Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς ΜΙΧΑΗΛ Μαυρουδῆς, ὁ ἐν Θεσσαλονίκῃ μαρτυρήσας ἐν ἔτει ͵αφμδ’ (1544), πυρὶ τελειοῦται.

«Ἔχει λοιπὸν ὁ Θεὸς Λόγον καὶ Πνεῦμα, ἀλλὰ δὲν τὰ ἔχει ἀνυπόστατα, καθὼς τὰ ἔχομεν ἡμεῖς οἱ ἄνθρωποι, ἀλλὰ τὰ ἔχει ἐνυπόστατα καὶ τέλεια, καθὼς πρέπει εἰς τὸν Θεόν. Ὡς ἐπὶ παραδείγματι ἡ λάμψις τοῦ ἡλίου ἐκπορεύεται ἀπὸ αὐτὸν καὶ καταβαίνει μέχρις ἡμῶν καὶ οὔτε ἡ λάμψις οὔτε ἡ ἀκτὶς χωρίζεται ποτὲ ἀπὸ τὸν δίσκον τοῦ ἡλίου. Λέγοντες δὲ ἡμεῖς λάμψιν καὶ ἀκτῖνα, δὲν λέγομεν ἄλλον ἥλιον, παρὰ τὸν ἕνα. Καθ’ ὅμοιον τρόπον καὶ τὸν Λόγον τοῦ Θεοῦ λέγοντες Θεόν, ἀκόμη δὲ καὶ τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ τὸ Ἅγιον, δὲν λέγομεν ἄλλον Θεόν, παρὰ τὸν ἕνα Ἐκεῖνον, ὅστις ἀνάρχως καὶ ἀϊδίως θεωρεῖται μὲ τὸν συνάναρχον Λόγον του καὶ τὸ Ἅγιον Πνεῦμά του· καὶ τοῦτο, τὸ νὰ πιστεύσωμεν ἡμεῖς οὕτως, αὐτὸς ὁ Χριστὸς ὁ τοῦ Θεοῦ Λόγος μᾶς τὸ ἐδίδαξεν. Οὕτω λοιπὸν πιστεύομεν καὶ ὁμολογοῦμεν καὶ μὲ αὐτὴν τὴν πίστιν μέλλομεν νὰ ἀποθάνωμεν. Καὶ ταῦτα μὲν ἀρκοῦν εἰς τὸ πρῶτον κεφάλαιον· ἂς μεταβῶμεν δὲ καὶ εἰς τὸ δεύτερον».

«Ὁ Χριστὸς δὲν εἶναι μόνον Θεὸς ἀληθινός, ἀλλ’ ἐν ταὐτῷ καὶ τέλειος ἄνθρωπος, διπλῆν ἔχων τὴν ἐνέργειαν, ὅπως καὶ ἡ ἀκτὶς τοῦ ἡλίου, ἥτις ὄχι μόνον φωτίζει τὰ πάντα, ἀλλὰ καὶ ζωογονεῖ καὶ θερμαίνει αὐτά. Καὶ εἶναι ὄχι μόνον παντοκράτωρ καὶ παντοδύναμος, ἀλλὰ καὶ δίκαιος. Ἔπλασε λοιπὸν ὁ Θεὸς τὸν ἄνθρωπον καὶ τὸν ἐπρόσταξε νὰ φυλάτῃ τὰς θείας Του ἐντολάς. Ἀλλ’ ἐπειδὴ ὁ ἄνθρωπος ὑπήκουσεν εἰς τὸν διάβολον ἑκουσίως καὶ ἡμάρτησε, παραβαίνων τὴν θείαν ἐντολήν, διὰ τοῦτο καὶ δικαίως κατεδικάσθη εἰς θάνατον. Διότι δὲν ἦτο ἴδιον τοῦ δικαίου Θεοῦ μὲ τὴν βίαν νὰ ἐλευθερώσῃ τὸν ἄνθρωπον ἀπὸ τὸν διάβολον. Ἐπειδή, διὰ τοῦ τρόπου τούτου, ἁρπάζων δηλαδὴ μὲ τὴν βίαν ἀπὸ τὰς χεῖράς του τὸν ἄνθρωπον, ἤθελεν ἀδικήσει τὸν διάβολον, ὅστις δὲν τὸν ἔλαβε μὲ τὴν βίαν. Πρὸς τούτοις δὲ ἤθελεν ἀναιρεθῆ καὶ τὸ αὐτεξούσιον τοῦ ἀνθρώπου, ἂν ὁ Θεὸς μὲ βίαν καὶ δυναστείαν τὸν ἠλευθέρωνε, πρᾶγμα τὸ ὁποῖον δὲν ἦτο ἴδιον τοῦ δικαιοκρίτου Θεοῦ, τὸ νὰ ἀφανίζῃ δηλαδὴ τὸ ἰδικόν του ἔργον».

«Ἦτο λοιπὸν ἀναγκαῖον νὰ γίνῃ ἕνας ἄνθρωπος ἀναμάρτητος καὶ νὰ ζήσῃ ἀναμαρτήτως καὶ δι’ αὐτοῦ τοῦ τρόπου νὰ βοηθήσῃ τὸν ἄνθρωπον, ὅστις ἡμάρτησεν ἑκουσίως. Ἀλλ’ ἐπειδὴ δὲν ὑπάρχει οὐδεὶς ἄνθρωπος ἀναμάρτητος ἔστω καὶ ἂν μία ἡμέρα μόνον εἶναι ἡ ζωή του, καθὼς λέγει ἡ θεία Γραφή, διὰ τοῦτο, ὁ μόνος ἀναμάρτητος Λόγος τοῦ Θεοῦ, υἱὸς ἀνθρώπου γίνεται καὶ γεννᾶται ἀπὸ Παρθένου


Ὑποσημειώσεις

[1] Ὁ Ὅσιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης σημειοῖ ἐνταῦθα ὅτι οὗτος πρὸς ὃν τακτικῶς μετέβαινεν ὁ Ἅγιος φαίνεται ὅτι εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Θεοφάνης ὁ συγγραφεὺς τοῦ παρόντος Συναξαρίου (βλέπε προηγουμένην ὑποσημείωσιν).