Καὶ ἐκεῖνοι ἀπήντησαν· «Πράγματι ἀπὸ τὸν Θεὸν διετάχθη». Οἱ Ἅγιοι εἶπον· «Ἀπομένει ἀκόμη νὰ λυθῇ καὶ ἐκεῖνο τὸ ὁποῖον εἴπατε, περὶ τῶν νικῶν, τὰς ὁποίας ἐπιτυγχάνετε εἰς τοὺς πολέμους καὶ τὰς ὁποίας θέλετε νὰ ἀποδίδετε εἰς τὴν δῆθεν εὐσέβειαν τῶν στρατευμάτων σας. Ἆρά γε, δὲν ἠκούσατε τὰς παλαιὰς νίκας τῶν Περσῶν, οἱ ὁποῖοι ἐνίκησαν ὅλον σχεδὸν τὸν τότε γνωστὸν κόσμον καὶ δεύτερον τὰς νίκας τῶν Ἑλλήνων, οἱ ὁποῖοι ὑπεδούλωσαν καὶ τοὺς Πέρσας; Κατόπιν δὲν ἠκούσατε τὰς νίκας τῶν παλαιῶν Ρωμαίων, οἵτινες ἐκυρίευσαν ὅλην τὴν οἰκουμένην; Τί λοιπὸν ἀπαντᾶτε εἰς αὐτά; Οἱ τοιοῦτοι ἦσαν εὐσεβεῖς; Δὲν ἐπίστευον ὅλοι εἰς τὴν πολυθεΐαν; Δὲν προσεκύνουν τὰ εἴδωλα; Πόθεν λοιπὸν παρεχωρήθησαν εἰς αὐτοὺς αἱ τόσαι νῖκαι καὶ ἡ τόση κυριαρχία;».
Ταῦτα εἰπόντων τῶν Ἁγίων καὶ ἀφοῦ ἐκεῖνοι ἔμειναν ἄναυδοι, εἶπον καὶ πάλιν οἱ Ἅγιοι· «Ἐκ τῆς Ἁγίας Γραφῆς καὶ ἐξ ὅλων ὅσων εἴπομεν, φανερὸν εἶναι, ὅτι ὁ Θεὸς δίδει τὴν νίκην εἰς ἕνα στράτευμα ἀναλόγως πρὸς τὸν ἐπιδιωκόμενον σκοπόν. Δίδεται δηλαδὴ ἡ νίκη καὶ εἰς τοὺς εὐσεβεῖς καὶ εἰς τοὺς ἀσεβεῖς. Καὶ εἰς μὲν τοὺς εὐσεβεῖς δίδεται ὅταν ὁ Θεὸς θέλῃ νὰ δοξασθῇ τὸ ὄνομά του τὸ ἅγιον, εἰς δὲ τοὺς ἀσεβεῖς, ὅταν ὁ Θεὸς θέλῃ νὰ τιμωρήσῃ τοὺς εὐσεβεῖς διὰ τὰς παρεκτροπάς των. Ὅταν δηλαδὴ οἱ εὐσεβεῖς βυθίζωνται εἰς τὴν ἁμαρτίαν καὶ παραμένουσιν ἀμετανόητοι, προσκρούοντες οὕτω εἰς τὸν νικοποιὸν Θεὸν διὰ μέσου τῆς ἀχαριστίας. Πρὸς τοῦτο πρέπει νὰ γνωρίζωμεν, ὅτι πρὸς τιμωρίαν τῶν ἁμαρτανόντων ὁ Θεὸς μεταχειρίζεται ὄχι τοὺς καλοὺς καὶ τοὺς πρᾳοτάτους τῶν ἀνθρώπων, ἀλλὰ τοὺς σκληροὺς καὶ πονηροτάτους αὐτὸ δὲ εἶναι ἐκεῖνο τὸ ὁποῖον σᾶς κάμνει νὰ ἀπατᾶσθε καὶ νὰ ὑπερηφανεύεσθε, νομίζοντες ὅτι εἶσθε εὐσεβεῖς, ἂν καὶ δὲν εἶσθε. Ἀλλὰ καὶ τοῦτο ἐπιτρέπει ὁ Θεὸς διὰ σᾶς πρὸς μεγαλυτέραν τιμωρίαν σας. Ἀρκετὰ ὅμως εἶναι αὐτὰ τὰ ὁποῖα εἴπομεν. Ἐπειδὴ λοιπὸν ἡμεῖς εἴμεθα Χριστιανοί, δὲν δεχόμεθα διδάσκαλον ἀμαρτύρητον καὶ ἀσύμφωνον πρὸς τοὺς Ἁγίους Προφήτας, διὰ νὰ μὴ τὸν εἴπωμεν καὶ ἀντίθετον ἐκείνων». Ταῦτα ἐκεῖνοι ἀκούσαντες καὶ ἐννοήσαντες τὸ ἀπαράτρεπτον τῶν Ἁγίων Μαρτύρων, ἐπέστρεψαν εἰς τὸν ἀρχηγόν των, ἀναφέροντες εἰς αὐτὸν τὰ περὶ τοῦ ἀκλονήτου φρονήματος τῶν ἀνδρῶν καὶ τὴν πεποίθησίν των εἰς τὴν τοῦ Χριστοῦ Πίστιν, οἱ δὲ Ἅγιοι μετὰ θερμῶν δακρύων ηὐχαρίστουν τὸν Θεόν, διότι ἠξιώθησαν νὰ εἶναι Χριστιανοὶ καὶ νὰ πάσχουν τόσα δεινὰ διὰ τὸν ἀληθῆ Θεόν, δεόμενοι μὲ λύπην πολλὴν ὑπὲρ ἐκείνων, οἵτινες εἶχον κυριευθῆ ἀπὸ τὴν πλάνην τοῦ ἀθὲου Μωάμεθ. Παρεκάλουν δὲ τὸν Θεὸν νὰ ἀπαλλάξῃ αὐτοὺς ἀπὸ τὴν τόσον μωρὰν καὶ παράλογον πλάνην.