Ἐγκώμιον εἰς τὸν Ἅγιον Ἱερομάρτυρα ΛΕΩΝΙΔΗΝ καὶ τὴν Συνοδίαν αὐτοῦ.

Διὰ τοῦτο σπεύδοντες νὰ διαβοῦν τὴν θάλασσαν καὶ νὰ φθάσουν εἰς αὐτὸν ταχύτερον ἀπὸ τὸν Πέτρον, δὲν ἠνείχοντο νὰ φοροῦν τὸ φυσικὸν ἔνδυμα, τὸ σῶμα, ἀλλ’ ἐπόθουν νὰ ἐκδυθοῦν τοῦτο καὶ νὰ παρουσιασθοῦν ἐλαφρότεροι ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ μὲ γυμνὰς τὰς ψυχάς των. Διότι δὲν εἶχον κανένα δισταγμόν, ὅπως θὰ ἔπραττον ἄλλοι ὀλιγόπιστοι, ὅτι ἀφοῦ ἐρρίφθησαν ἔξω ἀπὸ τὸ πλοῖον θὰ διατρέξουν κίνδυνον καὶ δὲν θὰ ἔλθουν πρὸς τὸν Ἰησοῦν, ἀλλὰ ὅτι γενόμενοι ἐλαφροὶ ἀπὸ τὴν μεγάλην πίστιν, τὴν ὁποίαν εἶχον πρὸς τὸν Θεόν, μὲ ἐμπιστοσύνην ἔκαμαν τὸν ἐπὶ τῆς θαλάσσης περίπατον, ὁ ὁποῖος ὡδήγει πρὸς τὸν Κύριον. Καὶ ὄχι μόνον γενναίως ἀπὸ τὸ πλοῖον ἐρρίφθησαν εἰς τὴν θάλασσαν, ἀλλὰ καὶ αὐτὸ τὸ σῶμα μὲ χαρὰν ἐξεδύθησαν καὶ ἤδη ἀπολαμβάνουν τὴν οὐράνιον μακαριότητα. Τὴν ὁποίαν εὔχομαι νὰ ἐπιτύχωμεν καὶ ἡμεῖς διὰ τῆς Χάριτος τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ᾯ ἡ δόξα εἰς τοὺς αἰῶνας. Ἀμήν.

                       

ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ


Ὑποσημειώσεις

[1] Περίφημος εἶναι ὁ Ἐπιτάφιος, τὸν ὁποῖον ἐξεφώνησεν ὁ Περικλῆς πρὸς τιμὴν τῶν νεκρῶν τοῦ Αʹ ἔτους τοῦ Πελοποννησιακοῦ πολέμου, καὶ τὸν ὁποῖον διέσωσεν ὁ Θουκυδίδης εἰς τὴν ἱστορίαν του.

[2] «Δικαίων δὲ ψυχαὶ ἐν χειρὶ Θεοῦ, καὶ οὐ μὴ ἅψηται αὐτῶν βάσανος. Ἔδοξαν ἐν ὀφθαλμοῖς ἀφρόνων τεθνάναι…» (Σοφ. Σολ. γʹ 1-2).

[3] Ἐννοεῖ τὸν Ἑωσφόρον, ὅστις ἐπαρθεὶς εἶπεν ἐν ἑαυτῷ· «Εἰς τὸν οὐρανὸν ἀναβήσομαι, ἐπάνω τῶν ἀστέρων τοῦ οὐρανοῦ θήσω τὸν θρόνον μου…» (Ἡσ. ιδʹ 13-14).

[4] «Τοῦ Θεοῦ περὶ ἡμῶν κρεῖττον τι προβλεψαμένου, ἵνα μὴ χωρὶς ἡμῶν τελειωθῶσιν» (Ἑβρ. ιαʹ 40).

[5] Ὡς ὑποσημειοῦμεν ἐν ταῖς σελίσι 258-261, τὰ ἐρείπια τοῦ Ναοῦ τούτου ἀπεκαλύφθησαν κατὰ τὰς διενεργηθείσας κατὰ τὸ ἔτος 1917 ἀνασκαφὰς ὑπὸ τοῦ καθηγητοῦ Γ. Σωτηρίου, ὅστις ἐκ τῆς περικοπῆς ταύτης τοῦ λόγου τοῦ Χωνιάτου ὡδηγήθη εἰς τὸν τόπον ἔνθα ἐνήργησε τὰς ἀνασκαφὰς (ἔνθα ἀνωτέρω σημειοῦται). Ἐν τῷ πρωτοτύπῳ ὁ Ναὸς οὗτος ὀνομάζεται πολυάνδριον.

[6] Τὸ πρωτότυπον λέγει ὅτι ἐσπαράσσετο «τιτανικῶς». Δι’ αὐτοῦ ὑπαινίσσεται ὁ Χωνιάτης τὸν Τιτᾶνα Προμηθέα, ὁ ὁποῖος ἐδέθη ἐπὶ τοῦ Καυκάσου κατὰ διαταγὴν τῶν θεῶν καὶ καθ’ ἑκάστην ἀετὸς ἐσπάρασσε τὸ ἧπαρ του, διότι παρέδωσε τὸ πῦρ εἰς τοὺς ἀνθρώπους.

[7] Βλέπε σχετικῶς ἐν τῇ ὑποσημειώσει τῆς σελίδος 261.

[8] Τὸ ἐπίγραμμα τοῦτο, ὡς καὶ τὸ ἐν συνεχείᾳ ἀναφερόμενον, δὲν εἶναι ἀκριβῆ ὡς παρατίθενται ἐνταῦθα. Σχολιάζων τὸ σημεῖον τοῦτο ὁ ἀείμνηστος Σπυρίδων Λάμπρος ἀποφαίνεται ὅτι ὁ Ἱερὸς Χωνιάτης ἀπήγγειλε ταῦτα ἐκ τοῦ προχείρου καὶ ἀπὸ μνήμης, διὸ καὶ δὲν κατεχωρίσθησαν ὡς ἀκριβῶς ἔχουσι. Τὸ ἀκριβὲς κείμενον τοῦ πρώτου τούτου ἐπιγράμματος ἔχει οὕτω: «Ὦ ξεῖν’ ἀγγέλλειν Λακεδαιμονίοις, ὅτι τῇδε κείμεθα τοῖς κείνων ρήμασι πειθόμενοι.»

[9] Τὸ δεύτερον τοῦτο ἐπίγραμμα ἔχει κατὰ λέξιν οὕτω: «μυριάσι ποτὲ τῇδε τριακοσίαις ἐμάχοντο ἐκ Πελοποννήσου χιλιάδες τέττορες».