Τοῦτο μαθὼν ὁ Κάταλλος πρῶτον προσέταξε νὰ κρεμασθῶσι τὰ παιδία καὶ νὰ ξεσχίζωνται διὰ σιδηρῶν ὀνύχων. Οἱ δε γονεῖς αὐτῶν ἐνεθάρρυνον τὰ τέκνα των νὰ μὴ ὀλιγοψυχήσωσιν, ἀλλὰ νὰ ὑπομένωσιν ἀνδρείως μέχρι τέλους, ἀποβλέποντες εἰς τοὺς στεφάνους τοῦ Μαρτυρίου. Ἔπειτα ὁ αὐτὸς Κάταλλος προσέταξε νὰ καταβιβάσωσι ταῦτα καὶ νὰ τὰ δείρωσι δυνατὰ μετὰ τῆς μητρός των, μετὰ δὲ τοῦτο νὰ καῇ κλίβανος καὶ ἐντὸς τούτου νὰ τεθῶσι τὰ τέκνα ὁμοῦ μὲ τοὺς γονεῖς των.
Ὅθεν, τούτου γενομένου, παρέδωκαν οἱ Ἅγιοι τὰς ψυχάς των εἰς τὸν Κύριον καὶ οὕτως ἔλαβον, οἱ μακάριοι, τοὺς ἄφθαρτους στεφάνους τοῦ Μαρτυρίου. Τὴν πρωΐαν τῆς ἑπομένης ἠκούοντο ὡσὰν νὰ ἐξήρχοντο φωναὶ ψαλμῳδίας ἐκ τοῦ κλιβάνου καὶ ἀνοίξαντες αὐτὸν δὲν εὗρον ἄλλον τινὰ εἰ μὴ μόνους τοὺς Ἁγίους, τῶν ὁποίων τὰ σώματα ἦσαν σῷα καὶ ἀβλαβῆ ἐκ τοῦ πυρός, ἐστραμμένοι δὲ πρὸς Ἀνατολὰς ἐφαίνοντο ὡς νὰ ἐκοιμῶντο. Τελεῖται δὲ ἡ αὐτῶν Σύναξις ἐν τῷ ἁγιωτάτῳ αὐτῶν Ναῷ τῷ εὑρισκομένῳ εἰς τόπον καλούμενον Δεύτερον.