Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ μνήμη τοῦ ἐν Ἁγίοις πατρὸς ἡμῶν ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ Ἀρχιεπισκόπου Καισαρείας Καππαδοκίας τοῦ Μεγάλου.

 Κύριος ὡς εἶναι γεγραμμέναι εἰς τὴν λειτουργίαν τοῦ Ἀδελφοθέου Ἰακώβου, ἀλλὰ συνέτεμνε ταύτας κατὰ τὸν τρόπον μὲ τὸν ὁποῖον συνέθεσε ταύτας κατόπιν ὁ Ἅγιος Βασίλειος. Ταύτην τὴν ὀπτασίαν ἰδὼν ὁ Ἅγιος καὶ εὐχαριστήσας τὸν Θεὸν τὸν ἐπακούσαντα τὴν δέησιν αὐτοῦ, συνέγραψε τὴν θείαν Λειτουργίαν συντομωτέραν, ὅμως εὑρίσκεται σήμερον. Μὲ τοιοῦτον τρόπον ἐγένετο ἡ ἀποκάλυψις, τῆς θείας Λειτουργίας εἰς τὸν Ἅγιον Βασίλειον [4].

Γυνή τις χήρα, ἀδικουμένη εἰς χρήματα παρὰ τοῦ ἄρχοντος τῆς Καισαρείας, προσῆλθεν εἰς τὸν Ἅγιον δεομένη καὶ ἱκετεύουσα αὐτὸν νὰ γράψῃ ἐπιστολὴν εἰς ἐκεῖνον, νὰ μὴ τὴν πειράζῃ· ἔγραψεν ὅθεν ὁ Ἅγιος ταῦτα. Ἡ γυνὴ αὕτη, ἥτις σοῦ φέρει τὸ γράμμα μου, πιστεύουσα ὅτι μὲ ἀγαπᾷς καὶ δέχεσαι τὸν λόγον μου, μὲ παρεκάλεσε νὰ σοῦ γράψω νὰ μὴ τὴν πειράζῃς· ἐὰν λοιπὸν τοῦτο εἶναι ἀληθές, δεῖξέ το μὲ τὸ ἔργον». Ταῦτα γράψας ὁ Ἅγιος, ἔδωκε τὸ γράμμα εἰς τὴν γυναῖκα ἐκείνην, ἥτις ἀπελθοῦσα ἐπέδωκε τοῦτο πρὸς τὸν ἄρχοντα· ὁ δὲ ἄρχων, ἀναγνώσας, ἀπήντησε πρὸς τὸν Ἅγιον. «Διὰ τὴν ἀγάπην σου, Πάτερ, ἠθέλησα νὰ τὴν συμπαθήσω, ἀλλὰ δὲν ἠδυνήθην, διότι χρεωστεῖ αὐθεντικὰ χρήματα». Ἀντέγραψεν εἰς αὐτὸν πάλιν ὁ Ἅγιος· «Εἰ μέν, ὡς λέγεις, ἠθέλησες νὰ τὴν συμπαθήσῃς καὶ δὲν ἠδυνήθης, καλῶς ἔχει τὸ πρᾶγμα· ἐὰν δὲ ἠδυνήθης καὶ δὲν ἠθέλησες, νὰ φέρῃ καὶ σὲ ὁ Θεὸς εἰς τὴν τάξιν τῶν δεομένων, ἵνα, ὅταν λάβῃς τὴν ἀνάγκην νὰ σὲ συμπαθήσουν, μὴ δυνηθῇς». Ταῦτα ἔγραψεν ὁ Ἅγιος· καὶ πράγματι οἱ λόγοι ἐκεῖνοι ἦσαν προφητεία τῶν μετὰ ταῦτα συμβάντων, διότι δὲν παρῆλθον πολλαὶ ἡμέραι καὶ τοσοῦτον ὠργίσθη ὁ βασιλεὺς ἐναντίον τοῦ ἄρχοντος αὐτοῦ, ὣστε τὸν συνέλαβον οἱ ἀπεσταλμένοι του καὶ τὸν ὡδήγουν σιδηροδέσμιον ἀπὸ πόλεως εἰς πόλιν καὶ ἀπὸ χώρας εἰς χώραν, διὰ νὰ πληρώνῃ τὰς ἀδικίας ὅπου εἶχε κάμει. Τότε ἰδὼν ὁ δυστυχὴς ὅτι ἐπηλήθευσεν ἡ πρόρρησις τοῦ Ἁγίου, τὸν παρεκάλεσε νὰ κάμῃ δέησιν πρὸς τὸν Θεὸν νὰ τὸν λυπηθῇ ὁ βασιλεύς. Ὁ Ἅγιος τότε, ὡς συμπαθὴς καὶ χριστομίμητος, δι’ εὐχῆς μόνης ἡμέρωσε τὴν καρδίαν τοῦ βασιλέως· καὶ μετὰ ἓξ ἡμέρας, ἀφ’ ὅτου παρεκάλεσεν ἐκεῖνος τὸν Ἅγιον, ἦλθον γράμματα βασιλικά, ἐλευθεροῦντα αὐτὸν ἀπὸ τῆς καταδίκης. Τοῦτο παθὼν καὶ ἰδὼν ὁ ἂρχων ἐκεῖνος καὶ γνωρίσας πόθεν τοῦ ἦλθεν ἡ τόση καλωσύνη, εἰς μὲν τὴν γυναῖκα ἔδωκε διπλάσια ὅσων τὴν ἠδίκησε, τὸν δὲ Ἅγιον ηὐχαρίστησεν ἕνεκα τῆς δεήσεως.


