Τῇ ΚΒ’ (22ᾳ) τοῦ αὐτοῦ μηνὸς μνήμη τῆς Ἁγίας Μεγαλομάρτυρος ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΣ τῆς Φαρμακολυτρίας.

ΕΙΚΟΝΑ

ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ ἡ ἔνδοξος τοῦ Χριστοῦ Μεγαλομάρτυς ἦτο κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ ἀσεβεστάτου Διοκλητιανοῦ, τοῦ βασιλεύσαντος κατὰ τὰ ἔτη σπδ’-τε’ (284-305), κατήγετο δὲ ἀπὸ τὴν περίδοξον καὶ μεγαλόπολιν Ρώμην, ἀπὸ γένος περιφανέστατον, ὡραία τὴν ὅψιν καὶ εὐπρεπέστατα εἰς τὰ ἤθη καὶ τάξεις κεκοσμημένη καὶ μὲ τὴν εὐγένειαν τῆς ψυχῆς ἐστολισμένη ὑπὲρ τὸ κάλλος τοῦ σώματος. Ὁ πατήρ της ὠνομάζετο Πραιξτετάτος, εἶχε δὲ διδάσκαλον ἐνάρετόν τινα ἄνθρωπον ὀνόματι Χρυσόγονον, ἐκ τοῦ ὁποίου ἐδιδάχθη τὴν εὐσέβειαν καὶ ἐγνώρισε τὸν ἀληθῆ Θεόν, τὰ δὲ ἀναίσθητα εἴδωλα ἀπέβαλε καὶ κατεφρόνησεν.

Καὶ οὕτω μὲν ἡ Ἁγία ἐπορεύετο ὁ δὲ πατὴρ αὐτῆς τὴν ὑπάνδρευσε χωρὶς τὴν θέλησίν της μετά τινος εἰδωλολάτρου, Ποπλίωνος ἢ Πουπλίου καλουμένου, τὸν ὁποῖον ἐμίσει ἡ κόρη καὶ προφασιζομένη ἀσθένειαν δὲν ἐδέχθη τὴν μετ’ ἐκείνου κοινωνίαν διά τε τὴν ἀπιστίαν του, καὶ τὴν πρὸς τὴν παρθενίαν ἀγάπην της· καθ’ ἑκάστην δὲ προσηύχετο εἰς τὸν Χριστὸν φυλάττουσα πάσας τὰς ἐντολάς του. Ἐξαιρέτως δὲ ἠγάπα πολὺ τὴν ταπείνωσιν. Ὅθεν πολλάκις ἐξεδύετο τὰ πολύτιμα καὶ λαμπρά της ἱμάτια καὶ ἐνεδύετο πενιχρὰ διὰ νὰ μὴ τὴν γνωρίζωσιν, ἐπήγαινε δὲ μὲ τὴν δούλην της εἰς τὰς φυλακὰς καὶ ἐπεμελεῖτο τοὺς Χριστιανούς, σπογγίζουσα τὰς πληγὰς καὶ τὰ αἵματα αὐτῶν. Εἰργάζετο δὲ καὶ πᾶσαν ἄλλην ὑπηρεσίαν ἡ μακαρία ὡς νὰ ἦτο δούλη καὶ καταφιλοῦσα ἐξ εὐλαβείας τὰς πληγὰς τῶν Μαρτύρων, τοὺς ἐνουθέτει νὰ μὴ δειλιάσωσι κολαστήρια πρόσκαιρα, ἀλλὰ νὰ φυλάττουν στερεὰ τὴν εὐσέβειαν, τοὺς ἔδιδε δὲ καὶ τροφάς, ἐνδύματα καὶ πᾶν ἄλλο ἀναγκαῖον τοῦ σώματος, ταῦτα δὲ ἐτέλει κατὰ πάσας τὰς νύκτας κρυφίως, δίδουσα εἰς τοὺς φύλακας χρήματα, διὰ νὰ τὴν ἀφήνουν νὰ εἰσέρχεται.

Ταῦτα μαθὼν ὁ Ποπλίων τὴν ἐφυλάκισε καὶ οὔτε αὐτὴν ἄφηνε νὰ ἐξέρχεται οὐδόλως, οὔτε εἰς ἄλλην τινὰ νὰ τῆς ὁμιλήσῃ τελείως ἐπέτρεπεν. Ὅθεν ἐλυπεῖτο διότι δὲν εἶχεν ἄδειαν νὰ ἐπιμελῆται τοὺς φυλακισμένους ὡς πρότερον, ἐξαιρέτως δὲ εἶχε θλῖψιν ἀπαραμύθητον διὰ τὸν διδάσκαλόν της Χρυσόγονον, ὅστις ἐπήγαινε πρωτύτερα καὶ τὴν ἔβλεπε πολλάκις καὶ συνεχαίροντο, τότε δὲ τὸν εἶχε καὶ αὐτὸν φυλακισμένον ὁ βασιλεὺς διὰ τὴν εὐσέβειαν. Ὅθεν δὲν ἠδύνατο νὰ ἴδῃ ἢ νὰ παρηγορήσῃ ὁ εἷς τὸν ἄλλον διὰ στόματος, ἀλλὰ μόνον γυναῖκα τινὰ γραῖαν ἔστειλε πρὸς αὐτὸν ἡ Ἁγία, καὶ τοῦ διεμήνυσε νὰ κάμῃ πρὸς τὸν Θεὸν δι’ αὐτὴν δέησιν, νὰ τὴν λυτρώσῃ ἀπὸ τὰ δεσμά, διὰ νὰ θεραπεύῃ τοὺς Μάρτυρας.


Ὑποσημειώσεις

[1] Ἐν τῷ κειμένῳ ἀναφέρεται ἐσφαλμένως, ὅτι ἦσαν εἰς Ἀκουϊλίαν ἐνῷ εἶναι προφανές, ὅτι εὑρίσκοντο πλησίον τοῦ τόπου, εἰς τὸν ὁποῖον ἦτο καὶ ὁ βασιλεύς, εἰς τὴν Νίκαιαν δηλαδὴ ἢ τὴν Νικομήδειαν, τοῦτο δὲ ἀναφέρουν καὶ τὰ Μηναῖα, ὁ Ὅσιος Νικόδημος, ὁ Σωφρόνιος Εὐστρατιάδης ἐν «Ἁγιολόγιον τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας» καὶ ἄλλοι. Ἐν τῇ «Θρησκευτικῇ καὶ Ἠθικῇ Ἐγκυκλοπαιδείᾳ» ἀναφέρεται, ὅτι ἐμαρτύρησαν ἐν Θεσσαλονίκῃ, ὡς ἀναφέρουν τὰ αὐθεντικὰ πρακτικὰ τῆς δίκης των διασωθέντα εἰς Ἑλληνικὸν κείμενον, τὸ ὁποῖον ἐδημοσιεύθη τὸ πρῶτον ὑπὸ τοῦ Pio Franchi de Cavalieri.

[2] Ἡ μνήμη τῶν Ἁγίων τούτων τριῶν αὐταδέλφων Παρθενομαρτύρων Ἀγάπης, Εἰρήνης καὶ Χιονίας ἐπιτελεῖται κατὰ τὴν ιςʹ (16ην) Ἀπριλίου (βλέπε ἐν τόμῳ Δʹ τοῦ ἡμετέρου «Μεγάλου Συναξαριστοῦ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας»).