Εἰς τὸ Ραχῆτι δὲ τῆς Αἰγύπτου τόσον ἐθύμωσαν οἱ Ἀγαρηνοί, ὥστε τινὲς ἐξ αὐτῶν, Τουρκοκρῆτες τὸ γένος, ἀπεφάσισαν νὰ τὸν φονεύσουν, λέγοντες, ὅτι ἀσφαλῶς δὲν εἶναι Τοῦρκος, ἀλλὰ Χριστιανός, μαθὼν δὲ τοῦτο ὁ Ἀλέξανδρος ἀνεχώρησεν ἐκεῖθεν. Τοιοῦτος θάνατος δὲν ἦτο ὁμολογουμένως τῆς Χριστιανικῆς ὁμολογίας πρόστιμον, καθὼς κατόπιν ἐγένετο. Ὑπωψιάσθησαν δὲ ἐκεῖνοι ὅτι ἦτο Χριστιανός, ἐπειδὴ ἔβλεπον, ὅτι συχνὰ συνανεστρέφετο Χριστιανοὺς καὶ μὲ πολλὴν ἡμερότητα καὶ γλυκύτητα συνωμίλει μετ’ αὐτῶν. Ὅταν λοιπὸν συνηντᾶτο μόνος μετὰ Χριστιανῶν, συνήθιζε νὰ λέγῃ αἰνιγματωδῶς, ὅτι τὸ ἓν τρία καὶ τὰ τρία ἕν. Εἴς τινα δὲ Ζαγοραῖον Παναγιώτην καὶ ἄλλα τινὰ μυστικώτερα ἔλαβε θάρρος νὰ εἴπῃ, ἐκ τῶν ὁποίων ἐκεῖνος ἐβεβαιώθη, ὅτι ἦτο Χριστιανός. Ἐξ Αἰγύπτου δὲ ἀναχωρήσας ἀνῆλθεν εἰς τὴν πατρίδα του, τὴν Θεσσαλονίκην, ἀγνώριστος, δέκα χρόνους πρὸ τοῦ Μαρτυρίου του. Ἐκεῖθεν δὲ μεταβὰς εἰς πολλοὺς ἄλλους τόπους, ἔφθασεν εἰς τὴν Χίον κατὰ τὸν χρόνον ἐκεῖνον κατὰ τὸν ὁποῖον ἐμαρτύρησε. Κατὰ τὴν Μεγάλην Τεσσαρακοστὴν τοῦ ἔτους ἐκείνου μετέβη εἴς τινα Ἐκκλησίαν καὶ ἔμεινεν εἰς τὴν Ἀκολουθίαν προσευχόμενος καθὼς ἐμαρτύρησεν ὁ ἐφημέριος τῆς Ἐκκλησίας. Ἡμέραν δέ τινα ἤρχισε πάλιν νὰ ἐλέγχῃ τοὺς Τούρκους πικρῶς. Χριστιανὸς δέ τις Χῖος, εὐπατρίδης, ἔτυχε νὰ εὑρίσκεται πλησίον του καὶ εὐθύς, φοβηθείς, ἔφυγε μακράν.
Ἐξ ὅλων λοιπὸν τούτων φαίνεται ὅτι ὁ μακάριος Ἀλέξανδρος διὰ τοῦ δερβισικοῦ ἐκείνου ἐνδύματος ἐφεῦρε τρόπον διὰ νὰ διδάσκῃ τοὺς Τούρκους σωφροσύνην, φιλανθρωπίαν καὶ πᾶσαν ἄλλην ἀρετὴν καὶ δεικνύων τὸν ἑαυτόν του ὡς καλὸν παράδειγμα ὡμίλει περὶ ταπεινώσεως, μετριότητος, ἀκτημοσύνης καὶ πάσης ἄλλης ἀσκήσεως. Οὔτε ἤθελε νὰ βαρύνῃ κανένα ζητῶν ἀπὸ τοὺς πλουσίους χρήματα, καθὼς συνηθίζουν νὰ κάμνουν οἱ δερβίσηδες, ἀλλ’ ἐξετέλει οἵαν δήποτε ἐργασίαν ἵνα κερδίζῃ τὸν ἐπιούσιον. Εἰς τὸ σχῆμα δὲ ἐκεῖνο παρέμεινεν ἐπὶ χρόνους δεκαοκτώ. Μετὰ λοιπὸν ταῦτα διελθὼν ἀπὸ τὴν Χίον εἰς τὴν Σμύρνην ὁ σχῆμα ἔχων δερβίσου Νεομάρτυς Ἀλέξανδρος, ἤκουσεν ἔσωθεν τὴν χάριν τοῦ Θεοῦ λαλοῦσαν μυστικῶς εἰς τὴν ἀγαθήν του καρδίαν, ὅτι ἔφθασεν ἡ ὥρα νὰ παρουσιασθῇ καὶ νὰ τελειώσῃ τὸ πρὸ πολλῶν χρόνων σκοπούμενον.