διὰ νὰ γνωρίσω δὲ ἐὰν ἦτο ἡ ὀπτασία τὴν ὁποίαν εἶδα ἀληθινή, δὲν ἤμουν ἀκόμη εἰς τὴν Ἐκκλησίαν φθασμένος καὶ ἔρχεται πρός με ἄνθρωπός τις ἐνδεδυμένος στολὴν λευκήν, καὶ δίδει μοι ἑκατὸν χρυσᾶ νομίσματα, τυλιγμένα εἰς μανδήλιον, λέγων μοι· «Δέξαι ταῦτα καὶ διαμοίρασέ τα ὡς βούλεσαι». Μόλις ἐγὼ ἔλαβα αὐτά, ἔγινεν ἀφανὴς ἐκεῖνος ὅστις τὰ ἔδωκε. Τότε ἐγὼ εἶπον· «Ἀληθὴς ἦτο ἡ ὀπτασία μου»· ἀπὸ τότε δὲ καὶ ἔμπροσθεν, ὅταν ἔδιδα ἐλεημοσύνην τινά, ἔλεγον πρὸς τὸν ἑαυτόν μου· «τώρα νὰ ἰδῶ, ἐὰν μοῦ δώσῃ ὁ Κύριος ἑκατονταπλασίονα κατὰ τὴν ὑπόσχεσιν». Οὕτω λοιπὸν δοκιμάζων τὸν Θεόν, ἐβεβαιώθην μὲ τὸ ἔργον μυριάκις καὶ ἐλάμβανα περισσότερα ἀπὸ ὅσα ἔδιδα· ὅθεν καταμεμφόμενος ἔλεγον πρὸς τὸν ἑαυτόν μου· «Παῦσαι, ψυχή μου, καὶ μὴ πειράζεις τὸν ἀπείραστον, μόνον δούλευσε αὐτὸν ἐν ἁπλότητι, ἐπειδὴ τόσας φορὰς ἐπιστώθης τὴν ἀλήθειαν. Λοιπὸν δὲν θέλω πλέον νὰ ἀκροασθῶ τοὺς ὀλιγοπίστους ὑπηρέτας μου, ἀλλὰ νὰ δίδω ἑκάστου ἐλεημοσύνην ἀφθονοπάροχα».
Βλέπων ξένος τις τὴν ἄμετρον χρηστότητα τοῦ Ἁγίου, ἠθέλησε νὰ τὸν δοκιμάσῃ. Ὅταν λοιπον ἐπήγαινε νὰ ἐπισκεφθῇ τοὺς ἀσθενεῖς εἰς τὸ νοσοκομεῖον, εἶχε δὲ συνήθειαν νὰ κάμνῃ τοῦτο ὁ Ἅγιος τρὶς τῆς ἑβδομάδος, τὸν ὑπήντησεν ὁ ξένος ἐκεῖνος εἰς τὸν δρόμον, λέγων πρὸς αὐτόν· «Ἐλέησόν με, Δέσποτα, τὸν αἰχμάλωτον». Ὁ δὲ Ἅγιος εἶπεν εἰς τὸν διανομέα νὰ τοῦ δώσῃ ἓξ νομίσματα. Λαβὼν δὲ αὐτὰ ἤλλαξε τὸ ἔνδυμά του καὶ προλαμβάνει εἰς ἄλλον τόπον τὸν Ἅγιον, ζητῶν καὶ πάλιν ἐλεημοσύνην καὶ λέγων, ὅτι εἶχε μεγάλην ἀνάγκην. Ὁ δὲ διανομεὺς ἐπλησίασε καὶ λέγει εἰς τὸν Ἅγιον· «Ἐκεῖνος ὅστις ἔλαβε τὰ ἓξ νομίσματα εἶναι, Δέσποτα». Ὁ δὲ Ἅγιος προσεποιήθη ὅτι δὲν τὸν ἤξευρε καὶ τοῦ ἔδωσεν ἄλλα ἕξ, τὰ ὁποῖα, ἀφοῦ ἔλαβεν ἐκεῖνος ἐπέστρεψε καὶ πάλιν μετ’ ὀλίγην ὥραν μετασχηματισμένος ζητῶν καὶ πάλιν ἐλεημοσύνην. Ὁ δὲ ὑπηρέτης εἶπε πρὸς τὸν Ἅγιον· «Ἐκεῖνος ὁ πρῶτος εἶναι, ὅστις ἦλθε δὶς καὶ σὲ ἠπάτησεν ὡς πονηρός». Τότε ὁ πρᾳότατος Πατριάρχης δὲν ἐσκανδαλίσθη οὐδαμῶς κατὰ τοῦ πτωχοῦ, ἀλλὰ θέλων νὰ νικήσῃ τὸν ἑαυτόν του καὶ νὰ μὴ ἀμελήσῃ τῆς ἐλεημοσύνης τὸ ἔργον, εἶπεν εἰς τὸν ὑπηρέτην· «Δός του δύο φορὰς περισσότερα, ἀπὸ ὅσα τοῦ ἔδωσες πρότερον, μήπως εἶναι ὁ Δεσπότης μου Ἰησοῦς καὶ ἦλθε μὲ πτωχικὸν σχῆμα νὰ μὲ δοκιμάσῃ».