Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς ΙΩΑΝΝΗΣ ὁ ἐξ Ἰωαννίνων, ὁ ἐν Κωνσταντινουπόλει μαρτυρήσας, ἐν ἔτει ͵αφκϛ’ (1526), πυρὶ καὶ ξίφει τελειοῦται.

Ὁ δὲ μακάριος Ἰωάννης, ἀκούσας ταῦτα, ὑπήκουσε μὲν εἰς τὸν Ἱερέα πρὸς τὸ παρόν, ἐλυπήθη ὅμως, διότι τὸν ἠμπόδισεν ἀπὸ τοῦ νὰ μαρτυρῄσῃ. Ὅθεν παρέμεινε διψῶν τὸν ὑπὲρ Χριστοῦ θάνατον.

Ὅταν δὲ ἦλθεν ἡ Ἁγία Τεσσαρακοστή, οἱ ἀλιτήριοι ἐκεῖνοι καθ’ ὅλον τὸ τεσσαρακονθήμερον τοῦτο διάστημα καὶ μέχρι καὶ αὐτῆς τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος, ἐφορτώθησαν πολὺ τὸν εὐλογημένον Ἰωάννην περιπαίζοντες, στενοχωροῦντες, ἀπειλοῦντες, κολακεύοντες καὶ μὲ μυρίους τρόπους καὶ τεχνάσματα παρακινοῦντες αὐτὸν εἰς τὸ νὰ ἀρνηθῇ τὸν Χριστὸν καὶ νὰ τουρκεύσῃ. Τότε ὁ ἀληθὴς οὗτος μιμητὴς τοῦ Χριστοῦ Ἰωάννης, προσέχων εἰς τὰ ζωοποιὰ Πάθη τοῦ Κυρίου καὶ ποθῶν νὰ γίνῃ τούτων κοινωνός, ἀπεφάσισε, τελειοποιῶν τὸν ἑαυτόν του, νὰ μαρτυρήσῃ διὰ τὸν Χριστόν. Ὅθεν τρέχει εἰς τὸν προλεχθέντα Πνευματικόν του Πατέρα, ἦτο δὲ τότε Μεγάλη Πέμπτη, καὶ προσπεσὼν εἰς αὐτὸν εἶπε· «Πάτερ τίμιε, τελείαν ἀπόφασιν ἔλαβον διὰ νὰ μαρτυρήσω καὶ κατ’ ἄλλον τρόπον δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ σκεφθῶ. Διὰ τοῦτο ἦλθον ἵνα λάβω τὴν εὐχήν σου καὶ νὰ κοινωνήσω τὰ Θεῖα Μυστήρια· καὶ ἄν μὲν μοὶ δώσῃς ἄδειαν, καλῶς, εἰ δὲ μή, ἐγὼ ἔχω λάβει ἀπόφασιν νὰ ὑπάγω νὰ μαρτυρήσω καὶ ἐλπίζω εἰς τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ νὰ μὲ ἐνδυναμώσῃ, ὥστε νὰ τελειώσω καλῶς καὶ νὰ μὴ γίνω παίγνιον τοῦ ἐχθροῦ, ἀλλὰ νὰ φανῶ νικητὴς αὐτοῦ».

Ταῦτα ἀκούσας ὁ Πνευματικός, λέγει πρὸς τὸν μακάριον Ἰωάννην· «Πρόσεχε, τέκνον μου, διότι, καθὼς λέγει ὁ Κύριος· «Τὸ μὲν πνεῦμα πρόθυμον, ἡ δὲ σάρξ ἀσθενής» (Ματθ. κϛ’ 41, Μάρκ. ιδ’ 38). Ἔπειτα γνώριζε καὶ ὅτι οἱ τοιοῦτοι ἀγῶνες χρειάζονται προετοιμασίαν διὰ νηστείας καὶ προσευχῆς, διὰ νὰ καθαρισθῇ ὁ νοῦς δι’ αὐτῶν. Τοῦτο λοιπὸν κάμε καὶ σὺ διὰ νὰ σοῦ ἀποκαλύψῃ ὁ Κύριος ἐκεῖνο τὸ ὁποῖον πρέπει νὰ κάμῃς, ἐπειδὴ τὰ τοιαῦτα ἀποκαλύπτονται συνήθως εἰς τὰς καθαρὰς διανοίας διά τινων θείων σημείων». Οὕτως ὁ Ἰωάννης καὶ διὰ δευτέραν φορὰν ὑπήκουσεν εἰς τοὺς λόγους τοῦ Πνευματικοῦ του. Κατὰ δὲ τὴν ἐπαύριον, ἤτοι τὴν Μεγάλην Παρασκευήν, ἦλθε πάλιν εἰς τὸν Πνευματικὸν πλήρης χαρᾶς καὶ τοῦ λέγει· «Γνώριζε, τίμιε Πάτερ, ὅτι ὁ Κύριος μὲ ἐπληροφόρησεν, ἐπειδὴ ταύτην τὴν νύκτα ἔβλεπον ὅτι ἐχόρευον ἐν μέσῳ τοῦ πυρὸς ὡς οἱ ἐν Βαβυλῶνι Παῖδες καὶ ἐδοξολόγουν τὸν Χριστόν· λοιπὸν δέομαί σου νὰ μὲ ὁπλίσῃς καὶ ἡ ἁγιωσύνη σου μὲ τὰς εὐχὰς καὶ εὐλογίας σου καὶ μὲ τὴν τῶν Θείων Μυστηρίων μετάληψιν».