ἀλλ’ αὐτὸς προφασιζόμενος ἔλεγεν, ὅτι δὲν ἦτο ἄξιος τοιοῦτος ἄνθρωπος νὰ δεχθῇ τόσον βάρος καὶ μεγαλεῖον ἐπάνω του. Ἄρχων δέ τις, Νικήτας ὀνόματι, Πατρίκιος τὴν ἀξίαν, ἀδελφὸς κατὰ πνεῦμα τοῦ Ἰωάννου καὶ φίλος του ἀκριβώτατος, εἶχε θάρρος πολὺ πρὸς τὸν βασιλέα, γνωρίζων δὲ τὴν μεγάλην ἀρετὴν τοῦ ἀνδρὸς καὶ ἀξιώτερον πάντων παρεκίνησε τὸν βασιλέα νὰ τὸν ἀναβιβάσῃ εἰς τὸν θρόνον βιαίως, ἐὰν δὲν θελήσῃ νὰ δεχθῇ μὲ τὴν θέλησίν του. Μετὰ βίας λοιπὸν κατεπείσθη ὁ Ἰωάννης νὰ δεχθῇ τὴν ἀξίαν ταύτην, διὰ νὰ μὴ γίνῃ παρήκοος εἰς τὴν θέλησιν τοῦ λαοῦ καὶ τοῦ βασιλικοῦ προστάγματος. Γίνεται λοιπὸν τοῦ θρόνου τοῦ Ἀποστόλου Μάρκου διάδοχος τὸ χι’ (610) ἔτος, εἰς μὲν τὸν καιρὸν ὑστερώτερος, εἰς δὲ τὸν βίον καὶ εἰς τὰς ἀρετὰς ὅμοιος αὐτοῦ, καθὼς τὰ κατορθώματα ἅτινα ἔκαμεν, ἀφοῦ ἔλαβε τὴν ἀξίαν, θέλουν δηλώσει σαφέστερον.
Εὐθὺς λοιπόν, ἀφοῦ ἀνέβη εἰς τὸν θρόνον, ἠγωνίζετο διὰ παντὸς νὰ ἀνακαινίσῃ το κήρυγμα τοῦ Ἀποστόλου Μάρκου, ἤτοι νὰ στερεώσῃ τὴν Ὀρθόδοξον πίστιν, τὰ δὲ ζιζάνια τῶν αἱρετικῶν νὰ ἐκριζώσῃ τελείως. Ἦσαν δὲ τότε ἀκόμη τινὲς ὑποστηρίζοντες τὴν αἵρεσιν τοῦ μονοφυσίτου Πατριάρχου Πέτρου τοῦ Κναφέως [1], ὅστις ἐτόλμησε νὰ βάλῃ προσθήκην τινὰ βλάσφημον εἰς τὸν Τρισάγιον Ὕμνον, λέγων: «Ἅγιος ἀθάνατος, ὁ σταυρωθεὶς δι’ ἡμᾶς». Ἀλλ’ ὁ Ἅγιος ἐξέβαλε τὸ βλάσφημον τοῦτο, δογματίζων ἀπαθῆ καὶ ἀθάνατον τὴν θεότητα καὶ ἐδίδαξε τὸ ποίμνιον αὐτοῦ νὰ φρονῇ καὶ νὰ πιστεύῃ οὕτως. Ὅταν δὲ ἔλαβε τὸ ἀξίωμα, εὗρε μόνον ἑπτὰ ὀρθοδόξους Ναούς, τοὺς ὁποίους ἐδεκαπλασίασεν, ἤτοι ἔκτισεν ἄλλους ἑξήκοντα τρεῖς. Εἶχε δὲ μεγάλην σπουδὴν καὶ φροντίδα νὰ ἐπιστρέφῃ πρὸς τὴν εὐσέβειαν ὅσους ἦσαν ἠπατημένοι εἰς αἵρεσίν τινα. Ἐδείκνυε δὲ καὶ εἰς τὰς χειροτονίας ζῆλον θερμότατον, οὕτως ὥστε νὰ γίνωνται αὗται χωρίς τινος πληρωμῆς, ἄνευ δὲ δοκιμασίας νὰ μὴ χειροτονήσουν ποτέ τινα. Πρὸ πάντων δὲ ἐπεμελεῖτο τὴν προστασίαν τῶν ἀδικουμένων, προστάσσων τοὺς κριτὰς νὰ μὴ προδίδουν διὰ προσωποληψίαν τὸ δίκαιον, ἀλλὰ μὲ ζυγὸν δικαιοσύνης νὰ σταθμίζουν τὰς κρίσεις, χωρὶς νὰ παρασύρωνται οὔτε ἀπὸ φιλίαν οὔτε ἀπὸ ἔχθραν πρός τινα, ἀλλὰ νὰ κρίνωσι δίκαια.
Ταῦτα μὲν πάντα ἐπεμελεῖτο ὁ Ἅγιος, ἐξαιρέτως ὅμως ἐσπούδαζε νὰ σπλαγχνίζεται τοὺς ἐνδεεῖς καὶ νὰ θεραπεύῃ τοὺς πένητας, χωρὶς νὰ λυπῆται οὐδόλως τὰ χρήματα, ἀλλὰ ἐκένωνε τὰ ταμεῖα καὶ τὰ ἔδιδεν ἐλεημοσύνην.