Ὑποσημειώσεις

[1] Περὶ τοῦ ἐν Ἁγίοις Πατρὸς ἡμῶν Γρηγορίου Νύσσης βλέπε ἐν τῷ ἀνὰ χεῖρας τόμῳ Ἰανουαρίου Ιʹ (10).

[2] Τῆς Ὁσίας Μακρίνης τὸν κατὰ πλάτος θαυμάσιον Βίον συγγεγραμμένον ἀπὸ τὸν ἀδελφὸν αὐτῆς Ἅγιον Γρηγόριον Νύσσης βλέπε εἰς τὴν 19ην Ἰουλίου τοῦ ἡμετέρου «Μεγάλου Συναξαριστοῦ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας», Τόμος Ζʹ. Ἐκεῖ βλέπε καὶ περὶ τῶν ἄλλων ἀδελφῶν τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, τοῦ Ναυκρατίου δηλαδὴ καὶ τοῦ Πέτρου.

[3] Ἡ θεία Λειτουργία τοῦ Μεγάλου Βασιλείου τελεῖται κατὰ τὰς πέντε πρώτας Κυριακὰς τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, τὴν Ἁγίαν καὶ Μεγάλην Πέμπτην, τὸ Μέγα Σάββατον, τὴν παραμονὴν τῆς τοῦ Χριστοῦ Γεννήσεως, τὴν παραμονὴν τῶν Φώτων καὶ τὴν ἡμέραν τῆς ἑορτῆς τοῦ Μεγάλου Βασιλείου.

