Τότε ἀμφότεροι μὲ μίαν ψυχὴν καὶ φωνὴν ἀπεκρίθησαν· «Ἐὰν ἦτο δυνατὸν νὰ μᾶς δώσῃς μυρίους θανάτους, δὲν θέλεις μᾶς νικήσει, νὰ ἀφήσωμεν τὸν ἀληθῆ Θεὸν καὶ νὰ προσκυνήσωμεν ἀναίσθητα εἴδωλα». Τότε τοὺς ἔβαλον εἰς κλίνην σιδηρᾶν καὶ κάτωθεν ἔστρωσαν ἀνημμένους ἄνθρακας, οἵτινες τοὺς κατέκαιον· ὁ δὲ Λυσίας ἔλεγεν· «Ἂς ἔλθῃ τώρα ὁ Χριστὸς νὰ τοὺς βοηθήσῃ, ἀφ’ οὗ δι’ αὐτὸν βασανίζονται». Τότε λέγει εἰς αὐτὸν ὁ Ἅγιος μὲ ἦθος εὐπρεπὲς καὶ εὔκοσμον· «Ἐδῶ εἶναι ὁ Δεσπότης Χριστός, ταλαίπωρε, καὶ μᾶς δροσίζει ὡς παντοδύναμος, ἀλλὰ σὺ δὲν τὸν βλέπεις ἀπὸ τὴν δεινὴν τῆς ἀσεβείας σκότωσιν».
Βλέπων τοὺς Ἁγίους ὁ τύραννος, ὅτι ὑπέμεινον καρτερῶς τὴν καῦσιν τοῦ πυρός, ἐξήγαγεν αὐτοὺς ἐκεῖθεν ἔχων ἀκόμη μικρὰν ἐλπίδα καὶ λέγει· «Κἂν τώρα σπλαγχνισθῆτε ὀλίγον τον ἑαυτόν σας καὶ μὴ θελήσητε νὰ ἴδῃ ὁ εἷς τοῦ ἄλλου ἀδελφοῦ τὸν χαλεπὸν θάνατον». Ἐκεῖνοι δὲ ὡς ἀδελφοὶ εἰς τὰς ψυχὰς μᾶλλον ἢ εἰς τὰ σώματα ἀπεκρίθησαν· «Ἡμεῖς σὲ συμβουλεύομεν νὰ λυπηθῇς τὴν ψυχήν σου καὶ νὰ προσκυνήσῃς τὸν ἀληθῆ Θεὸν διὰ νὰ λυτρωθῇς τῆς ἀτελευτήτου γεέννης καὶ τῶν αἰωνίων ἐκείνων κολάσεων, θὰ παρακᾳλέσωμεν δὲ καὶ ἡμεῖς τὸν Κύριον νὰ σοῦ συγχωρήσῃ τὰ πρότερα ἁμάρτήματα». Ταῦτα ἀκούσας ὁ Λυσίας λυσσᾷ περισσότερον καὶ προστάσσει νὰ τοὺς βάλωσιν εἰς λέβητας πλήρεις θερμοῦ ὕδατος καὶ νὰ τοὺς βράσωσιν ἕως οὗ διαλυθῶσιν. Εἰς μάτην ὅμως ἐκοπία ὁ δύστηνος, διότι ὅσον ἔβραζον οἱ ὑπηρέται τὸ ὕδωρ καὶ τοῦτο ἐκόχλαζε, τοσοῦτον ἤρχετο ἄνωθεν ἡ θεία δρόσος καὶ αὐτοὶ κατεψύχοντο θαυμασιώτατα καὶ ἵσταντο χαίροντες. Οὕτω δὲ μένοντες προσηύχοντο μὲ φαιδρότητα ψάλλοντες· «Ἔσωσας γὰρ ἡμᾶς, (Κύριε), ἐκ τῶν θλιβόντων ἡμᾶς, καὶ τοὺς μισοῦντας ἡμᾶς κατῄσχυνας» (Ψαλμ. μγ’ 8).
Μὴ ἔχων πλέον ὁ Λυσίας ἐλπίδα τινὰ μεταβολῆς εἰς τοὺς Μάρτυρας, ἔδωκε κατ’ αὐτῶν τὴν τελευταίαν τοῦ ξίφους ἀπόφασιν, νὰ τοὺς θανατώσωσιν ἔξω τῶν Αἰγῶν. Φθάνοντες δὲ εἰς τὸν τόπον τῶν κακούργων, οὕτω προσηύξαντο· «Εὐχαριστοῦμέν σοι, Χριστὲ ὁ Θεός, διότι μᾶς ἠξίωσας νὰ τελέσωμεν τὸν δρόμον τοῦ Μαρτυρίου, νὰ φυλάξωμεν τὴν πίστιν ἀμώμητον καὶ νὰ ἀγωνισθῶμεν τὸν καλὸν ἀγῶνα γενναίως καὶ ἀνδρειότατα. Ὅθεν παρακαλοῦμέν σε, φιλάνθρωπε Κύριε, ἀξίωσον ἡμᾶς νὰ ἐπιτύχωμεν τοῦ χαρίσματος τῆς αἰωνίους Βασιλείας σου καὶ νὰ συναριθμηθῶμεν μετὰ τῶν Ἁγίων δούλων σου».