Τῇ αὐτῇ ἡμέρα μνήμη τοῦ Ὁσίου πατρὸς ἡμῶν ΠΑΥΛΟΥ τοῦ Ξηροποταμηνοῦ τοῦ κτίσαντος τὰς δύο Μονάς, τὴν τοῦ Ξηροποτάμου καὶ τὴν τοῦ Ἁγίου Παύλου, ἤτοι τὴν τοῦ Ἁγίου Γεωργίου, τοῦ ἀκμάσαντος ἐν ἔτει ωκ’ καὶ ἐν εἰρήνῃ τελειωθέντος.

ΕΙΚΟΝΑ

ΠΑΥΛΟΣ ὁ Ὅσιος πατὴρ ἡμῶν κατήγετο ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολιν. Πατήρ του ἦτο Μιχαὴλ ὁ βασιλεὺς ὁ Κουροπαλάτης, ὁ καὶ Ραγκαβὲ λεγόμενος [1], ὁ ὁποῖος μὴ ὑποφέρων νὰ βλέπῃ τὰς καθημερινὰς ἀταξίας ὅπου τότε ἐγίνοντο, ὡς εἰρηνικὸς ὅπου ἦτο καὶ θεοφοβούμενος, παρῃτήθη τῆς βασιλείας, γενόμενος μοναχὸς εἰς ἕνα Μοναστήριον ἰδικόν του κτίριον, τὴν κλῆσιν Μυρέλαιον [2], καὶ ζήσας θεαρέστως ἀνεπαύθη ἐν Κυρίῳ· ἡ μήτηρ αὐτοῦ ἦτο ἡ θαυμαστὴ κατὰ τὴν ἀρετὴν Προκοπία, θυγάτηρ Νικηφόρου βασιλέως τοῦ Γενικοῦ καὶ ἀδελφὴ Σταυρακίου τοῦ βασιλέως. Αὕτη εἰς τὸ ὅραμά της τὴν νύκτα ὅπου ἐπρόκειτο νὰ γεννήσῃ, εἶδεν ὅτι ἐγέννησεν ἐπάνω εἰς μίαν θημωνίαν σίτου ἕνα ἀρσενικὸν ἀρνίον, ὅταν δὲ κατέβη ἀπὸ τὴν θημωνίαν ἦλθαν δύο λέοντες διὰ νὰ τὸ καταξεσχίσουν, τὸ δὲ ἀρνίον ἀντιπολεμοῦσε μὲ αὐτούς, καὶ ὅτι βλέπουσα ἡ θασίλισσα τοῦτο, ἔτρεξε μὲ μεγάλην σπουδὴν διὰ νὰ βοηθήσῃ τὸ ἀρνίον, ὅταν δὲ ἐπῆγε κοντὰ εἰς αὐτό, εἶδεν ὅτι δὲν ἦτο ἀρνίον, ἀλλὰ παιδίον ἀρσενικόν, ἐβάστα δὲ εἰς χεῖράς του ἕνα σταυρόν, μὲ τοῦ ὁποίου τὴν δύναμιν ἐθανάτωσε τοὺς λέοντας. Ἐξεγερθεῖσα τότε τοῦ ὕπνου ἡ μήτηρ αὐτοῦ, ἐγέννησε τὸν μακάριον Προκόπιον [3], ὅτι οὕτως ὠνομάσθη εἰς τὸ Ἅγιον Βάπτισμα.