[4] Ὁ Μέγας Βασίλειος κατέλιπεν ἡμῖν πολλὰ καὶ σπουδαιότατα συγγράμματα, τὰ ὁποῖα ἀποτελοῦν πολυτιμοτάτην καὶ πλουσιωτάτην πηγὴν δι’ ἐκεῖνον, ποὺ ἐπιθυμεῖ νὰ κατανοήσῃ τὴν οὐσίαν τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ νὰ ἐνσαρκώσῃ τὸν ἰδανικὸν τύπον τοῦ καλοῦ Χριστιανοῦ. Τὰ ἔργα τοῦ Μεγάλου τούτου Πατρὸς τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καὶ Οἰκουμενικοῦ Διδασκάλου δυνάμεθα νὰ τὰ κατατάξωμεν εἰς δέκα γενικὰς κατηγορίας. Ἤτοι: Αʹ Λειτουργικά. Βʹ Δογματικά. Γʹ Ἑρμηνευτικὰ εἰς τὴν Ἁγίαν Γραφήν. Δʹ Λόγοι εἰς διαφόρους ἑορτὰς Ἁγίων Μαρτύρων. Εʹ Παιδαγωγικά. Ϛʹ Ἠθικαὶ πρακτικαὶ ὁμιλίαι. Ζʹ Ἀσκητικά. (Πρόκειται, κυρίως περὶ συλλογῆς συγγραμμάτων, ἀναφερομένων εἰς τὸ περιεχόμενον καὶ τὴν ὀργάνωσιν τοῦ Μοναχικοῦ βίου. Εἰς τὴν συλλογὴν ὅμως αὐτήν, κατ’ ἐπέκτασιν, ἐξετάζονται καὶ ζητήματα, σχετιζόμενα μὲ τὴν ἐφαρμογὴν εἰς τὸν βίον τῆς κατὰ Χριστὸν Ἠθικῆς). Ὁ Μ. Βασίλειος διὰ τῶν δύο συγγραμμάτων, («Ὅροι κατὰ πλάτος» καὶ «Ὅροι κατ’ ἐπιτομὴν») ἀφ’ ἑνὸς μὲν ἐξαίρει τὴν ὑπεροχὴν τοῦ Κοινοβιακοῦ συστήματος τοῦ Μοναχικοῦ βίου, ἀφ’ ἑτέρου δὲ διατυπώνει τὰς βασικὰς ἀρχὰς ὀργανώσεως τῶν Κοινοβίων. Θὰ ἠδύνατο κανεὶς νὰ εἴπῃ ὅτι ὁ Μ. Βασίλειος εἶναι ὁ κατ’ ἐξοχὴν θεμελιωτὴς τοῦ Κοινοβιακοῦ συστήματος, δι’ αὐτὸ καὶ θεωρεῖται ὁ μεγάλος θεωρητικὸς καὶ πρακτικὸς Πατὴρ τοῦ Κοινοβιακοῦ πολιτεύματος. Βαθυτάτη δὲ πρέπει νὰ εἶναι ἡ εὐγνωμοσύνη τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καὶ τοῦ Ὀρθοδόξου Μοναχισμοῦ πρὸς τὸν Μ. Βασίλειον διὰ τὴν ὀργάνωσιν αὐτήν. Ηʹ Ἐπιστολαί. Ὁ Μέγας Βασίλειος συνέγραψε, ὡσαύτως, περὶ τὰς 366 ἐπιστολὰς πρὸς διαφόρους καὶ ἐπὶ διαφόρων ζητημάτων. Αἱ ἐπιστολαὶ αὗται ἀποκαλύπτουν «τὴν λεπτότητα τοῦ πνεύματος, τὴν ἔξοχον πολυμάθειαν καὶ τὴν καταπλήσσουσαν πολυμέρειαν τοῦ ἀνδρὸς» καὶ διακρίνονται «οὐ μόνον ἀπὸ ἀπόψεως περιεχομένου, ἀλλὰ καὶ διὰ τὴν χάριν καὶ τελειότητα τοῦ ὕφους» (Πατρολογία Δ. Μπαλάνου σελ. 301). Θʹ Οἱ Κανόνες τοῦ Μ. Βασιλείου. Ἡ Ἁγία Ἕκτη Οἰκουμενικὴ Σύνοδος περιέβαλε μὲ Οἰκουμενικὸν κῦρος καὶ ὡρισμένας διατάξεις τοῦ Μ. Βασιλείου, περιεχομένας εἰς τὰς ἐπιστολάς του κυρίως καὶ ἀναφερομένας εἰς τὸν καταλογισμὸν διαφόρων ἁμαρτημάτων, ὡς καὶ εἰς τὰ ἐπιβαλλόμενα ἐπιτίμια εἰς τοὺς διαπράξαντας αὐτά. Αἱ διατάξεις αὐταὶ ἀποτελοῦν τοὺς 92 Κανόνας τοῦ Μ. Βασιλείου, ποὺ περιλαμβάνονται εἰς τὸ Ἱερὸν Πηδάλιον. Καὶ Ιʹ Φιλοκαλία. Ὁ Μ. Βασίλειος, ὅταν ἐμόναζεν εἰς τὸν Πόντον, μαζὶ μὲ τὸν Θεολόγον Γρηγόριον, ἀνθολόγησαν ὡρισμένας σκέψεις ἀπὸ τὰ ἔργα τοῦ Ὠριγένους (τοῦ ὁποίου τὰ συγγράμματα δὲν εἶχον ἀκόμη καταδικασθῆ ὑπὸ τῆς Ἐκκλησίας) καὶ συνέγραψαν τὴν Φιλοκαλίαν.

[5] Βλέπε περὶ τούτου εἰς τὸν Βίον τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου ἑορταζομένου κατὰ τὴν 25ην τοῦ παρόντος Ἰανουαρίου.

[6] Εἰς τὸν Ἅγιον Βασίλειον 24 Οἴκους ἐποίησεν ὁ Ὑμνογράφος τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας πατὴρ Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης.