Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ ἡ Ἁγία ΓΟΡΓΟΝΙΑ, ἡ ἀδελφὴ Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου, ἐν εἰρήνῃ τελειοῦται.

ΕΙΚΟΝΑ

ΓΟΡΓΟΝΙΑ ἡ μακαρία Μήτηρ ἡμῶν, ἡ ἀδελφὴ τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου, πατρίδα εἶχε τὴν Ναζιανζὸν τῆς Καισαρείας, καθὼς καὶ ὁ ἀδελφός της θεῖος Γρηγόριος· καὶ ὁ μὲν πατὴρ αὐτῆς ὠνομάζετο καὶ αὐτὸς Γρηγόριος, ἡ δὲ μήτηρ της Νόννα, ἥτις ἦτο Χριστιανὴ ἐκ γονέων καὶ προγόνων· ὁ πατὴρ αὐτῆς ἦτο ἀπὸ γονεῖς εἰδωλολάτρας καὶ αὐτὸς ὁ ἴδιος ἔμεινεν ἱκανὸν καιρὸν εἰς τὴν πλάνην τῆς εἰδωλολατρίας, ἀλλὰ ἡ εὐλογημένη Νόννα ἡ σύζυγός του μετεχειρίσθη πολλοὺς τρόπους, ἕως ὅτου τὸν ἔφερεν εἰς τὴν Χριστιανικὴν εὐσέβειαν· διότι ἧτο ἄνθρωπος ἀγαθῆς προαιρέσεως καὶ προτοῦ ἀκόμη γνωρίσῃ τὴν ἀλήθειαν καὶ δι’ αὐτὸ δὲν ἀφῆκεν ὁ Θεὸς ἀφώτιστον μίαν τοιαύτην ἀγαθὴν ψυχήν. Μετὰ δὲ τὸ Βάπτισμα τόσον διέλαμψεν εἰς τὰς ἀρετὰς ὁ Γρηγόριος, ὁ πατὴρ δηλαδή, ὥστε ἐχειροτονήθη καὶ Ἐπίσκοπος τῆς πατρίδος του Ναζιανζοῦ.

Ἡ δὲ ἀξιοθαύμαστος Νόννα τόσην προσοχὴν, εἶχεν εἰς τὰ θεῖα καὶ τόσην εὐλάβειαν, ὥστε, καθὼς λέγει ὁ Θεολόγος Γρηγόριος, ὁ υἱός της, ποτὲ δὲν ἐγύρισε τὴν ράχιν της ἀπὸ τὸ ἀνατολικὸν μέρος τῆς Ἐκκλησίας, ὅπου εἶναι ἡ Ἁγία Τράπεζα, ποτὲ δὲν ἔπτυσε κάτω εἰς τὸ ἔδαφος τοῦ Ναοῦ, ποτὲ δὲν ὡμίλησε μέσα εἰς τὴν Ἐκκλησίαν εἰς τὸν καιρὸν τῆς Ἀκολουθίας ἢ εἰς ἄλλον καιρόν, μόνον ἔξω τῆς Ἐκκλησίας, ὅταν ἦτο μεγάλη ἀνάγκη νὰ ὁμιλήσῃ. Καὶ τὶ νὰ λέγω τὰ κατὰ μέρος; Φθάνει νὰ εἴπω τοῦτο μόνον, ὅτι μὲ τὸ παράδειγμα τῶν ἀρετῶν της καὶ μὲ τὰς προσευχάς, τὰς ὁποίας ἔκαμνε πρὸς τὸν Θεὸν ἡμέρας καὶ νυκτός, ἠδυνήθη νὰ μεταβάλῃ τὸν ἄνδρα της, ὡς προείπομεν, ἀπὸ τὴν ἀσέβειαν εἰς τὴν εὐσέβειαν.

Γεννηθεῖσα λοιπὸν καὶ ἀνατραφεῖσα ἡ Ἁγία Γοργονία ἀπὸ τοιαύτην ἁγίαν μητέρα καὶ ἔχουσα τοιοῦτον πατέρα καὶ διδάσκαλον, τί ἦτο φυσικὸν νὰ γίνῃ; Νὰ γίνῃ, βέβαια, ὁμοία εἰς τὴν ἀρετὴν μὲ αὐτούς· νὰ γίνῃ ἄλλη Νόννα, εἰς τὴν πρὸς τὸν Θεὸν εὐλάβειαν, ὡς καὶ πράγματι ἔγινε· διότι, ἄν καὶ τὴν ὑπάνδρευσαν μὲ νόμιμον καὶ τίμιον γάμον, ἐν τούτοις τόσον ἐξεπέρασεν ὅλας τὰς ἄλλας γυναῖκας τοῦ καιροῦ της εἰς τὴν σωφροσύνην, διὰ νὰ μὴ εἴπω ὅτι ἐξεπέρασε καὶ τὰς παλαιὰς ἐκείνας, ὅπου ἐπαινοῦνται μεγάλως διὰ τὴν σωφροσύνην των, εἰς τρόπον ὥστε αὐτὴ ἔσμιξε μὲ τὸν γάμον τὸ καλὸν τῆς παρθενίας, δείξασα εἰς ὅλους, ὅτι οὔτε ἡ παρθενία μόνη ἑνώνει τὸν ἄνθρωπον μὲ τὸν Θεόν, οὔτε πάλιν ἡ ὑπανδρεία τὸν δεσμεύει μὲ τὸν κόσμον καὶ τὸν χωρίζει ἀπὸ τὸν Θεόν· διὰ τοῦτο οὔτε ὁ γάμος πρέπει νὰ εἶναι παντελῶς φευκτὸς ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους, οὔτε ἡ παρθενία ὅλως διόλου ἐπαινετή· ἀλλὰ ὁ νοῦς εἶναι ὅστις ἐπιστατεῖ καλῶς εἰς τὸν γάμον καὶ εἰς τὴν παρθενίαν καὶ αὐτὸς ἢ ἑνώνει τὸν ἄνθρωπον μὲ τὸν Θεόν, ἢ τὸν δεσμεύει μὲ τὸν κόσμον καὶ τὸν χωρίζει ἀπὸ τὸν Θεόν·