Τὸ ὅραμα τοῦτο ἐσήμαινε τὰ ἑξῆς. Τὸ ἀρνίον ἐσήμαινε τὴν ἀκακίαν καὶ πραότητα τοῦ παιδός· τὸ ἀρσενικόν, τὴν ἀνδρείαν, τὸ δὲ νὰ θανατώσῃ τοὺς δύο λέοντας διὰ τοῦ σταυροῦ εἰκόνιζε, πὼς ἔμελλε νὰ γίνη Μοναχός, νὰ βαστάσῃ τὸν σταυρὸν τοῦ Χριστοῦ, ἤτοι τὴν νέκρωσιν τῶν παθῶν καὶ τὰς πολλὰς θλίψεις ἐπάνω εἰς τὸν ὦμόν του καὶ μὲ αὐτὸν νὰ νικήσῃ καὶ νὰ θανατώσῃ τοὺς δύο φοβεροὺς λέοντας, δηλαδὴ τοὺς δύο μεγάλους ἐχθροὺς τοῦ Μοναχοῦ, τὸν διάβολον μὲ ὅλας του τὰς δυνάμεις, καὶ τὸν κόσμον μὲ ὅλας του τὰς δόξας καὶ τὰς ἀπολαύσεις· ἡ δὲ θημωνία τοῦ σίτου ἐσήμαινεν, ὅτι διὰ τοῦ διδασκαλικοῦ του λόγου καὶ τοῦ παραδείγματος τῆς ἀγγελικῆς του ζωῆς πολλὰς πεινασμένας ψυχὰς ἔχει νὰ θρέψῃ καὶ πολλοὺς ἀχυρώδεις καὶ ἀχρήστους ἔχῃ νὰ τοὺς κάμῃ ἀξίους, νὰ συγκλεισθοῦν εἰς τὴν οὐράνιον ἀποθήκην καὶ νὰ φανοῦν ἄρτος γλυκὺς ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ.

Χαρὰ λοιπὸν μεγάλη ἔγινεν εἰς ὁλόκληρον τὴν Κωνσταντινούπολιν διὰ τὴν γέννησιν τοῦ παιδίου, τὸ ὁποῖον ἐφαίνετο ἀπὸ μικρόν, ὅτι ἔχει νὰ καταστῇ μέγας. Ἀφοῦ δὲ ἀπεγαλακτίσθη ὁ παῖς, ἔκαμε καὶ ὁ πατὴρ αὐτοῦ τὴν παραίτησιν τῆς βασιλείας, ὡς εἴπομεν,


Ὑποσημειώσεις

[1] Ἐν δὲ τῷ Συναξαριστῇ τοῦ Κ. Δουκάκη ἀναφέρεται ὅτι οὗτος ὁ Ἅγιος ἦτο υἱὸς τοῦ Αὐτοκράτορος Θεοφυλάκτου υἱοῦ τοῦ Αὐτοκράτορος Μιχαὴλ τοῦ Ραγκαβὲ καὶ τῆς συζύγου τοῦ Θεοφυλάκτου, ἥτις ἦτο θυγάτηρ τοῦ Αὐτοκράτορος τῆς Δύσεως Καρόλου τοῦ Μεγάλου, κατ’ ἀκολουθίαν ἡ σύζυγος τοῦ Μιχαὴλ αὐτοκράτειρα Προκοπία ἀναφέρεται ἐκεῖ ὡς μάμμη τοῦ Ἁγίου.

[2] Ἐν δὲ τῷ Κ. Δουκάκῃ ἀναγράφεται Μυριλάκου.

[3] Ἐν τῷ Κ. Δουκάκῃ λέγεται ὅτι ὠνομάσθη Νικήτας.

[4] Ἐν τῷ Συναξαριστῇ τοῦ Κ. Δουκάκη ἀναφέρεται ὅτι ὁ Ἅγιος ἀπέκτησε δύο τέκνα, τὴν Σοφίαν, ἥτις συνεζεύχθη μετὰ τοῦ Αὐτοκράτορος Χριστοφόρου υἱοῦ τοῦ Ρωμανοῦ τοῦ Λεκαπηνοῦ καὶ τὸν Θεοφύλακτον τὸν μάγιστρον, ἐπιφέρει δὲ πρὸς μαρτυρίαν καὶ τὸ τοῦ ἱστορικοῦ Κ. Κεδρηνοῦ: «Νικήτας δὲ ὁ μάγιστρος καὶ πενθερὸς τοῦ Χριστοφόρου τοῦ βασιλέως, κατηγορηθεὶς ὡς ὑποτιθέμενος τῷ Χριστοφόρῳ κατὰ τοῦ ἰδίου γενέσθαι πατρὸς καὶ τοῦτον ἐξῶσαι τῆς βασιλείας, ἐξεβλήθη τῆς Πόλεως καὶ ἀπεκάρη Μοναχός».