Βλέπων τὴν σοφίαν τοῦ Ἰωάννου ὁ ἀρχηγὸς τῶν Σαρακηνῶν ἔδωκεν εἰς αὐτὸν τὸ ἀξίωμα, τὸ ὁποῖον εἶχεν ὁ πατὴρ αὐτοῦ καὶ τὸν κατέστησε πρωτοσύμβουλόν του, ὀφφίκιον τὸ ὁποῖον ἔλαβεν ὁ Ἰωάννης παρὰ τὴν θέλησίν του, διὰ νὰ μὴ φανῇ πρὸς τὸν ἄρχοντα τοσοῦτον φιλόνεικος· ἡ ἐπιθυμία του ὅμως ἦτο ν’ ἀναχωρήσῃ ἀπὸ τὸν κόσμον, διὰ νὰ εὕρῃ τὴν σωτηρίαν του.
Κατὰ τὴν ἐποχὴν ἐκείνην ἦτο αὐτοκράτωρ τοῦ Βυζαντίου ὁ Λέων Γ’ ὁ Ἴσαυρος (717-741), ὡς ἀνωτέρω εἴπομεν, ὅστις ὡς ἄλλος λέων ἁρπάζων καὶ ὠρυόμενος ἐσπάραττε τὴν Ἐκκλησίαν τοῦ Χριστοῦ ὁ μισόχριστος, παιδεύων ὅσους προσεκύνουν τὰς ἁγίας Εἰκόνας, τὰς ὁποίας ἔκαιε καθ’ ἑκάστην ὁ ἀλιτήριος. Τοῦτο μαθὼν ὁ θερμὸς τῆς Πίστεως ζηλωτὴς Ἰωάννης ἔγραφε πολλάκις ἐπιστολὰς καὶ τὰς ἔστελλεν ἀπὸ τὴν Δαμασκὸν εἰς τὴν βασιλεύουσαν, μὲ τὰς ὁποίας κατεπολέμει τὸ δόγμα τοῦ θηριωνύμου Λέοντος, ὡς μὲ μαχαίρας τοῦ Πνεύματος, ἀποδεικνύων μὲ συλλογισμοὺς φιλοσοφίας καὶ μὲ ἱστορίας καὶ παραδείγματα παλαιῶν Ἁγίων ἀναγκαίαν τὴν τῶν σεπτῶν Εἰκόνων προσκύνησιν καὶ ὅτι ὅστις ὑβρίζει καὶ ἀτιμάζει αὐτὰς εἶναι φανερὰ αἱρετικὸς καὶ ἀντίθεος. Τοιαύτας ἐπιστολὰς ἔστειλεν εἰς πολλοὺς ἀνθρώπους διὰ νὰ τὰς ἀναγινώσκουν ὅλοι καὶ νὰ τὰς ἐπιδεικνύουν καὶ εἰς ἄλλους, οὕτως ὥστε νὰ στερεώνωνται εἰς τὴν εὐσέβειαν καὶ νὰ γνωρίζουν νὰ δίδουν κατὰ τῶν εἰκονομάχων ἀπόκρισιν. Ταῦτα μαθὼν ὁ δυσσεβὴς βασιλεὺς συνεσκέφθη μετά τινων κακοτρόπων, ὁμοίων του εἰς τὴν δυσσέβειαν, καὶ ἐτεχνεύθησαν μέθοδον πονηράν, ἀξίαν τῆς κακίας των, νὰ διαβάλουν δηλαδὴ εἰς τὸν ἄρχοντα τῶν Σαρακηνῶν τὸν Ἰωάννην ὡς προδότην αὐτοῦ, ὥστε νὰ τὸν θανατώσῃ ἐκεῖνος. Εὗρον λοιπὸν μίαν ἀπὸ τὰς ἐπιστολὰς τοῦ Ἰωάννου, τὴν ὁποίαν ὁ θηριώδης Λέων ἔδειξεν εἰς διδασκάλους τινὰς καὶ τοὺς ἠρώτησεν, ἂν ἐγνώριζε κανεὶς ἐξ ἐκείνων νὰ μιμηθῇ τὸν γραφικὸν αὐτοῦ χαρακτῆρα.
Εὑρέθη λοιπὸν εἷς καλλιγράφος κατὰ πολλὰ ἔμπειρος, ὅστις ὑπεσχέθη εἰς τὸν βασιλέα ὅτι θὰ μιμηθῇ ἐπακριβῶς τὸν χαρακτῆρα τοῦ Ἰωάννου. Τοῦτον λοιπὸν προσέταξεν ὁ πεπονηρευμένος βασιλεὺς καὶ ἔγραψε πρὸς τὸν ἑαυτόν του, ὡς ἐκ προσώπου τοῦ Ἰωάννου, ἐπιστολήν, εἰς τὴν ὁποίαν ἔλεγε τοιαῦτα· «Βασιλεῦ πολυχρονημένε, τὴν πρέπουσαν εὐγνωμοσύνην καὶ τὸ προσῆκον σέβας ἀπονέμω εἰς τὴν βασιλείαν σου, διὰ τὴν ὁμοιότητα τῆς πίστεως μας.