Ὑποσημειώσεις
[1] Ἄτρα· κωμόπολις τῆς Τουρκίας (τὸ σημερινὸν Ντέρτκονακ) εὑρισκομένη 9 χιλιομέτρων Δ-ΝΔ τῆς Ἀργυρουπόλεως (τὸ σημερινὸν Γκιουμούς-Χανέ). Σύμφωνα μὲ τὴν παράδοση, θεωρεῖται ὡς ἡ γενέτειρα πόλη τῆς ποντιακῆς οἰκογένειας τῶν Γαβράδων.
[2] Χαλδία· ἀπήρτιζε ἓν ἐκ τῶν 29 θεμάτων εἰς τὰ ὁποία ἦτο διῃρημένη (στρατιωτικῶς καὶ διοικητικῶς) ἡ Βυζαντινὴ αὐτοκρατορία, τὸ ἀνατολικώτερον αὐτῆς ἐπὶ τοῦ Εὐξείνου Πόντου, πρωτεύουσα δὲ τούτου ἦτο ἡ Τραπεζοῦς.
[3] Κολώνεια· ὁμοίως ἀπήρτιζε ἰδιαίτερον θέμα, μεσόγειον, νοτίως τῆς Χαλδίας.
[4] Πρβλ. Δευτερονόμιον, λβʹ 32.
[5] Ἄννα Κομνηνὴ (1083-1153)· πρωτότοκος θυγατέρα τοῦ αὐτοκράτορος Ἀλέξιου Αʹ Κομνηνοῦ καὶ τῆς Εἰρήνης Δούκαινας. Ἐγράφη εἰς τὴν Ἱστορίαν κυρίως διὰ τὸ ἔργον της ἡ «Ἀλεξιάς», ὅπου ἐξυμνεῖ τὸ ἔργον τοῦ πατρός της. Εἰς τὸ ἴδιον ἔργον ὑπάρχουν ἀρκεταὶ πληροφορίαι διὰ τὴν στρατιωτικὴν δράσιν τοῦ Ἁγίου Θεοδώρου Γαβρᾶ.
[6] Ἀλέξιος Αʹ Κομνηνὸς (1057-1118)· αὐτοκράτωρ τοῦ Βυζαντίου (1081-1118). Ἐπὶ ἐποχῆς του ἤκμασε ἡ βυζαντινὴ αὐτοκρατορία καὶ ἦτο ἐκείνος ὅπου διώρισε δούκα Τραπεζούντος τὸν Ἅγιο Θεόδωρο Γαβρᾶ. Προσεπάθησε ἀνεπιτυχῶς νὰ ἔλθει εἰς συγγένειαν μαζί του.
[7] Ἰσμαήλ· ἦτο τότε (1098) ἀρχισατράπης τῶν Σελτζουκιδῶν τοῦ Χορασὰν (Μεσοποταμίας). Πατέρας του ἦτο ὁ σουλτάνος τοῦ Χορασάν, Παργιαρούχ (1094-1105). Παππούς του ἦτο ὁ σουλτάνος τοῦ Χορασάν, Μαλὶκ Σὰχ ὁ Αʹ ἢ Ταπάρη (1072/3-92), καὶ προπάππους του ἦτο ὁ σουλτάνος Ἄρπ Ασλάν (1063-1072/3).
[8] Κολώνεια· εὐρύτερη περιοχή, ἔκειτο πλησίον τῆς σημερινῆς πόλεως Σεμπὶν Καραχισάρ.
[9] Νεοκαισάρεια· πόλις τῆς Τουρκίας, ἡ σημερινὴ Νικσάρ.
[10] Βαϋβερδών· πόλις τῆς Τουρκίας, ἡ σημερινὴ Μπαϊπούρτ.
[11] Θεοδοσιούπολις· πόλις τῆς Τουρκίας, ὅπου ἐμαρτύρησε ὁ Ἅγιος Θεόδωρος Γαβρᾶς, ἡ σημερινὴ Ἐρζερούμ (ἤτοι «γῆ τῶν Ρωμαίων», δηλ. τῶν Ἑλλήνων).
[12] Β. Βλυσίδου, Ἑ. Κουντουρᾶ, Σ. Λαμπράκης, Τ. Λουγγῆς, Ἀ. Σαββίδης «Ἡ Μικρὰ Ἀσία τῶν Θεμάτων», Ι.Β.Ε. / Ε.Ι.Ε., σελ. 329, 1998.
[13] Ἀμυράλης· κάποιος στρατηγὸς τοῦ ἀρχισατράπη Ἰσμαήλ, προφανῶς ἐμίρης μὲ τὸ ὄνομα Ἀλή.
[14] Κωνσταντῖνος Γαβρᾶς· ἀνεψιὸς τοῦ Ἁγίου Θεοδώρου Γαβρᾶ καὶ δούκας τῆς Χαλδίας ἀπὸ τὸ 1118 περίπου ἕως τὸ 1140. Ἐκληρονόμησε τὰς ἀρετὰς τοῦ θείου του, συμφώνως μὲ τὰς περιγραφὰς τῶν ἱστορικῶν δημοτικῶν τραγουδιῶν, ποὺ ἀναφέρονται εἰς τὸ πρόσωπόν του. Ταυτοχρόνως ἔκανε τὴν ἀνακομιδὴ τῶν λειψάνων τοῦ Ἁγίου Θεοδώρου Γαβρᾶ, καὶ ἀνήγειρεν Ἱερὰν Μονὴν καὶ Ναὸν πρὸς τιμὴν τοῦ Ἁγίου, ἐντὸς τῆς πόλεως τῆς Τραπεζοῦντος, μεταξὺ τῶν ἐτῶν 1118 καὶ 1140.