Θέλω νὰ ἀπαλλάξετε τὴν καρδίαν σας ἀπὸ κάθε ἁμαρτίαν, ἀπὸ ἀδικίαν, ἀπὸ συκοφαντίαν, ἀπὸ ἐπιορκίαν, ἀπὸ ψευδολογίαν, ἀπὸ μῖσος, ἀπὸ ἀσέμνους καὶ ἀπρεπεῖς λογισμούς. Θέλω ὡσὰν μακρόθυμος καὶ πρᾳότατος Βασιλεὺς ὅπου εἶμαι, μίαν γαλήνην, μίαν ἀταραξίαν, μίαν ἡσυχίαν καὶ μίαν καθαρὰν εἰρήνην εἰς τὰς ψυχάς σας, διὰ νὰ ἀναπαυθῶ εἰς αὐτάς. Σᾶς τὸ φωνάζω μὲ τὸ στόμα τοῦ Χρυσορρήμονος Διδασκάλου· «Βασιλέα ὑποδέχεσθαι μέλλετε διὰ τῆς κοινωνίας. Βασιλέως δὲ ἐπιβαίνοντος τὴν ψυχήν, πολλὴν εἶναι δεῖ τὴν γαλήνην, πολλὴν τὴν ἡσυχίαν, βαθεῖαν τῶν λογισμῶν τὴν εἰρήνην». Θέλω, ὡς Βασιλεὺς ὅπου εἶμαι, ἀπὸ σᾶς τοὺς Χριστιανούς, οἱ ὁποῖοι ἑτοιμάζεσθε διὰ νὰ μὲ δεχθῆτε μὲ τὴν ἁγίαν Κοινωνίαν, νὰ καθαρισθῆτε μὲ τὴν ἁγίαν ἐξομολόγησιν, πρωτύτερα ἀπὸ πολλὰς ἡμέρας καὶ ὄχι τὴν ἰδίαν ὥραν, κατὰ τὴν ὁποίαν θέλετε νὰ μὲ μεταλάβετε, διὰ νὰ ἔχετε καιρὸν νὰ κάμετε καὶ τὸν κανόνα τοῦ Πνευματικοῦ σας Πατρός, διὰ νὰ ἀνεβάσετε τὸν νοῦν σας ἀπὸ τὰ χαμαίζηλα πάθη, ἐπάνω εἰς τὸ ὕψος τῆς προσευχῆς, διὰ νὰ ἡσυχάσετε πρὸ πολλῶν ἡμερῶν εἰς τὴν μελέτην τῶν ἁγίων Γραφῶν καὶ εἰς τὰ πνευματικὰ ἔργα, διὰ νὰ λαμπροφορέσετε, ὄχι μὲ χρυσᾶ ἐνδύματα τὸ σῶμα καὶ μὲ μαργαρίτας, ἀλλὰ μὲ τὰ πολύτιμα ἐνδύματα τῆς ψυχῆς, τὰ ὁποῖα ὑφαίνονται ἀπὸ τὴν ἀρετὴν τῆς ἀγάπης καὶ τῆς ἐλεημοσύνης.
Θέλω νὰ ἐλεήσετε τοὺς πτωχούς, τοὺς ἀδελφούς μου, νὰ θρέψετε τοὺς πεινασμένους, νὰ ἐνδύσετε τοὺς γυμνούς, νὰ ἐλευθερώσετε τοὺς φυλακισμένους, διὰ νὰ ἔλθουν καὶ αὐτοὶ οἱ πτωχοὶ νὰ κοινωνήσουν τὸ Σῶμά Μου καὶ τὸ Αἷμά Μου, εἰς αὐτὰς τὰς ἁγίας ἡμέρας τῶν Παθῶν Μου. Σᾶς τὸ λέγω καὶ τοῦτο μὲ τὸν ἴδιον Χρυσόστομον, τὸν ἠγαπημένον μου Ἰωάννην· «εἴ ποτε μέλλοιτε τῆς ἁγίας ταύτης μεθέξειν προσφορᾶς, πρὸ πολλῶν ἡμερῶν διακαθαίρειν διὰ μετανοίας καὶ εὐχῆς καὶ ἐλημοσύνης καὶ τῆς περὶ τὰ πνευματικὰ σχολῆς, αἰτῶ ὁ Βασιλεὺς ὑμῶν». Αὐτὴ εἶναι ἡ προετοιμασία, Χριστιανοί, τὴν ὁποίαν σᾶς ζητῶ ἐγώ, ὁ ἐπουράνιος Βασιλεύς, νὰ κάμετε πρῶτον καὶ ὕστερον νὰ κατοικήσω εἰς τὰς ψυχάς σας καὶ διὰ τῆς ἰδικῆς μου μεταλήψεως νὰ ἁγιάσω αὐτὰς καὶ μετὰ ταῦτα νὰ σᾶς χαρίσω τὴν οὐράνιον Βασιλείαν Μου, καθὼς σᾶς ἐχάρισα καὶ τὸ Σῶμά Μου καὶ τὸ ἄχραντον Αἷμά Μου. Ὦ ἀσύγκριτος δωρεὰ τοῦ μεγαλοδώρου μας Βασιλέως καὶ Θεοῦ, τὴν ὁποίαν χαρίζει εἰς ἡμᾶς τοὺς ἁμαρτωλούς. Ὦ οὐράνιος βρῶσις τοῦ Κυρίου μας, μὲ τὴν ὁποίαν τρέφομεν τὰς ψυχάς μας.