Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ μνήμη τοῦ Ἁγίου Νεομάρτυρος ΝΙΚΟΛΑΟΥ τοῦ ἐξ Ἰχθύος (Ψάρι) τῆς Κορινθίας καταγομένου, μαρτυρήσαντος δὲ ἐν Κωνσταντινουπόλει κατὰ τὸ ἔτος ͵αφνδ’ (1554).

ΝΙΚΟΛΑΟΣ ὁ νεοφανὴς καὶ γενναῖος Μάρτυς τοῦ Χριστοῦ κατήγετο ἀπὸ κάποιο ἀσήμαντον χωρίον, τὸ ὁποῖον ὑπὸ τῶν ἐντοπίων ὠνομάζετο Ψάρι καὶ εὑρίσκετο περίπου εἰς τὰ ὅρια τῆς Κορινθίας [1]. Οἱ γονεῖς του ὠνομάζοντο Ἰωάννης καὶ Καλή, ἦσαν δὲ καὶ οἱ δύο θεοσεβεῖς καὶ πιστοὶ εἰς τὸν Χριστόν. Οὗτοι κατὰ τὸ δωδέκατον ἔτος τῆς ἡλικίας τοῦ Μάρτυρος ἀπῆλθον τοῦ κόσμου τούτου καὶ ἄφησαν αὐτὸν μόνον εἰς τὴν οἰκίαν των. Ὁ δὲ παῖς, μὴ ὑποφέρων τὴν στέρησιν τῶν γονέων του, ἔρχεται μὲ μερικοὺς νέους εἰς πόλιν λεγομένην Σηλύβριαν, ἡ ὁποία ἀπέχει ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολιν πορείαν μιᾶς ἡμέρας. Εἰς τὴν πόλιν αὐτὴν εἰσῆλθεν εἰς τὴν ὑπηρεσίαν τινὸς ἐκ τῶν ἐπισημοτέρων κατοίκων, φροντίζων διὰ τὰ πράγματα τοῦ κυρίου του. Ἐπειδὴ δὲ εἶχεν εἰς τὴν καρδίαν του τὸν φόβον τοῦ Θεοῦ καὶ ἐξετέλει πιστῶς τὰς ἐντολὰς τοῦ Χριστοῦ, μαζὶ μὲ τὴν ἐκτέλεσιν τῆς ὑπηρεσίας του ἐφρόντιζε καὶ διὰ τὰς ἁγίας Ἐκκλησίας ὅσον ἠμποροῦσεν. Ἀνατραφεὶς λοιπὸν καλῶς καὶ εὐσεβῶς, ὅταν ἔφθασεν εἰς τὴν νόμιμον ἡλικίαν ἔλαβε νόμιμον γυναῖκα καὶ ἔγινε πατὴρ τέκνων, τὰ ὁποῖα ἀνέτρεφε σύμφωνα μὲ τὰς ἑλληνικὰς παραδόσεις καὶ τὴν διδασκαλίαν τοῦ Χριστοῦ, ὥστε ἐκ τοῦ καρποῦ νὰ γνωρίζεται τὸ δένδρον, ἂν καὶ συνανεστρέφετο μέσα εἰς τὸν κόσμον. Οὗτος δηλαδή, πωλῶν διάφορα τρόφιμα εἰς τὸν μεγάλον δρόμον, οὐδόλως παρημέλει καὶ τὴν σωτηρίαν τῆς ψυχῆς του, φροντίζων ἰδιαιτέρως διὰ τοὺς πτωχοὺς καὶ εὐαρεστῶν τῷ Θεῷ μὲ τὰς ἐλεημοσύνας τὰς ὁποίας ἔδιδε καὶ μὲ τὴν συχνὴν παρακολούθησιν εἰς τοὺς Ναοὺς τῶν ἱερῶν ἀκολουθιῶν.

Ἐπειδὴ ὅμως ἐπεθύμει μεγαλύτερον ἀκόμη χάρισμα, ἐννοῶ τὸ Μαρτύριον, καὶ τούτου ἠξιώθη. Ὅταν δηλαδὴ κατὰ τὸ τριακοστὸν τέταρτον ἔτος τῆς βασιλείας του ὁ σουλτάνος Σουλεϊμὰν [2] ἐξεστράτευσεν εἰς τὴν Περσίαν, ἄφησεν ἔπαρχον εἰς τὴν Κωνσταντινούπολιν κάποιον Σινὰν ὀνόματι. Οὗτος ὑπερηφανευόμενος διὰ τὴν συγγένειαν, τὴν ὁποίαν εἶχε μὲ τὸν σουλτάνον, κατετυράννει τοὺς ὑπηκόους του, καὶ τίποτε τὸ χρήσιμον μὲν δὲν εἶχε νὰ παρουσιάσῃ τοὐναντίον δὲ φουσκωμένος διὰ τὸ ἀξίωμα, τὸ ὁποῖον εἶχε, διέπραξεν ἐναντίον τῶν Χριστιανῶν ὅ,τι φοβερὸν καὶ βάρβαρον ἠμπορεῖ νὰ φαντασθῇ κανείς. Διότι ἄλλους μὲν συνελάμβανε καὶ ἔρριπτεν ὡς σκλάβους εἰς τὰ πειρατικὰ πλοῖα, ἄλλους δὲ ἐτρομοκράτει μὲ τὴν ἀπειλὴν διαφόρων βασάνων.

Τότε λοιπὸν καὶ οὗτος ὁ τοῦ Χριστοῦ Νεομάρτυς Νικόλαος, φθονηθεὶς ἀδίκως ὑπὸ τῶν Ἀγαρηνῶν, οἱ ὁποῖοι ἐγειτόνευον μὲ αὐτὸν εἰς τὸν μεγάλον δρόμον, ἐπειδὴ ἐπώλει πολὺ περισσότερα ἐμπορεύματα ἀπὸ αὐτούς ὡδηγήθη εἰς τὴν Κωνσταντινούπολιν, διότι δῆθεν ὕβρισε τὸν ψευδοπροφήτην Μωάμεθ.


Ὑποσημειώσεις

[1] Τὸ χωρίον τοῦτο σήμερον, διατηροῦν τὸ αὐτὸ ὄνομα Ψάρι, ἀποτελεῖ κοινότητα τοῦ νομοῦ Κορινθίας, εὑρίσκεται δὲ ἀνατολικῶς τῆς λίμνης Στυμφαλίας.

[2] Οὗτος εἶναι ὁ σουλτάνος Σουλεϊμὰν ὁ Α’, βασιλεύσας ἀπὸ τοῦ 1520 μέχρι τοῦ 1566 ἔτους.