ΜΑΤΡΩΝΑ ἡ Ὁσία καὶ θαυματουργὸς Μήτηρ ἡμῶν ἦτο ἀπὸ τὴν νῆσον Χίον, ἀπὸ τὸ χωρίον τὸ καλούμενον ἕως τὴν σήμερον Βολισσός, το ὁποῖον εἶναι εἰς το ἐπάνω βόρειον μέρος τῆς Χίου· καὶ ὁ μὲν πατὴρ αὐτῆς ὠνομάζετο Λέων, ἡ δὲ μήτηρ Ἄννα, ἦσαν δὲ οὗτοι εὐσεβεῖς Χριστιανοί, καὶ μὲ ὅλα τὰ χριστιανικὰ ἤθη καὶ ἔργα κεκοσμημένοι, προσέτι καὶ εἰς τὸν πλοῦτον καὶ εἰς τὰ ἄλλα κοσμικὰ ἀγαθὰ ἦσαν ἐπισημότεροι τῶν ἄλλων τοῦ χωρίου. Εἶχον δὲ αὐτοὶ καὶ ἄλλας ἓξ θυγατέρας καὶ μὲ τὴν Μαρίαν ἑπτά (διότι Μαρία ὠνομάζετο ἡ Ἁγία, καὶ μετωνομάσθη ὕστερον Ματρῶνα). Αὕτη λοιπὸν ἡ Μαρία (ἡ ὁποία ἦτο ἡ μικροτέρα τῶν ἄλλων θυγατέρων), ὅταν ἦλθε καιρὸς νὰ τὴν νυμφεύσωσιν οἱ γονεῖς της, δὲν ἠθέλησεν, ἀλλ’ ἐπρόκρινεν, ὡς φρονίμη, νὰ φυλάξῃ παρθενίαν καὶ καθαρότητα, διὰ νὰ γίνῃ νύμφη καλὴ καὶ ἄμωμος τοῦ ἀθανάτου Νυμφίου Χριστοῦ· ἀλλ’ ἐπειδὴ ἡ ἀληθὴς παρθενία καὶ ἀφθορία δὲν εἶναι εὔκολον νὰ κατορθωθῇ μέσα εἰς τὸν κόσμον, εἰς τὴν συναναστροφὴν τῶν πολλῶν, ὁμοίως καὶ τὰ ἄλλα καλά, μὲ τὰ ὁποῖα φαιδρύνεται ἡ λαμπὰς τῆς παρθενίας, μέσα εἰς τὸν κόσμον ἀπαντῶσι πολλὰ ἐμπόδια, διὰ τοῦτο τρωθεῖσα ἡ μακαρία ἀπὸ τὰ γλυκύτατα βέλη τοῦ θείου ἔρωτος, ἀνεχώρησε κρυφίως ἐκ τῆς συγγενείας της, ἀφῆκε τὸν πατέρα, τὴν μητέρα καὶ τὰς ἀδελφάς της, καὶ ἦλθεν εἰς ἕνα ὄρος πλησίον τοῦ χωρίου, ὅπερ καλεῖται Κατάβασις, καὶ ἐκεῖ ἤνοιξε τὸ στάδιον τῶν ἀσκητικῶν της ἀγώνων καὶ τὴν κατὰ τῶν παθῶν καὶ τῶν δαιμόνων ἔστησε πάλην, νηστεύουσα, ἀγρυπνοῦσα, καὶ μόνη μόνῳ τῷ Θεῷ προσευχομένη ἡ ἀοίδιμος.
Ἔχαιρε λοιπὸν ἡ Ἁγία καὶ ἐδόξαζε τὸν Θεόν, λυτρωθεῖσα τῶν ταραχῶν καὶ τῶν θορύβων τοῦ κόσμου. Οἱ γονεῖς της ὅμως ἀγνοοῦντες τὶ ἔγινε καὶ ποῦ κατήντησεν, ἐλυποῦντο βαρέως καὶ δὲν ἔπαυον ἀπὸ τοῦ νὰ τὴν ἀναζητῶσιν. Ἐρευνῶντες δὲ εἰς κάθε τόπον, ἀνεῦρον αὐτὴν εἰς τὸ ὄρος καὶ μὴ κρίναντες εὔλογον νὰ τὴν ἀφήσωσιν ἐκεῖ μόνην, τὴν παρεκίνησαν νὰ ἔλθῃ εἰς τὴν οἰκίαν των, αὐτὴ δὲ ὑπήκουσεν, ὡς Θεοῦ δούλη, εἰς τὸ εὐλογοφανὲς πρόσταγμα τῶν γονέων της, καὶ ἦλθεν εἰς τὴν πατρικήν της οἰκίαν· καὶ εἰς μὲν τὰ ἄλλα ὑπετάσσετο χριστομιμήτως καὶ ὑπήκουεν εἰς αὐτοὺς μὲ πολλὴν ταπείνωσιν, εἰς τὸ νὰ ὑπανδρευθῇ ὅμως παντελῶς δὲν ὑπήκουεν·