Διότι ὅμοιον τὸ ὅμοιον ἀγαπήσει, ὡς λέγει καὶ ὁ λόγος (Σειρ. ιγ’ 15-16). Ἐὰν λοιπὸν θελήσῃ ὁ ἄνθρωπος νὰ κάμῃ ὅσα τοῦ ζητεῖ τὸ σῶμα, νηστείαν δὲν κάμνει ποτέ. Διότι τὸ σῶμα θέλει νὰ πολυφάγῃ, θέλει νὰ πολυπίῃ, νὰ πολυκοιμηθῇ καὶ σχεδὸν εἰπεῖν, ὅλα τὰ φθαρτὰ ζητεῖ, ὅσα εἶναι ἐναντία τῆς νηστείας· διὰ τοῦτο ὁ ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος κάμνει τὰ θελήματα τοῦ σώματος δὲν δύναται νὰ νηστεύσῃ.
Ὅταν δὲ πάλιν τις νηστεύῃ, διὰ νὰ τὸν ἐπαινέσουν οἱ ἄνθρωποι, ἐκεῖνος δὲν ὠφελεῖται ἀπὸ τὴν νηστείαν του, καθὼς τὸ ὁρίζει καὶ ὁ Κύριος εἰς τὸ ἅγιον Εὐαγγέλιον· «Ὅταν νηστεύητε, μὴ γίνεσθε ὥσπερ οἱ ὑποκριταὶ σκυθρωποί· ἀφανίζουσι γὰρ τὰ πρόσωπα αὐτῶν, ὅπως φανῶσι τοῖς ἀνθρώποις νηστεύοντες. Ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ὅτι ἀπέχουσι τὸν μισθὸν αὐτῶν» (Ματθ. ϛ’ 16). Ἀλλὰ καὶ ὁ Μέγας Παῦλος πῶς ὁρίζει; «Εἰ γὰρ ἔτι ἀνθρώποις ἤρεσκον, Χριστοῦ δοῦλος οὐκ ἂν ἤμην» (Γαλ. α’ 10). Καὶ ὁ Προφήτης Δαβὶδ τοὺς τοιούτους ἀνθρώπους τοὺς καταρᾶται καὶ λέγει, ὅτι ὁ Θεὸς «διεσκόρπισεν ὀστᾶ ἀνθρωπαρέσκων» (Ψαλμ. νβ’ 6). Ἀλλὰ καὶ οἱ διδάσκαλοι τῆς Ἐκκλησίας μᾶς λέγουν ὅτι «τὸ καλὸν οὐκ ἔστι καλόν, ὅταν μὴ καλῶς γένηται». Ἐπὶ παραδείγματι ἐὰν κάμῃς ἐλεημοσύνην, διὰ νὰ σὲ ἐπαινέσουν οἱ ἄνθρωποι, μισθὸν δὲν ἔχεις, διότι καὶ ὁ Κύριος οὕτω ὁρίζει· «Σοῦ δὲ ποιοῦντος ἐλεημοσύνην, μὴ γνώτω ἡ ἀριστερά σου τὶ ποιεῖ ἡ δεξιά σου» (Ματθ. ϛ’ 3). Καὶ πάλιν ἐὰν προσεύχησαι διὰ νὰ σὲ τιμήσουν οἱ ἄνθρωποι, κόλασιν μάλιστα ἔχεις (αὐτ. 5). Ἴδετε δὲ καὶ τὴν ἀλήθειαν. Τιμᾷ ὁ Θεός, τιμῶσι καὶ οἱ ἄνθρωποι· καὶ ἐὰν μὲν ζητῇς τιμὴν ἐξ ἀνθρώπων, ὁ Θεὸς δὲν σὲ τιμᾷ· ἐὰν δὲ ζητῇς τιμὴν ἐκ Θεοῦ, σὲ τιμῶσι καὶ οἱ ἄνθρωποι, διότι οἱ ἄνθρωποι κάμνουν τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ἐγνώρισες, διατὶ ἡ ἀνθρωπαρέσκεια δὲν κατορθώνει νηστείαν; Μάθε καὶ διὰ τὴν ἔχθραν· καὶ πρῶτον ἄκουσον διὰ τὴν ἀγάπην, νὰ ἐννοήσῃς ποία εἶναι ἡ ἔχθρα.
Ἀγάπην πρέπει νὰ ἔχωμεν ὄχι μόνον πρὸς τὸν συγγενὴ καὶ τὸν φίλον μας, ἀλλὰ καὶ πρὸς τὸν ἐχθρόν μας. Ὁ Χριστὸς ὁρίζει περὶ τῆς ἀγάπης εἰς τὸ ἅγιον Εὐαγγέλιον· «Ἀγαπήσεις Κύριον τὸν Θεόν σου ἐξ ὅλης τῆς καρδίας σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς ἰσχύος σου καὶ ἐξ ὅλης τῆς διανοίας σου, καὶ τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν» (Λουκ. ι’ 27, Ματθ. κβ’ 37-39, Μάρκ. ιβ’ 30-31). Ὁ Θεὸς δηλαδὴ δὲν θέλει νὰ τὸν ἀγαπᾷς ἔξω τῆς δυνάμεώς σου. Ἤτοι, δὲν δύνασαι νὰ μαρτυρήσῃς; ὁ Θεὸς δὲν σοῦ ζητεῖ τοῦτο· ἀλλ’ ὅσον δύνασαι σύ, τόσον θέλει καὶ ὁ Θεός· πλὴν θέλει νὰ ἀγαπᾷς καὶ πάντα ἄνθρωπον Χριστιανὸν ὅπως καὶ τὸν ἑαυτόν σου, καὶ νὰ θέλῃς τὸ καλόν του, ὅπως καὶ τὸ ἰδικόν σου.