Τῇ ΚΕ’ (25ῃ) τοῦ αὐτοῦ μηνὸς μνήμη τῆς Ἁγίας Ὁσιομάρτυρος ΦΕΒΡΩΝΙΑΣ.

Ὅταν δὲ ἤθελε τύχῃ νὰ πειραχθῇ εἰς τὸν ὕπνον της ἀπὸ τὸν διάβολον, ἐσηκώνετο εὐθὺς καὶ παρεκάλει τὸν Θεὸν μὲ δάκρυα νὰ διώξῃ ἀπ’ αὐτῆς τὸν πειράζοντα, καὶ ἀνεγίνωσκε τὰς βίβλους ἐπιμελέστατα, διότι ἐκ φύσεως ἦτο φιλομαθής. Ὅθεν ἔγινε καὶ πολυμαθὴς τόσον, ὥστε τὴν ἐθαύμαζεν ἡ ἡγουμένη, καὶ πάντοτε αὐτὴν ὥριζε νὰ ἀναγινώσκῃ εἰς τὰς ἄλλας τὰ θεῖα λόγια. Ὅταν δὲ ἤθελον ἔλθει εἰς τὴν Μονὴν κοσμικαὶ γυναῖκες εὐγενεῖς, τὴν ἐτοποθέτουν ἀπὸ μέσα ἀπὸ τὸ παραπέτασμα καὶ ἀνεγίνωσκε, διὰ νὰ μὴ τὴν βλέπουν, οὔτε αὐτὴ νὰ θεωρῇ ποσῶς κοσμήματα, οὔτε κἄν καὶ ἐκείνην ὅπου τὴν ἀνέθρεψεν.

Ἡμέραν τινὰ ἦλθε κόρη τις, ἀπὸ εὐγενεῖς γονεῖς γεννηθεῖσα, Ἱερεία ὀνόματι, τῆς ὁποίας ὁ πατὴρ ἦτο Συγκλητικός, καὶ αὐτὴ εἶχε πόθον ἀνείκαστον νὰ συνομιλήσῃ μὲ τὴν Φεβρωνίαν. Καὶ τόσον παρεκάλεσε τὴν Ἡγουμένην μὲ δάκρυα, ὥστε τῆς ἐπέτρεψε νὰ εἰσέλθῃ εἰς τὸν παρθενῶνα, ἀλλὰ μὲ ἔνδυμα μοναχικόν. Αὕτη δὲ ἔστερξε καὶ ἐμαυροφόρεσε διὰ τὸν πολὺν πόθον ὅπου εἶχε νὰ συνομιλήσῃ μὲ τὴν ἐκλεκτὴν Φεβρωνίαν, τὴν ὁποίαν ἐχαιρέτησεν· ἔπειτα τὴν ἐπρόσταξεν ἡ Ἡγουμένη νὰ κάμῃ ἀνάγνωσιν ἀπὸ βιβλίον ψυχωφελέστατον. Καὶ τόσον κατενύχθη ἡ Ἱερεία εἰς τὴν διδασκαλίαν τῆς Φεβρωνίας, ὥστε ἐπέρασαν ὅλην τὴν νύκτα καὶ αἱ δύο ἄγρυπνοι, χωρὶς νὰ κοιμηθῶσιν ὁλότελα· καὶ οὔτε ἡ μία ἐκουράσθη ἀναγινώσκουσα, οὔτε ἡ ἄλλη ἐνύσταξεν ἀκούουσα, ἀλλὰ μᾶλλον ἔκλαυσε τόσον, ὥστε ἐβράχη ἡ γῆ ἀπὸ τὰ περισσὰ δάκρυα, ὅτι ἐκείνη ἦτο τέκνον Ἑλλήνων καὶ οὐδέποτε εἶχεν ἀκούσει παρομοίους λόγους. Ὅταν δὲ ἐξημέρωσε μετὰ βίας τὴν κατέπεισεν ἡ Ἡγουμένη νὰ ὑπάγῃ εἰς τὴν οἰκίαν της.

Ἀσπασθεῖσαι λοιπὸν ἡ μία τὴν ἄλλην ἀπεχαιρετίσθησαν πάλιν μὲ δάκρυα. Τότε ἡ Φεβρωνία ἠρώτησε ἀδελφήν τινα, Θωμαΐδα ὀνόματι, νὰ τῆς εἰπῇ τίς ἦτο ἐκείνη ἡ κόρη, ἥτις τοσαῦτα δάκρυα ἔχυσε. Τῆς λέγει ἡ Θωμαΐς· «ἡ Συγκλητικὴ Ἱερεία ἦτο, κυρία μου». Λέγει τὶ Φεβρωνία· «καὶ διατί μὲ παρεπλανήσατε καὶ τῆς ὡμίλουν ὡς μοναχῆς;» ἡ δὲ εἶπεν· «οὕτως ἡ προεστῶσα ἐπρόσταξεν». Ἡ δὲ Ἱερεία, ὅταν ἔφθασεν εἰς τοὺς γονεῖς της, τοὺς ἀντήγγειλεν ὅσα ἤκουσεν εἰς τὸ Μοναστήριον. Καὶ τόσον τοὺς ἐδίδαξεν ἐπιμελῶς, ὥστε τοὺς κατέπεισε νὰ λάβουν τὸ σωτήριον βάπτισμα. Ἐκείνας τὰς ἡμέρας ἠσθὲνησεν ἡ Φεβρωνία βαρύτατα, ἡ δὲ Ἱερεία οὐδὲ στιγμὴν ἀπεμακρύνθη ἀπὸ κοντά της, ἀλλ’ ἐκάθητο καὶ τὴν ἐφύλαττεν ὅσον καιρὸν ἦτο ἀσθενής.