Λόγος ΕΓΚΩΜΙΑΣΤΙΚΟΣ εἰς τὸν Ἅγιον ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΝ.

Μάλιστα ἠμποροῦμεν νὰ εἴπωμεν, ὅτι μεγαλύτερον θαῦμα εἶναι τοῦτο ἀπὸ ἐκεῖνο, ἐπειδὴ ἐκεῖ ἦτο αὐτὸς ὁ ἴδιος ὁ Προφήτης σωματικῶς, ὅστις ἔπεσεν ἐπάνω εἰς τὸν νεκρόν, ἀλλ’ ἐδῶ ἦτο ὁ τύπος μόνον τοῦ Ἁγίου, ἡ Εἰκών του ἐζωγραφημένη εἰς τεμάχιον ὑφάσματος καὶ ταύτην ἔθεσεν ἡ χήρα ἐπάνω εἱς τὸν υἱόν της καὶ ἀνεστήθη. Δὲν εἶναι τοῦτο μεγαλύτερον θαῦμα ἀπὸ ἐκεῖνο; Ἀλλ’ οὕτως οἶδε δοξάζειν ὁ Θεὸς τοὺς Αὐτὸν δοξάζοντας.

Ἀρχαία παράδοσις ἀναφέρει, ὅτι κατὰ τὸν καιρὸν κατὰ τὸν ὁποῖον ὡδήγουν τὸν Ἅγιον εἰς τὸ Μαρτύριον, ὥρμησεν ὁ λαὸς τῆς Νεαπόλεως νὰ τὸν ἁρπάσῃ ἀπὸ τὰς χεῖρας τῶν δημίων, ἵνα τὸν διασώσῃ ἀπὸ τὴν σκληρότητα τῶν βασάνων. Ἀλλ’ ὁ Ἅγιος τοὺς ἠμπόδισεν, εἰπών· «Ἄφετε, τέκνα μου, νὰ τελειώσω τὸν καλὸν ἀγῶνα τοῦ Μαρτυρίου μου καὶ ἐγὼ σᾶς ὑπόσχομαι ὅτι θὰ εἶμαι προστάτης σας πάντοτε». Βλέπετε δὲ πῶς ἐφύλαξε τὴν ὑπόσχεσίν του ὁ εὐλογημένος. Διότι καθὼς ὁ Κύριος εἶναι πιστὸς εἰς πάντας τοὺς λόγους Αὐτοῦ, οὕτω καὶ οἱ Ἅγιοι τοῦ Θεοῦ εἶναι πιστοὶ φύλακες τῶν λόγων των. Ὅθεν, ἀπὸ τὸν καιρὸν ἐκεῖνον καὶ μέχρι τῆς σήμερον, ὁ ἔνδοξος Ἱερομάρτυς τοῦ Χριστοῦ Ἰανουάριος ἐφύλαξε καὶ φυλάττει τὴν Νεάπολιν ἀπὸ πολλὰ καὶ μεγάλα κακά, ὡς τὸ ὁμολογοῦσι καὶ τὸ κηρύττουσιν ὅλοι οἱ Νεαπολίται.

Οὕτω, πρὸ χρόνων, πεῖνα μεγάλη ἐξέσπασεν εἰς αὐτήν. Ἀλλ’ ὅπου ἐμφανισθῇ πεῖνα, ἐξ ἀνάγκης ἀκολουθοῦν καὶ ἐπιδημίαι καὶ ὅπου ἀκολουθήσουν ἐπιδημίαι, ἀκολουθεῖ καὶ θάνατος. Ποῖος ἐπρόφθασεν εἰς ἐκείνην τὴν ἀνάγκην; Ποῖος ἔφερε τὰ πλοῖα φορτωμένα μὲ σῖτον καὶ ἄλλα χρειώδη; Ἡ πρεσβεία βεβαίως καὶ ἡ βοήθεια τοῦ ἐνδόξου τούτου Ἁγίου Ἱερομάρτυρος Ἰανουαρίου. Ἐξερράγη ἔξαφνα τὸ ἡφαίστειον Βεζούβιος καὶ ἐξέχεε λάβαν, σίδηρον τηκτὸν (λειωμένον) καὶ φλόγας τεραστίας καὶ φοβεράς, ὅλα δὲ ταῦτα διεχύθησαν εἰς πολλοὺς ρύακας καὶ ποταμοὺς καὶ ἠπείλουν νὰ κατακαύσουν ὄχι μόνον τὴν γῆν καὶ τὰ φυτά, ἀλλὰ καὶ αὐτὴν τὴν θάλασσαν. Τόσον δὲ τρομεραὶ ἦσαν αἱ φλόγες, ὥστε ἐνόμιζε κανεὶς ὅτι ἦσαν ἐχθρός τις φοβερώτατος, ὅστις ἔτρεχε νὰ κατακαύσῃ καὶ νὰ ἀφανίσῃ τὸν κόσμον. Μέγας λοιπὸν καὶ πολὺς ἦτο ὁ φόβος καὶ ὁ κίνδυνος, διότι παρ’ ὀλίγον ἡ Νεάπολις νὰ καταστραφῇ τελείως. Δὲν ἦσαν δὲ μόνον αἱ ὑπερβολικαὶ φλόγες ὅπου ἐφόβιζον τοὺς πάντας, ἀλλὰ καὶ αἱ τρομεραὶ βρονταί, οἱ μεγάλοι καὶ δυνατοὶ λίθοι, οἵτινες ἐξεσφενδονίζοντο καὶ ἡ λεπτὴ πεπυρακτωμένη κόνις, ἡ ὁποία ἔπιπτεν ὡς βροχὴ εἰς ὅλην τὴν Νεάπολιν.