγαλυτέρους μας, ὑπακοὴν εἰς τὰ βιβλία τῆς Ἐκκλησίας μας, ἐγκράτειαν τῶν παθῶν, ἀποχὴν τῶν κακῶν καὶ ἀποφυγὴν τῶν ἁμαρτιῶν.

Αὐτὰ ὅλα καὶ περισσότερα ἀγαθὰ ὑπεσχέθημεν, εὐλογημένοι Χριστιανοί, νὰ κάμνωμεν. Διὰ τοῦτο αὐτὰ, ἂς φυλάξωμεν, αὐτὰ ἂς κατορθώσωμεν· μὴ φανῶμεν ἀχάριστοι και ἀγνώμονες, ἂς τιμήσωμεν τὸν Χριστόν, ἂς δοξάσωμεν τὴν Δεσποτικὴν ἑορτὴν καὶ ἁγίαν ταύτην ἡμέραν ὄχι μὲ θυσίας ἑλληνικὰς ἢ μὲ ἀπρεπεῖς καὶ ἀτάκτους χορούς, ἢ μὲ πολυποσίας καὶ πολυφαγίας· διότι αὐτὰ ζητοῦσι τὰ ἔθνη, καθὼς τὸ λέγει καὶ ὁ μέγας Παῦλος ὁ Ἀπόστολος· «Ταῦτα γὰρ πάντα τὰ ἔθνη ἐπιζητεῖ». Μὴ νομίζωμεν, ὅτι μὲ τοιαῦτα ἔργα εὐαρεστεῖται ὁ Θεός, ἀλλὰ ἐὰν νηστεύσωμεν διὰ τὸν γευσάμενον ὄξος καὶ χολήν, τότε εὐχαριστεῖται ὁ Θεός· ἐὰν ὑβρισθῶμεν διὰ τὴν ἀγάπην τοῦ Χριστοῦ τοῦ ὑβρισθέντος δι’ ἡμᾶς, τότε ἔχομεν χάριν ἐκ Θεοῦ· ἐὰν ὀνειδισθῶμεν, ἐὰν διωχθῶμεν, ἐὰν πειρασθῶμεν, ἐὰν φυλακισθῶμεν, ἐὰν ἐξορισθῶμεν, ἐὰν κάθε ἄλλο κακὸν πάθωμεν διὰ τὴν ἀγάπην τοῦ Χριστοῦ, τότε ἂς χαιρώμεθα, ἂς εὐφραινώμεθα, ὃτι πολὺν μισθὸν ἔχομεν εἰς τὴν Βασιλείαν τῶν Οὐρανῶν, καθὼς λέγει καὶ τὸ κατὰ Ματθαῖον ἅγιον Εὐαγγέλιον· «Χαίρετε καὶ ἀγαλλιᾶσθε, ὃτι ὁ μισθὸς ὑμῶν πολὺς ἐν τοῖς οὐρανοῖς».


Ὑποσημειώσεις

[1] Ἡ δὲ δύναμις ἐκείνων, οἵτινες κατέπεσον εἰς τὰ καταχθόνια, συνετρίβη μὲ τὴν κάθοδον τοῦ Κυρίου εἰς τὸν Ἅδην μετὰ τὴν σταύρωσιν, ἀφ’ ὅτου ἀναστὰς συνεξανέστησε καὶ ἅπαν τὸ γένος τῶν ἀνθρώπων.