Λόγος εἰς τὴν Λαμπροφόρον Ἡμέραν τοῦ ΑΓΙΟΥ ΠΑΣΧΑ, ἐκ τῆς Εὐαγγελικῆς Σάλπιγγος Μακαρίου τοῦ ἐν Πάτμῳ, ἐλαφρῶς διεσκευασμένος κατὰ τὴν φράσιν.

Ἀλλ’ ὅταν ἀνέτειλεν ὁ νοητὸς Ἥλιος τῆς δικαιοσύνης, διεσκεδάσθη τὸ παχύτατον σκότος αὐτοῦ τοῦ φόβου. Ἀπὸ τὰς καρδίας τῶν ἀνθρώπων ἐκόπη ἡ δύναμις ἐκείνου τοῦ κοινοῦ τυράννου καὶ διὰ τοῦτο καὶ μὲ χαρὰν ζῶσιν ἀκόμη καὶ ἐκεῖνοι ὅπου εὑρίσκονται μέσα είς κύματα πολλὰ τῆς λύπης. Μὲ χαρὰν ἀποθνῄσκουσιν ἀκόμη καὶ ἐκεῖνοι ὅπου ἔχουσι πολὺ βάρος τῆς ἀξιοδακρύτου ἁμαρτίας, ἐπειδὴ καὶ αὐτοὺς τῆς σημερινῆς ἡμέρας ἡ χαρὰ τοὺς παρηγορεῖ, ὅταν τοὺς εὕρῃ συντροφιασμένους μὲ τὴν καλὴν συνείδησιν τῆς εἰλικρινοῦς μετανοίας.

Ποίαν αφορμὴν χαρᾶς φαίνεται εἰς σὲ πῶς παίρνει ἕνας ὅπου τυραννεῖται ἀπὸ μίαν ἐσχάτην πτωχείαν, ὅταν ἐνθυμηθῇ, ὅτι ἀνέστη ἐκ τῶν νεκρῶν Ἐκεῖνος, ὅστις ἐπτώχευσε διὰ νὰ πλουτίσῃ τὴν ἀνθρωπίνην πτωχείαν; Πόσην ἀφορμὴν χαρᾶς ἔχει ἕνας ὅπου εἶναι κατακυριευμένος ἀπὸ μίαν ἀνίατον ἀσθένειαν, ὅταν ἐνθυμηθῆ, ὅτι Ἐκεῖνος ὅστις ἦλθεν εἰς τὴν γῆν διὰ νὰ σηκώσῃ τὰς ἀσθενείας τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως, ἀνέστη τριήμερος ἐκ τοῦ Τάφου; Πόσην χαρὰν λαμβάνει ἕνας ἀδικημένος, ὅταν ἐνθυμηθῇ, ὅτι ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ μὲ τὴν ἰδικήν του τριήμερον Ἀνάστασιν ἔδειξε καλὸν παράδειγμα, ὅτι θέλει γίνει ἀνάστασις τῶν νεκρῶν διὰ νὰ ἀπολαύσῃ κάθε ἀδικημένος τὸ δίκαιόν του, κάθε λυπημένος τὴν παρηγορίαν του, κάθε καταφρονεμένος τὴν τιμήν του; Βλέπεις πόσης χαρᾶς ἀφορμὴ ἔγινεν εἰς ἡμᾶς ἡ σημερινὴ ἡμέρα; Λοιπὸν ἀγαλλιασώμεθα καὶ εὐφρανθῶμεν ἐν αὐτῇ· καὶ πτωχοὶ διὰ τὸν πλουτίζοντα, καὶ λυπημένοι διὰ τὸν παρηγορητήν, καὶ ἁμαρτωλοὶ διὰ τὸν δικαιοῦντα, καὶ δίκαιοι διὰ τὸν μισθαποδότην.

Ἀλλὰ τί περιπατῶ εἰς τὰ καθέκαστα καὶ ἀφίνω τὰ καθόλου; Καὶ ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ εὐφραίνονται σήμερον, ὁ οὐρανὸς διὰ τὴν ἰδικήν του τελείωσιν, ἐπειδὴ μὲ τὸν κρημνισμὸν τοῦ Ἑωσφόρου καὶ μὲ τὴν ἀπώλειαν τῶν ἀκολούθων του ἔχασεν ἐκείνην τὴν τελειότητα ὅπου εἶχε πρότερον. Ἀλλὰ σήμερον ὅπου ἀνέστη ἀπὸ τοὺς νεκροὺς ὁ Υἱὸς τῆς Παρθένου, ἔδωσεν είς τὰ οὐράνια τάγματα ἀφορμὴν νὰ πανηγυρίζωσι καὶ τὴν ἀναπλήρωσιν τῆς ἰδικῆς των ἐλλείψεως καὶ τὴν κατὰ τῶν ἐχθρῶν των νίκην. Καὶ ἡ γῆ εὐφραίνεται, ἐπειδὴ ἀνέτειλε τὸ Φῶς τῆς κοινῆς ἐλευθερίας, τῆς κοινῆς ἀναστάσεως, ἠνοίχθη ἡ κεκλεισμένη ὁδὸς τῆς αἰωνίου ζωῆς. Τολμᾷ νὰ εἴπῃ ὁ λόγος καὶ κάποιον παράδοξον, ὅτι καὶ εἰς αὐτὸν τὸν ἀνενδεῆ καὶ ἀπαθῆ Θεὸν χαρμόσυνος ἡ σημερινὴ ἡμέρα, ἔτι δὲ καὶ εἰς αὐτὸν τὸν χορὸν τῶν Ἁγίων καὶ Δικαίων.