Ὅστις λοιπὸν προφυλάσσει καλῶς καὶ ὅπως πρέπει τὸν ἑαυτόν του κατὰ τὰς ἁγίας ταύτας ἡμέρας εἶναι μακάριος, ἀδελφοί μου, ἔστω καὶ ἂν συνέβη, ὡς ἄνθρωπος, νὰ ἁμαρτήσῃ καὶ αὐτὸς εἴτε ἐξ ἀσθενείας εἴτε ἐξ ἀμελείας. Ἰδού, μᾶς ἔδωσεν ὁ Θεὸς τὰς ἁγίας ταύτας ἡμέρας, ὥστε ἐὰν κανεὶς θελήσῃ μὲ πνευματικὴν προσοχὴν καὶ ταπεινοφροσύνην νὰ φροντίσῃ διὰ τὸν ἑαυτόν του καὶ νὰ μετανοήσῃ κατὰ τὴν διάρκειαν αὐτῶν, νὰ καθαρίζεται ἀπὸ τὰς ἁμαρτίας ὅλου τοῦ ἔτους. Οὕτω ἡ ψυχή του ἀναπαύεται ἀπὸ τοῦ βάρους τῶν ἁμαρτιῶν του καὶ προσέρχεται καθαρὸς κατὰ τὴν ἁγίαν ἡμέραν τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου καὶ μεταλαμβάνει τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων χωρὶς κίνδυνον κατακρίσεως καὶ γίνεται νέος ἄνθρωπος διὰ τῆς νηστείας τῶν ἁγίων τούτων ἡμερῶν καὶ παραμένει εἰς διαρκῆ χαρὰν καὶ πνευματικὴν εὐφροσύνην, ἑορτάζων μετὰ τοῦ Θεοῦ καθ’ ὅλην τὴν ἁγίαν Πεντηκοστήν. Διότι ἡ Πεντηκοστὴ εἶναι ἀνάστασις ψυχῶν, ὡς λέγει ἡ Γραφή. Αὐτὴν τὴν ἀνάστασιν ἀκριβῶς συμβολίζει τὸ ὅτι δὲν κλίνομεν τὰ γόνατα καθ’ ὅλην τὴν Ἁγίαν Πεντηκοστήν.
Ὅποιος λοιπὸν θέλει νὰ καθαρισθῇ ἀπὸ τὰς ἁμαρτίας του ὅλου τοῦ ἔτους διὰ τῆς καθαριστικῆς δυνάμεως τῶν ἡμερῶν τούτων, πρῶτον μὲν πρέπει νὰ διαφυλάττῃ τὴν ὑγείαν του διὰ τῆς ἐναλλαγῆς τῆς διαίτης. Διότι ἡ μὴ ἐναλλαγὴ τῶν λαμβανομένων τροφῶν, καθὼς λέγουν οἱ θεῖοι Πατέρες, γεννᾷ εἰς τὸν ἄνθρωπον κάθε κακόν. Ἔπειτα πρέπει νὰ φυλάττῃ ὁμοίως τὸν ἑαυτόν του ἀπὸ τὴν κατάλυσιν τῆς νηστείας χωρὶς νὰ ὑπάρχῃ μεγάλη ἀνάγκη, νὰ μὴ ἐπιζητῇ τὰ ὡραῖα καὶ εὐχάριστα φαγητά· νὰ μὴ ὑπερφορτώνῃ τὴν κοιλίαν του μὲ τὴν ἀφθονίαν τῶν φαγητῶν καὶ τῶν ποτῶν. Δύο δὲ εἶναι τὰ εἴδη τῆς γαστριμαργίας. Ἄλλοτε, δηλαδή, ἐπιδιώκει κανεὶς τὴν εὐχαρίστησιν ἐκ τοῦ φαγητοῦ· εἰς τὴν περίπτωσιν ταύτην ὁ ἄνθρωπος δὲν θέλει νὰ φάγῃ πολύ, ἀλλὰ θέλει εὐχάριστον καὶ γλυκὺ φαγητόν. Ὅταν δὲ ὁ τοιοῦτος τρώγῃ κάποιο φαγητόν, τὸ ὁποῖον τοῦ ἀρέσει ἐξαιρετικά, τόσον κυριεύεται ἀπὸ τὴν εὐχαρίστησιν τὴν ὁποίαν δοκιμάζει, ὥστε τὸ διατηρεῖ ἐπ’ ἀρκετὴν ὥραν εἰς τὸ στόμα του καὶ δὲν σπεύδει νὰ τὸ καταπίῃ διὰ νὰ μὴ στερηθῇ τὴν ἐξ αὐτοῦ εὐχαρίστησιν. Τοῦτο τὸ εἶδος λέγεται λαιμαργία. Ἄλλος πάλιν ἐπιδιώκει τὴν πολυφαγίαν. Οὗτος δὲν θέλει καὶ τόσον ἐκλεκτὰ φαγητὰ οὔτε καὶ ἐνδιαφέρεται πολύ, ἐὰν εἶναι γλυκὰ ἢ νόστιμα· ἀλλὰ εἴτε εἶναι καλὰ εἴτε ὄχι, ἄλλο τίποτε δὲν θέλει εἰμὴ μόνον νὰ φάγῃ ὅ,τι δήποτε καὶ ἂν εἶναι, καὶ δι’ οὐδὲν ἄλλο ἐνδιαφέρεται εἰμὴ μόνον νὰ γεμίσῃ τὴν κοιλίαν αὐτοῦ. Τοῦτο τὸ εἶδος λέγεται γαστριμαργία.